[Script Info] Title: [Events] Format: Layer, Start, End, Style, Name, MarginL, MarginR, MarginV, Effect, Text Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Κώστας Βάρναλης\NΗ αληθινή απολογία του Σωκράτη{\b0} Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Το πώς γεννήκανε τα πραμματα{\b0} Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Όσο μιλούσαν οἱ κατηγόροι Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(ὁ Μέλητος μὲ τὴν ψιλὴ φωνὴ\Nκαὶ τὰ γυναικίστικα κουνήµατα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,νεβρικὸς σὰν ἀηδόνι Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ὁ "Ανυτος μὲ τὰ μεγάλ᾽ ἀφτιὰ χαὶ τὰ\Nρουθούνια γιοµάτα τρίχες' Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ὁ Λύκων μὲ τὰ στενὰ κροτάφια καὶ τὴ θολὴ ματιά), Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,οἱ δικαστάδες καθισµένοι κατάχαµα,\Nσταβροπόδι κι ἀνακούρκουδα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μασουλούσανε πασατέµπο καὶ φτιούσανε\Nτὰ τσόφλια στὸ σβέρκο τοῦ µπροστινοῦ. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ πιὸ πολλοὶ ξαπλωμένοι δίπλα καὶ\Nκάνοντας µαξιλάρι τὰ παπούτσια τους Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ρουχαλίζανε ρυθμικά. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ὁ Σωκράτης κοίταζε ψηλὰ τὸν ἀνοιξιάτικο\Nοὐρανὸ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ κάπου κάπου σιγότριβε τὸ ζερβί του γόνα,\Nποὺ τόνε σουγλοῦσε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μ᾽ ὅλο τὸ σούσουρο, ποὺ γινότανε, μ᾿ ὅλη\Nτὴ βόχα, ποὺ βγάζανε τόσα ξαναµένα κορμιὰ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ χαλασμένα στοµάχια, τὰ κατάφερνε\Nν᾿ ἀκούει τὰ χαρούμενα πουλιά, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ τιτιβίζανε στὰ τριγυρινὰ πέφκα\Nκαὶ νὰ ὀσμίζεται τὸ µυρωδιὰ τῆς ρετσίνας, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τοῦ σκίνου καὶ τοῦ θυμαριοῦ,\Nποὺ ἄνάδινεν η χέρσα Ὑῆς. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,"Αμα τελειώσαν οἱ κατηγόροι,\Nγίνηκε μεμιὰς βαθύτατη σιωπή, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,λὲς καὶ βούλιαξε ὁ τόπος μὲ τὰ κοτρώνια,\Nτὰ δέντρα καὶ τοὺς ἀνθρώπους Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,µέσα σὲ μιὰν ἀτέλειωτη πηγάδα\Nκαὶ τοὺς σκέπασε ὅλους τὸ νερό, δυὸ µπόγια. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κρατώντας ὅλοι την ἀνάσα τους χαρφώσανε\Nτὰ μάτια πάνου στὸ Σωκράτη Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,περίεργοι νὰ ἰδοῦνε μὲ τί τσαλίµια\Nθὰ προσπαθοῦσε νὰ τουµπάρει τὸ Νόμο. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,"Αμα σταματήσει ὁ μύλος τὰ μεσάνυχτα,\Nξυπνάει ὁ µυλωνάς. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ὁ Σωκράτης, μ᾿ ὅλη τὴ σιωπή, ποὺ τὸν\Nἔσφιξε µονοχόµατη κι ἀπὸ παντοῦ, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,µῆτε ξύπνησε, µῆτε κουνηθηκε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κάποιος τότε μαθητὴς τόνε τράβηξε ἀπὸ τὸ\Nµανίκι: «Δάσκαλε ἣ σειρά σου». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μονάχα τότε ὁ Δάσκαλος γύρισε κ᾿ εἶδε\Nσαστισµένος ὅλο χκεῖνο τ᾽ ἀνθρωπομάνι. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Δυσκολέφτηχε νὰ θυμηθεῖ, πὼς πεντακόσια\Nθεριὰ τὸν εἴχανε ζώσει ἀγριεμένα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Χαμογέλασε πειραχτιχὰ µέσα στὰ πηχτά του\Nτὰ γένια, µισοσηκώθηκε μιὰ στιγμὴ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ κοιτᾶζονταςἀπάνου στὸ τραπέζι\Nτὰ δυὸ τσουκάλια Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(τὸ ἕνα χαλκωματένιο καὶ τ ἄλλο ξύλινο)\Nσοβαρὰ καὶ τὰ δυὸ καὶ κατσουφιασµένα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,λὲς κ᾿ εἴχανε ψυχη καὶ τόνε µισούσανε\Nκι ἀφτά, μουρμούρισε: Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Κ’ ἐγὼ περίμενα σεῖς, ὦ ἄντρες᾿Αθηναῖοι,\Nν᾿ἀπολογηθεῖτε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ξανακάθισε κι ἄρχισε πάλε\Nνὰ τρίβει τὸ ζερβί του γόνα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ δικαστάδες θυµώσανε\Nμὲ τ᾽ ἄπρεπο φέρσιµο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ κοιταχτήκανε γρήγορα γρήγορα\Nσυναμεταξὺ τους. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τοὺς ζεµάτιζε τόσες ὧρες\Nὁ κατάκορφος ήλιος μὲ τὴν ἐλπίδα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,το πὼς θὰ γουστάρανε στὸ τέλος\Nμ᾿ ἀφτόνε τὸ γερογρουσούζη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Θὰ τόνε βλέπαν ἄσοφο καὶ ταπεινωµένο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μπροστὰ στὸ Νόμο\Nτὸν ἀψηλομέτωπο καὶ παντογνώστη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καὶ νὰ τώρα ποὺ τοὺς χαλοῦσε τὸ κέφι. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μὰ πιὸ πολὺ πειραχτήκανε, ποὺ καταφρόνεσε\Nτέτοιαν ὥρα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τὸ μεγαλύτερο ἀγαθὸ τῆς δημοκρατίας: πρῶτα\Nν᾿ἀπολογιέσαι κ’ὕστερα νὰ σὲ κόβουνε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ὅπως, ἅμα δέρνεις ἕνα παιδὶ\Nκι ἀφτὸ δὲν κλαίει, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πεισματώνεσαι καὶ τὸ δέρνεις περισσότερο,\Nἔτσι χι ἀφτοὶ πεισµατωθήκανε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ γιὰ νὰ τὸν κάνουνε νὰ νιώσει\Nτὴ δύναμη τοὺς, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τόνε βγάλανε μὲ τὴν πρώτη τους ψηφοφορία\Nφταίχτη καὶ στὰ τρία κακουργήματα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ τὸν κατηγόρησαν\Nοἱ τρεῖς πολεμάρχοι τῆς ᾿Αρετῆς. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,'Ὁ Σωκράτης, σὰν ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τους,\Nἔκανε: χμ. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ἅμα τόνε ρωτῆξανε κατόπι\N(σύµφωνα μὲ τὸ Νόμο), Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποιὰν τιμωρία διαλέγει, θάνατο γιὰ ἐξορία,\Nκούνησε τὴ φαράκλα του δῶθε κεῖθε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ δὲν ἀπάντησε τίποτα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τότες ὁ κλητήρας ζύγωσε καὶ τοῦ τὸ\Nξαναφώναξε δυνατὰ µέσα στ᾽ ἀφτιά του. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ὁ Σωκράτης, θέλοντας καὶ μη, σηκώθηκε\Nπάλε βαριεστισµένα καὶ τοὺς εἶπε: «Δὲ λέω, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κ'οἱ δυό σας τιμωρίες εἶναι καὶ δίκαιες\Nκαὶ συφερτικὲς γιὰ μένα καὶ γιὰ σᾶς. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ὅμως ἐγὼ θὰ προτιμοῦσα μιὰν τρίτη». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Ποιάνε; ποιάνε;» φώναξαν οὗλοι χαρούμενα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Είτε σᾶς ἐβεργέτησα εἴτε σᾶς ζήμιωσα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,νὰ μὲ βάλετε τώρα, ποὺ γέρασα,\Nστὸ Τεμπελχανιὀ. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,"Ἔτσι καὶ σεῖς θ'ἀσφαλιστεῖτε ἀπὸ µένα\Nκ’ἐγὼ θὰ ξεκουραστῶ ἀπὸ σᾶς. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καἱ ν᾿ἀφήνετε κάθε πρωὶ στὴν πόρτα µου Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(χωρὶς νὰ μὲ βλέπετε\Nκαὶ χωρὶς νὰ σᾶς βλέπω) Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ζεστὲς κι ἀφράτες ἐκεῖνες\Nτὶς ὡραῖες µελόπιτες, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ δίνετε τόσους αἰῶνες ἐβλαβικὰ\Nστὸ ἅγιο φίδι τοῦ ᾿Ἠρεχθείου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τὸ γιὸ τῆς Παρθένας. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γιατὶ θαρρώ, πὼς ἐγὼ σᾶς ἔκανα\Nκαὶ περισσότερο καλὸ καὶ λιγότερο κακὸ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,παρὰ κάθε λογῆς θεϊκὸ ζωντόβολο». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ δικαστάδες, ἀπελέκητοι χωριάτες, ποὺ\Nμὲ τὸ παραµικρὸ βλαστημούσανε τὰ θεῖα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,γελάσανε μ᾿ὅλη τὴν καρδιά τους, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,σὰν ἀκούσανε τ᾽ἀναπάντεχο τοῦτο χωρατὸ\Nτοῦ Σωκράτη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καὶ περιμέναμε νὰ τοὺς πεῖ κι ἄλλα. \NΚαὶ κεῖνος σὲ λίγο: Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Κι ἀφοῦ κάνω τὴ σωστότερη,\Nκαθὼς φαίνεται, κρίση, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ἐγὼ ταιριάζει νὰ πάρω καὶ τοὺς μιστοὺς\Nὁλωνῶνε σας». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Πωπώ! τί γένηκε τότες!\NΟἱ δικαστάδες λυσσάξανε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,"Αλλοι σηkώσανε τὰ μπαστούνια,\Nἄλλοι ἁρπάξανε πέτρα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κι ἄλλοι χυμήξανε πάνου στὰ κάγκελα\Nμὲ τὰ δέκα νύχια Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μπροστά γιὰ νὰ τὸν ξεσχίσουνε\Nκι ὅλοι φωνάζανε µαζί, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ δὲν ξεχώριζες λέξη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,᾽Ακοῦς ἐχεῖ νὰν τοὺς ζητάει\Nτοὺς τρεῖς ὀβολούς, τὸν τίµιο κόπο τους. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γι' ἀφτὸ λοιπὸν αφήσανετὶς δουλειές τους\Nνοικοκυρέοι ἀνθρώποι Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ χασοµερίσαν ὅλη µέρα\Nγιὰ νὰ διαφεντέψουνε τὴν πατρίδα; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καὶ δὲν εἴτανε δὰ γιὰ τὰ λεφτά... \Nμὰ τοὺς ζητοῦσε νὰ παρανομήσουν. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καἱ νὰ θέλανε, δὲν εἴχανε µήτε ἀφτοὶ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τὸ δικαίωμα νὰ χαρίσουνε τὸ µιστό τους,\Nµῆτε κ᾿η πολιτεία νὰ τοὺς τόνε στερήσει... Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μωρὲ τοῦτος εἶναι μπὶτ ξετσίπωτος\Nκι ἄθεος καὶ προδότης! Καλὰ καὶ θὰ ἰδεῖ! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γιὰ τοῦτο, μιὰ κι ὁ ἴδιος ὁ Σωκράτης\Nδὲ διάλεγε τὸ εἶδος τῆς τιμωρίας του, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τόνε καταδικάσαν ἀφτοί,\Nμὲ τὴ δεύτερη Ψηφοφορία τους Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(πάλε σύµφωνα μὲ τὸ Νόμο)\Nνὰ πιεῖ τὸ φαρμάκι. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τότες ἴσα ἴσα λαμποκόπησε ὁλάκερος\Nἀπὸ κέφι καὶ δύναμη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Απλὸς καὶ σβέλτος, καθὼς τόνε ξέραν\Nοἱ περισσότεροι στὰ µεθύσια του, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,στοὺς καβγάδες καὶ στὸν πόλεμο,\Nστάθηκε στέρεα στὸ βῆμα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ µισοχλείνοντας τὰ πονηρά του μάτια\Nτοὺς εἶπε σιγὰ σιγὰ τοῦτα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ μέλλει νὰ διαβάσετε παρακάτου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ τάχατες «ἀπολογίες», ποὺ τοῦ γράψανε,\Nφίλοι καὶ µαθητάδες, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ὅλες εἶναι πλάσματα τῆς φαντασίας τους,\Nµικρόλογες προσπάθειες ν᾿ ἀποδείξουνε, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πὼς ὁ Σωκράτης εἴταν ἀθῶος,\Nὁ Νόμος εἴτανε δίκαιος Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κ'οἱ δικαστάδες ντόµπροι καὶ τίµιοι\NΑθηναῖοι,ποὺ κάνανε... λάθος· Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ µονάχοι φταῖχτες οἱ τρεῖς παλιανθρώποι\Nποὺ τόνε κατατρέξανε τὸ ζάβαλη. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ΤΙ ΩΡΑ εἶναι;... Περασμένο μεσημέρι !... \N"Έξι σωστὲς ὡροῦλες kαὶ δὲν ἄχουσα τίποτα! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τὰ χρόνια, βλέπετε,\Nμοῦ βαρύνανε τὴν ἀκοη... Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αν ὁ Δυσσέας εἶχε τὸ κουσούρι µου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,δὲ θὰ κόπιαζε νὰ καλαφατίσει τ᾽ἀφτιά του\Nμὲ κερὶ καὶ νὰ δεθεῖ στὸ κατάρτι, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,γιὰ νὰ μὴν ἀκούσει\Nτὸ δονικὸ τραγούδι τοῦ θανάτου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,᾽Αγκαλὰ (μιὰ καὶ τό φερε η κουβέντα) Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ὁ θάνατος ἀντιλάλησε βαθύτερα\Nµέσα στὴν ψυχη του Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κ᾿ ὕστερα τὸν ἄκουγε σ᾿ ὅλη του τὴ ζωῇ. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μὰ καὶ νά χα δἐκ᾽ ἀφτιὰ χι ὅλα γερά,\Nπάλε δὲ θὰ µποροῦσα ν᾿ ἀχούσω. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τά χασα μπροστὰ στὸ µεγάλο\Nκαὶ φανταχτερὀ σας πλῆθος. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μοῦ φαινότανε, πὼς εἴμουνα\Nστὸν ἄλλον κόσµο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καὶ μὲ δικάζανε πεθαμένον\Nπεντακόσοι Πλούτωνες. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γι'ἀφτὸ καὶ χαμογελοῦσα ταπεινά. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Εἴταν ἀπὸ φόβο, σαστισµάρα καὶ βλακεία! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Α !... νιώθω νὰ λαχταρίζει\Nµέσα στὴν φυχη µου Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τὸ πατριωτικὀ µου φιλότιµο. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ἔχω κ᾿ ἐγὼ τὶς µεγάλες ἀφτὲς ἀρετές ! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ἆληθινά, ὅπου ριζοβολήσει\Nτούτ' ἢ Τριάδα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(βλακεία, σαστισµάρα καὶ φόβος) Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ἐκεῖ κι ὁ Νόμος ἔχει δύναμη\Nκι ὁ λαὸς εἶν᾽ἐφτυχισμένος. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Λοιπὸν δὲν ἄκουσα τίποτα,\Nγιατί χε σταματήσει τὸ µυαλό µου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,"Άλλοτε συνείθιζε νὰ ταξιδέβει\Nπολὺ µακριά, σὲ