WEBVTT
00:00:14.941 --> 00:00:34.917
Κώστας Βάρναλης
Η αληθινή απολογία του Σωκράτη
00:00:38.654 --> 00:00:41.668
Το πώς γεννήκανε τα πραμματα
00:00:41.838 --> 00:00:43.642
Όσο μιλούσαν οἱ κατηγόροι
00:00:43.642 --> 00:00:46.646
(ὁ Μέλητος μὲ τὴν ψιλὴ φωνὴ
καὶ τὰ γυναικίστικα κουνήµατα,
00:00:46.646 --> 00:00:48.175
νεβρικὸς σὰν ἀηδόνι
00:00:48.175 --> 00:00:51.380
ὁ "Ανυτος μὲ τὰ μεγάλ᾽ ἀφτιὰ χαὶ τὰ
ρουθούνια γιοµάτα τρίχες'
00:00:51.380 --> 00:00:54.256
ὁ Λύκων μὲ τὰ στενὰ κροτάφια
καὶ τὴ θολὴ ματιά),
00:00:54.256 --> 00:00:58.601
οἱ δικαστάδες καθισµένοι κατάχαµα,
σταβροπόδι κι ἀνακούρκουδα,
00:00:58.601 --> 00:01:02.746
μασουλούσανε πασατέµπο καὶ φτιούσανε
τὰ τσόφλια στὸ σβέρκο τοῦ µπροστινοῦ.
00:01:02.746 --> 00:01:06.941
Οἱ πιὸ πολλοὶ ξαπλωμένοι δίπλα καὶ
κάνοντας µαξιλάρι τὰ παπούτσια τους
00:01:06.941 --> 00:01:08.660
ρουχαλίζανε ρυθμικά.
00:01:08.942 --> 00:01:12.119
Κι ὁ Σωκράτης κοίταζε ψηλὰ τὸν ἀνοιξιάτικο
οὐρανὸ
00:01:12.119 --> 00:01:15.949
καὶ κάπου κάπου σιγότριβε τὸ ζερβί του
γόνα, ποὺ τόνε σουγλοῦσε.
00:01:15.949 --> 00:01:21.222
Μ᾽ ὅλο τὸ σούσουρο, ποὺ γινότανε, μ᾿ ὅλη
τὴ βόχα, ποὺ βγάζανε τόσα ξαναµένα κορμιὰ
00:01:21.222 --> 00:01:25.092
καὶ χαλασμένα στοµάχια, τὰ κατάφερνε
ν᾿ ἀκούει τὰ χαρούμενα πουλιά,
00:01:25.092 --> 00:01:29.354
ποὺ τιτιβίζανε στὰ τριγυρινὰ πέφκα
καὶ νὰ ὀσμίζεται τὸ µυρωδιὰ τῆς ρετσίνας,
00:01:29.354 --> 00:01:32.980
του σκίνου και τοῦ θυμαριού,
που ανάδινεν η χέρσα Γῆς.
00:01:36.607 --> 00:01:40.642
Αμα τελειώσαν οἱ κατηγόροι,
γίνηκε μεμιὰς βαθύτατη σιωπή,
00:01:40.912 --> 00:01:44.239
λὲς καὶ βούλιαξε ὁ τόπος μὲ τὰ κοτρώνια,
τὰ δέντρα καὶ τοὺς ἀνθρώπους
00:01:44.239 --> 00:01:48.460
µέσα σὲ μιὰν ἀτέλειωτη πηγάδα καὶ
τοὺς σκέπασε ὅλους τὸ νερό, δυὸ µπόγια.
00:01:49.858 --> 00:01:53.548
Κρατώντας ολοι την ἀνάσα τους χαρφώσανε
τὰ μάτια πάνου στὸ Σωκράτη
00:01:53.759 --> 00:01:58.110
περίεργοι νὰ ἰδούνε μὲ τί τσαλίµια
θὰ προσπαθοῦσε νὰ τουµπάρει τὸ Νόμο.
00:01:58.832 --> 00:02:02.101
Άμα σταματήσει ο μύλος τα μεσάνυχτα,
ξυπνάει ὁ µυλωνάς.
00:02:02.637 --> 00:02:06.460
Ὁ Σωκράτης, μ᾿ όλη τὴ σιωπή, που τον
ἔσφιξε µονοχόµατη κι ἀπὸ παντού,
00:02:06.460 --> 00:02:08.462
µήτε ξύπνησε, µήτε κουνήθηκε.
00:02:09.198 --> 00:02:14.796
Κάποιος τότε μαθητὴς τόνε τράβηξε από το
µανίκι: «Δάσκαλε η σειρά σου».
00:02:15.801 --> 00:02:19.902
Μονάχα τότε ὁ Δάσκαλος γύρισε κ᾿ είδε
σαστισµένος όλο κείνο τ᾽ ἀνθρωπομάνι.
00:02:19.902 --> 00:02:24.470
Δυσκολέφτηχε νὰ θυμηθεί, πὼς πεντακόσια
θεριά τὸν είχανε ζώσει ἀγριεμένα.
00:02:25.267 --> 00:02:30.001
Χαμογέλασε πειραχτιχὰ µέσα στὰ πηχτά του
τὰ γένια, µισοσηκώθηκε μιὰ στιγμὴ
00:02:30.001 --> 00:02:32.706
και κοιτάζοντας απάνου στο τραπέζι
τα δυο τσουκάλια
00:02:32.706 --> 00:02:37.212
(τὸ ένα χαλκωματένιο και τ άλλο ξύλινο)
σοβαρά και τα δυο και κατσουφιασμένα,
00:02:37.212 --> 00:02:41.068
λες κ᾿ είχανε ψυχή καὶ τόνε µισούσανε
κι ἀφτά, μουρμούρισε:
00:02:41.802 --> 00:02:45.506
«Κ’ ἐγὼ περίμενα σείς, ω άντρες᾿Αθηναίοι,
ν᾿ἀπολογηθεῖτε.
00:02:46.428 --> 00:02:49.947
Ξανακάθισε κι άρχισε πάλε
νὰ τρίβει τὸ ζερβί του γόνα.
00:02:51.994 --> 00:02:54.814
Οἱ δικαστάδες θυµώσανε
μὲ τ᾽ ἄπρεπο φέρσιμο
00:02:54.814 --> 00:02:57.509
και κοιταχτήκανε γρήγορα γρήγορα
συναμεταξύ τους.
00:02:58.019 --> 00:03:01.684
Τους ζεµάτιζε τόσες ώρες
ο κατάκορφος ήλιος με την ἐλπίδα,
00:03:01.684 --> 00:03:05.049
το πὼς θὰ γουστάρανε στο τέλος
μ᾿ ἀφτόνε το γερογρουσούζη.
00:03:05.481 --> 00:03:07.443
Θὰ τόνε βλέπαν άσοφο καὶ ταπεινωµένο
00:03:07.443 --> 00:03:10.779
μπροστά στο Νόμο
τὸν ἀψηλομέτωπο και παντογνώστη.
00:03:11.071 --> 00:03:13.240
Και νὰ τώρα πού τοὺς χαλούσε τὸ κέφι.
00:03:13.785 --> 00:03:17.302
Μὰ πιὸ πολύ περιφραχτήκανε, πού
καταφρόνεσε τέτοιαν ώρα
00:03:17.302 --> 00:03:22.317
τὸ μεγαλύτερο αγαθό της δημοκρατίας: πρώτα
ν᾿ἀπολογιέσαι κ’ ύστερα νὰ σὲ κόβουνε.
00:03:22.751 --> 00:03:25.404
Κι όπως, άμα δέρνεις ἕνα παιδί
κι ἀφτὸ δὲν κλαίει,
00:03:25.404 --> 00:03:29.296
πεισματώνεσαι και τὸ δέρνεις περισσότερο,
ἔτσι χι ἀφτοὶ πεισµατωθήκανε
00:03:29.296 --> 00:03:31.795
και γιὰ νὰ τὸν κάνουνε νὰ νιώσει
τὴ δύναμη τοὺς,
00:03:31.795 --> 00:03:36.126
τόνε βγάλανε με την πρώτη τους ψηφοφορία
φταίχτη και στα τρία κακουργήματα,
00:03:36.126 --> 00:03:38.749
πού τον κατηγόρησαν
οἱ τρείς πολεμάρχοι τῆς ᾿Αρετής.
00:03:39.512 --> 00:03:42.994
'Ο Σωκράτης, σαν άκουσε τὴν απόφαση τους,
έκανε: χμ.
00:03:43.574 --> 00:03:46.672
Κι άμα τόνε ρωτήξανε κατόπι
(σύµφωνα με το Νόμο),
00:03:46.672 --> 00:03:51.762
ποιὰν τιμωρία διαλέγει, θάνατο γιὰ εξορία,
κούνησε τὴ φαράκλα του δώθε κείθε
00:03:51.762 --> 00:03:53.426
και δεν απάντησε τίποτα.
00:03:53.984 --> 00:03:58.120
Τότες ο κλητήρας ζύγωσε και του το
ξαναφώναξε δυνατά µέσα στ᾽αφτιά του.
00:03:58.802 --> 00:04:04.322
Ο Σωκράτης, θέλοντας και μη, σηκώθηκε
πάλε βαριεστισµένα και τους είπε: «Δε λέω,
00:04:04.322 --> 00:04:08.849
κ'οἱ δυό σας τιμωρίες εἶναι και δίκαιες
και συφερτικές γιὰ μένα και γιὰ σας.
00:04:08.849 --> 00:04:11.478
Ὅμως ἐγώ θα προτιμούσα μιὰν τρίτη».
00:04:12.248 --> 00:04:15.396
«Ποιάνε; ποιάνε;» φώναξαν ούλοι χαρούμενα.
00:04:15.396 --> 00:04:18.460
«Είτε σας εβεργέτησα είτε σᾶς ζήμιωσα
00:04:18.460 --> 00:04:21.891
να με βάλετε τώρα, που γέρασα,
στο Τεμπελχανιὀ.
00:04:21.891 --> 00:04:25.928
Έτσι και σεις θ'ασφαλιστείτε από µένα
κ’ εγώ θα ξεκουραστώ από σάς.
00:04:26.396 --> 00:04:28.413
Και ν᾿ἀφήνετε κάθε πρωί στην πόρτα µου
00:04:28.413 --> 00:04:30.828
(χωρίς να με βλέπετε
και χωρίς νὰ σᾶς βλέπω)
00:04:30.828 --> 00:04:34.124
ζεστές κι αφράτες ἐκείνες
τις ὡραίες µελόπιτες,
00:04:34.124 --> 00:04:37.552
που δίνετε τόσους αἰώνες ἐβλαβικά
στο άγιο φίδι τού Ηρεχθείου,
00:04:37.552 --> 00:04:38.946
τον γιό τῆς Παρθένας.
00:04:39.524 --> 00:04:43.880
Γιατί θαρρώ, πως ἐγώ σας έκανα
και περισσότερο καλό και λιγότερο κακό
00:04:43.880 --> 00:04:46.713
παρὰ κάθε λογής θεϊκό ζωντόβολο».
00:04:49.116 --> 00:04:53.524
Οἱ δικαστάδες, ἀπελέκητοι χωριάτες, πού
με το παραµικρὸ βλαστημούσανε τὰ θεία,
00:04:53.524 --> 00:04:55.237
γελάσανε μ᾿όλη την καρδιά τους,
00:04:55.237 --> 00:04:57.776
σαν ακούσανε τ᾽αναπάντεχο τούτο χωρατό
του Σωκράτη.
00:04:57.776 --> 00:05:01.755
Και περιμέναμε να τους πει κι άλλα.
Και κείνος σε λίγο:
00:05:02.345 --> 00:05:05.041
«Κι ἀφού κάνω τη σωστότερη,
καθώς φαίνεται, κρίση,
00:05:05.043 --> 00:05:07.962
ἐγώ ταιριάζει να πάρω και τους μιστούς
ὁλωνώνε σας».
00:05:08.697 --> 00:05:12.931
Πωπώ! τί γένηκε τότες!
Οἱ δικαστάδες λυσσάξανε.
00:05:12.931 --> 00:05:16.176
Άλλοι σηκώσανε τα μπαστούνια,
ἄλλοι αρπάξανε πέτρα
00:05:16.176 --> 00:05:19.588
κι άλλοι χυμήξανε πάνου στα κάγκελα
μὲ τὰ δέκα νύχια μπροστά
00:05:19.588 --> 00:05:22.282
για να τον ξεσχίσουνε
κι όλοι φωνάζανε µαζί,
00:05:22.282 --> 00:05:23.952
ποὺ δεν ξεχώριζες λέξη.
00:05:24.401 --> 00:05:28.573
᾽Ακούς εκεί ναν τους ζητάει
τους τρεις οβολούς, τον τίµιο κόπο τους.
00:05:29.018 --> 00:05:32.370
Γι' ἀφτὸ λοιπόν αφήσανε τις δουλειές τους
νοικοκυρέοι ανθρώποι
00:05:32.370 --> 00:05:35.328
και χασοµερίσαν όλη µέρα
γιὰ νὰ διαφεντέψουνε την πατρίδα;
00:05:36.024 --> 00:05:39.500
Και δεν είτανε δα για τα λεφτά...
μα τους ζητούσε νὰ παρανομήσουν.
00:05:39.981 --> 00:05:41.972
Και να θέλανε, δεν είχανε µήτε ἀφτοὶ
00:05:41.972 --> 00:05:46.235
το δικαίωμα να χαρίσουνε το µιστό τους,
µήτε κ᾿η πολιτεία να τους τόνε στερήσει...
00:05:46.235 --> 00:05:52.010
Μωρέ τούτος είναι μπὶτ ξετσίπωτος
κι άθεος και προδότης! Καλά και θα ιδεί!
00:05:53.020 --> 00:05:56.777
Για τούτο, μια κι ο ίδιος ο Σωκράτης
δε διάλεγε τε είδος της τιμωρίας του,
00:05:56.777 --> 00:06:00.305
τόνε καταδικάσαν αφτοί,
με τη δεύτερη Ψηφοφορία τους
00:06:00.305 --> 00:06:03.227
(πάλε σύµφωνα με το Νόμο)
να πιει το φαρμάκι.
00:06:04.428 --> 00:06:08.253
Τότες ίσα ίσα λαμποκόπησε ὁλάκερος
απὸ κέφι και δύναμη.
00:06:08.413 --> 00:06:11.754
Απλὸς και σβέλτος, καθὼς τόνε ξέραν
οἱ περισσότεροι στα µεθύσια του,
00:06:11.754 --> 00:06:14.883
στους καβγάδες και στον πόλεμο,
στάθηκε στέρεα στο βήμα
00:06:14.883 --> 00:06:18.606
και µισοκλείνοντας τα πονηρά του μάτια
τους είπε σιγά σιγά τούτα,
00:06:18.606 --> 00:06:20.595
ποὺ μέλλει ν'ακουσετε παρακάτου.
00:06:23.195 --> 00:06:26.599
Οι τάχατες «απολογίες», που του γράψανε,
φίλοι και µαθητάδες,
00:06:26.739 --> 00:06:31.010
όλες είναι πλάσματα της φαντασίας τους,
µικρόλογες προσπάθειες ν᾿ ἀποδείξουνε,
00:06:31.010 --> 00:06:33.963
πως ο Σωκράτης είταν ἀθώος,
ο Νόμος είτανε δίκαιος
00:06:33.963 --> 00:06:38.020
κ' οι δικαστάδες ντόµπροι και τίµιοι
Αθηναίοι,που κάνανε... λάθος·
00:06:38.588 --> 00:06:43.462
και µονάχοι φταίχτες οἱ τρείς παλιανθρώποι
που τόνε κατατρέξανε το ζάβαλη.
00:06:43.502 --> 00:07:06.828
Το πώς γενήκανε τα πράματα
00:07:17.735 --> 00:07:30.526
Η αληθινή απολογία του Σωκράτη
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
00:07:31.146 --> 00:07:34.254
ΤΙ ΩΡΑ είναι;… Περασμένο μεσημέρι!…
00:07:35.516 --> 00:07:38.158
Έξι σωστές ωρούλες
και δεν άκουσα τίποτα!
00:07:38.627 --> 00:07:41.106
Τα χρόνια, βλέπετε, μου βαρύνανε την ακοή…
00:07:41.932 --> 00:07:43.716
Αν ο Δυσσέας είχε το κουσούρι μου,
00:07:43.716 --> 00:07:46.527
δε θα κόπιαζε να καλαφατίσει
τ’ αυτιά του με κερί
00:07:46.527 --> 00:07:48.551
και να δεθεί στο κατάρτι
για να μην ακούσει
00:07:48.551 --> 00:07:50.364
το ηδονικό τραγούδι του θανάτου.
00:07:51.205 --> 00:07:55.283
Αγκαλά (μια και το ’φερε η κουβέντα)
ο θάνατος αντιλάλησε βαθύτερα
00:07:55.283 --> 00:07:58.435
μέσα στην ψυχή του, κι ύστερα τον άκουγε
σ’ όλη του τη ζωή.
00:07:58.953 --> 00:08:03.614
Μα και να ’χα δέκ’ αυτιά κι όλα γερά,
πάλε δε θα μπορούσα ν’ ακούσω
00:08:04.109 --> 00:08:07.391
Τα ’χασα μπροστά στο μεγάλο
και φανταχτερό σας πλήθος.
00:08:07.784 --> 00:08:10.044
Μου φαινότανε πως ήμουνα στον άλλον κόσμο
00:08:10.044 --> 00:08:13.276
και με δικάζανε πεθαμένον
πεντακόσοι Πλούτωνες.
00:08:13.714 --> 00:08:15.909
Γι’ αυτό και χαμογελούσα ταπεινά.
00:08:16.397 --> 00:08:19.405
Ήταν από φόβο, σαστισμάρα και βλακεία!
00:08:19.774 --> 00:08:24.344
Α!… νιώθω να λαχταρίζει μέσα στην ψυχή μου
το πατριωτικό μου φιλότιμο.
00:08:24.735 --> 00:08:27.069
Έχω κι εγώ τις μεγάλες αυτές αρετές!
00:08:27.458 --> 00:08:29.981
Κι αληθινά, όπου ριζοβολήσει
τούτ’ η Τριάδα
00:08:30.321 --> 00:08:32.193
(βλακεία, σαστισμάρα και φόβος)
00:08:32.193 --> 00:08:35.676
εκεί κι ο Νόμος έχει δύναμη
κι ο λαός είν’ ευτυχισμένος.
00:08:36.269 --> 00:08:40.279
Λοιπόν, δεν άκουσα τίποτα,
γιατί ’χε σταματήσει το μυαλό μου.
00:08:40.471 --> 00:08:44.868
Άλλοτε συνήθιζε να ταξιδεύει πολύ μακριά,
σε μια χώρα ξωτική,
00:08:44.868 --> 00:08:47.736
που μήτε πουλί μήτε πλεούμενο
τηνε ζύγωσε ποτές,
00:08:47.736 --> 00:08:49.535
γιατί δεν υπάρχει πουθενά.
00:08:49.998 --> 00:08:53.501
Εκείθες ματαγύριζε πάντα
γιομάτο βουητά και θάμπη
00:08:53.501 --> 00:08:55.241
και πόνους αβάσταγους.
00:08:55.780 --> 00:08:58.847
Ήταν η χώρα των Ιδεών, ω άντρες Αθηναίοι!
00:08:59.220 --> 00:09:02.929
Κι όποιος μπει σ’ αυτήνε μια φορά
παθαίνει το δυστύχημα του Τειρεσία,
00:09:02.929 --> 00:09:07.025
που είδε την Παλλάδα κατάγυμνη.
Στραβώνεται για πάντα!
00:09:08.051 --> 00:09:11.602
Μα τώρα τελευταία το μυαλό μου
φέρνεται σαν τα μουλάρια
00:09:11.602 --> 00:09:14.265
που βρίσκονται ξαφνικά μπροστά
σ’ ολόρθο γκρεμόν
00:09:14.265 --> 00:09:16.337
ή πάνου σε σάπιο γεφύρι.
00:09:16.617 --> 00:09:19.515
Κωλώνει, καρφώνεται, πεισματώνει
00:09:19.515 --> 00:09:22.632
και δε θέλει να κάνει μισή πιθαμή
πέρ’ από τη μύτη μου.
00:09:22.919 --> 00:09:26.156
Και μ’ αναγκάζει να σκύβω
να κοιτάζω τη μύτη μου!
00:09:26.492 --> 00:09:31.539
Ολάκερος κόσμος! Απεραντοσύνη
της ασκήμιας, ήγουν της αλήθειας!
00:09:31.941 --> 00:09:36.737
Με πιάνει ζάλη και τα μελίγγια μου
χτυπάνε σα σφυριά. Παράξενο πράμα!
00:09:37.063 --> 00:09:41.423
Βλέπουμε θεούς, ιδέες, ονείρατα,
περασμένα, μελλούμενα,
00:09:41.544 --> 00:09:44.822
και δε βλέπουμε τη μύτη μας,
ω άντρες Αθηναίοι!
00:09:45.201 --> 00:09:47.979
Τώρα καταλαβαίνω πως αληθινά σοφός είναι
00:09:47.979 --> 00:09:51.238
εκείνος που καταφέρνει να τηνε ιδεί
και να την καταλάβει.
00:09:51.685 --> 00:09:54.709
Κι εγώ μήτε την είχα ποτές υποψιαστεί
πως υπάρχει,
00:09:54.976 --> 00:09:57.752
κι ας με πειράζαν όλοι
πως ήτανε πλατσουκωτή
00:09:57.752 --> 00:09:59.654
σαν της μαϊμούς και του τράγου.
00:10:00.099 --> 00:10:04.080
Δεν άκουσα το λοιπόν τίποτα,
γιατί όλες αυτές τις ώρες
00:10:04.080 --> 00:10:06.705
μελετούσα τη μύτη μου για να γίνω σοφός.
00:10:07.943 --> 00:10:11.536
Βέβαια τα παραλέω.
Δεν μπορεί να μην άκουσα τίποτα!
00:10:11.536 --> 00:10:15.759
Άρπαζε και μένα κάπου κάπου τ’ αυτί μου
καμιά βρισιά των κατηγόρων
00:10:15.759 --> 00:10:17.678
ή καμιά βλαστήμια δική σας.
00:10:18.008 --> 00:10:21.898
Και γελούσα μέσα μου με τις κοροϊδευτικές
απάντησες που μου ερχόντανε.
00:10:22.350 --> 00:10:24.680
Μα δεν μπορούσα ναν τις πω
κείνη τη στιγμή·
00:10:25.078 --> 00:10:28.096
ο νόμος απαγορεύει να διακόψεις το ρήτορα.
00:10:28.246 --> 00:10:31.815
Έτσι, κρατιόμουνα κι εγώ, για να σας τα πω
μια και καλή στο τέλος,
00:10:31.815 --> 00:10:35.590
καθώς σφίγγεται, κρατιέται κι αναβάλλει
κανείς τις χειμωνιάτικες νύχτες,
00:10:35.590 --> 00:10:39.546
σα βρέχει και φυσάει χιονιάς,
να βγει στην αυλή προς νερού του.
00:10:40.025 --> 00:10:44.151
Μα σαν ήρτε κι η σειρά μου να μιλήσω,
ξέχασα τί θα σας έλεγα
00:10:44.481 --> 00:10:46.319
και βαρέθηκα νάν τα θυμηθώ.
00:10:47.511 --> 00:10:51.324
Μα κείνο που άκουσα καλύτερα ήταν
η θανατική σας απόφαση.
00:10:51.700 --> 00:10:54.844
Την ήξερ’ από τα πριν,
γιατί ’χα πλέρια μπιστοσύνη
00:10:54.844 --> 00:10:56.432
στον ξεπεσμό του καιρού μας.
00:10:56.683 --> 00:11:00.320
Μα και να μην την ήξερα,
δε θα ’τανε δύσκολο να την καταλάβω.
00:11:00.533 --> 00:11:04.609
Τα νυσταγμένα μάτια σας και τα χασμουρητά
σας το μαρτυρούσανε καθαρά.
00:11:04.822 --> 00:11:07.672
Δεν ήτανε λοιπόν ανάγκη
να βάλετε κοτζάμ τελάλη
00:11:07.672 --> 00:11:09.698
να μου το γκαρίξει μέσα στ’ αυτιά μου.
00:11:09.888 --> 00:11:13.230
Μα και να μη νυστάζατε,
πάλε θα με θανατώνατε.
00:11:13.524 --> 00:11:15.042
Κοιτάξτε τους κατηγόρους!
00:11:15.271 --> 00:11:18.913
Ωραίοι, πλούσια ντυμένοι,
σπουδαία προσώπατα!
00:11:19.125 --> 00:11:24.145
Πατριώτες με πατέντα! Κοτσαμπασήδες,
ήλιοι της Δημοκρατίας!…
00:11:24.870 --> 00:11:28.063
Γιά κοιτάχτε κι εμένα! Σουλούπι μια φορά!
00:11:28.531 --> 00:11:32.366
Κουρελής, κακοσούσουμος,
γρουσούζης, ανιπρόκοπος,
00:11:32.366 --> 00:11:36.660
σωστός κοπρίτης
κι «ἀνδρῶν ἁπάντων σοφώτατος!».
00:11:37.153 --> 00:11:40.139
Πού να κρυφτώ!
Ν’ ανοίξ’ η γης να με καταπιεί!…
00:11:40.464 --> 00:11:42.110
Κι εγώ να ’μουνα στη θέση σας,
00:11:42.110 --> 00:11:44.645
θα ντρεπόμουν να μην καταδικάσω
τον εαυτό μου
00:11:44.645 --> 00:11:47.440
και σε θάνατο και σ’ ανελέητο στειλιάρι,
00:11:47.440 --> 00:11:50.646
και θα τα θεωρούσα και τα δυο
μεγάλη μου τιμή.
00:11:51.562 --> 00:11:55.790
Η ψυχή τους όμως ξεπερνάει πολύ
την όψη τους και το ντύσιμό τους
00:11:55.790 --> 00:11:57.334
σ’ ομορφιά και πλούτο!
00:11:57.840 --> 00:12:00.702
Γιατί καταδεχτήκανε να ζητήσουνε
το θάνατο μου;
00:12:00.974 --> 00:12:03.144
Για το καλό της πολιτείας!
00:12:03.499 --> 00:12:06.487
Αυτοί δεν κερδίζουνε τίποτα,
κι αν πεθάνω κι αν ζήσω.
00:12:06.685 --> 00:12:08.238
Μήτε τα χωράφια, που δεν έχω,
00:12:08.238 --> 00:12:10.650
θέλανε να μου τα τσεπώσουνε φτηνά
στη δημοπρασία·
00:12:10.650 --> 00:12:14.851
μήτε να μ’ αναγκάσουνε νάν τούς δώσω λεφτά
για να πάρουνε πίσω τη μήνυση
00:12:14.851 --> 00:12:19.610
(πού να τα βρω;)· μήτε βέβαια βιάζονται
να χηρέψ’ η γριά Ξανθίππη,
00:12:19.610 --> 00:12:23.265
για να μου τηνε παντρευτεί κάποιος
από τους τρεις (χαρά στο πράμα!).
00:12:24.053 --> 00:12:27.344
Θέλαν, ω άντρες Αθηναίοι,
με το δικό μου πέσιμο
00:12:27.344 --> 00:12:30.839
να στηρίξουνε μέσα στην ψυχή σας
την Αρετή, που τρεκλίζει.
00:12:31.165 --> 00:12:34.622
Του λαού μπροστάρηδες,
αν δεν ήτανε τίμιοι και καθαροί,
00:12:34.622 --> 00:12:37.559
θα ’ταν αυτοί κατηγορουμένοι
κι εγώ κατήγορος.
00:12:38.264 --> 00:12:41.945
Ποιός δε θαμπώνεται μπροστά
στο μεγαλοδύναμο ταμπάκη τον Άνυτο;
00:12:42.198 --> 00:12:44.039
Ο γενναίος στρατηγός!
00:12:44.518 --> 00:12:47.794
Τονε στείλατε με τριάντα καράβια
να σώσει το Νιόκαστρο
00:12:47.794 --> 00:12:52.054
κι αυτός κρύφτηκε δώθες από τον κάβο Μαλιά
(ενάντιος άνεμος),
00:12:52.054 --> 00:12:55.270
ώσπου να πέσει το κάστρο
και να γλιτώσει το πετσί του.
00:12:55.615 --> 00:12:59.385
Το ζαναέτι, βλέπεις, τον κάνει να
λογαριάζει πιότερο τα πετσιά
00:12:59.385 --> 00:13:01.498
κι απ’ τον «ὑπέρ πατρίδος» θάνατο.
00:13:01.498 --> 00:13:06.132
Κι όταν ύστερα δικάστηκε για προδότης,
έδειξε πόσο στρατηγικός ήτανε!
00:13:06.334 --> 00:13:09.106
Αυτός, που φοβάται τη ζωή του
για τα χρήματα,
00:13:09.106 --> 00:13:11.435
δε φοβήθηκε τα χρήματα για τη ζωή του.
00:13:11.868 --> 00:13:15.956
Έτσι, οι τοτεσινοί δικαστάδες
τον αθωώσανε καταπώς ταίριαζε
00:13:15.956 --> 00:13:18.576
και σ’ αυτόνε
και στα συνήθεια της δημοκρατίας
00:13:18.576 --> 00:13:21.687
και στον ενάντιον άνεμο,
που του στάθηκε τόσο βολικός.
00:13:22.711 --> 00:13:27.757
Δεν του συχωρνάω μονάχα που πλήρωσε μιαν
ολάκερη μνα στον Πολυκράτη το δικολάβο
00:13:27.757 --> 00:13:31.252
ναν του γράψει την κατηγορία,
που σας απάγγειλε σα θεατρίνος.
00:13:31.569 --> 00:13:35.477
Και δεν ερχότανε σε μένα ο χριστιανός
ναν του σκαρώσω μιαν καλύτερη
00:13:35.477 --> 00:13:38.511
(τουλάχιστο ξυπνότερη)
και με τα μισά λεφτά;
00:13:39.005 --> 00:13:41.513
Αφού με τα δυο λόγια που σας είπα
για υπεράσπισή μου
00:13:41.513 --> 00:13:44.606
κατάφερα να σας λυσσάξω
και να με καταδικάσετε σε θάνατο,
00:13:44.606 --> 00:13:48.618
θαν τα κατάφερνα πολύ περισσότερο
κατηγορώντας ο ίδιος τον εαυτό μου,
00:13:48.618 --> 00:13:50.179
όπως θαν το κάνω τώρα.
00:13:50.780 --> 00:13:54.064
Κι αυτά τα λεφτά μου χρειαζόντανε
για ν’ αγοράσω το φαρμάκι,
00:13:54.064 --> 00:13:55.515
την καλύτερη μάρκα,
00:13:55.515 --> 00:13:58.100
και να φτιάξω και το κιβούρι μου
από καρυδόξυλο,
00:13:58.100 --> 00:14:02.427
έτσι να σκάσ’ η κυρά Σωκράταινα,
που δε μ’ είχε ποτέ της σε υπόληψη!
00:14:03.968 --> 00:14:05.815
Αμ’ ό Λύκων ο ρήτορας;
00:14:05.968 --> 00:14:09.436
Είδατε ποτέ σας ρήτορα
που να ’ναι μονάχα «δημοπίθηκος»;
00:14:09.700 --> 00:14:11.589
Γι’ αυτό και σεις τονε κάνατε στρατηγό
00:14:11.589 --> 00:14:14.059
και του μπιστεφτήκατε
να φυλάξει τον Έπαχτο.
00:14:14.687 --> 00:14:17.320
Μα τούτος, ξέροντας
τί θα πει πατριωτισμός,
00:14:17.320 --> 00:14:20.154
πούλησε το κάστρο στους οχτρούς
«ἀντί ἀργυρίου».
00:14:20.559 --> 00:14:22.099
Κι ύστερα πιστέψατε κι αυτόνε,
00:14:22.099 --> 00:14:24.839
πως δεν μπόρεσε να κάνει τίποτες
ενάντια στη Μοίρα,
00:14:24.839 --> 00:14:27.785
που κι οι θεοί τής υποτάζονται,
αντίς να πει:
00:14:27.785 --> 00:14:30.760
ενάντια στο χρήμα,
που κυβερνάει και τη Μοίρα!
00:14:31.436 --> 00:14:35.940
Κι αυτός ο δοξασμένος σωτήρας
κάνει νόμους που διαφεντεύουνε τη ζωή,
00:14:35.940 --> 00:14:39.244
την τιμή και την περιουσία του λαού,
δηλαδή τη δικιά του
00:14:39.484 --> 00:14:44.371
και που σκοτώνουνε τους προδότες, δηλαδή
τους ανάξιους να πουλάνε την πατρίδα!
00:14:45.648 --> 00:14:49.729
Κι αν ετούτ’ οι δυο καυκιούνται πως είναι
με το δίκιο τους «εραστές της πόλης»,
00:14:49.892 --> 00:14:52.347
είναι κι ο τρίτος «ερωμένος της πόλης»:
00:14:52.456 --> 00:14:57.748
«Μέλητος Μελήτου Πιτθιεύς Σωκράτει
Σωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν…
00:14:58.046 --> 00:14:59.696
Τίμημα θάνατος!».
00:15:00.210 --> 00:15:05.520
Ο μυρωδάτος Μέλητος, άγνωστος ποιητής
και διάσημος «τέτοιος».
00:15:05.979 --> 00:15:07.850
Όμως αληθινό παλικάρι.
00:15:07.850 --> 00:15:11.756
Δέχτηκε για λίγα κατοστάρικα
να υπογράψει αυτός την κατηγορία
00:15:11.756 --> 00:15:15.826
και ν’ αντικρύσει μοναχός του τον κίντυνο
σαν τύχαινε και μ’ αθωώνατε,
00:15:15.826 --> 00:15:20.185
να καταδικαστεί σε «ατιμία»
— σα να ’χε τίποτα να χάσει το παιδί.
00:15:21.066 --> 00:15:24.169
Μπροστά σ’ αυτούς, εγώ δεν έκανα
τίποτα για την πατρίδα.
00:15:24.469 --> 00:15:27.654
Μήτε το Νιόκαστρο πρόδωσα,
μήτε τον Έπαχτο πούλησα,
00:15:27.654 --> 00:15:32.252
μήτε στα ρέματα του Κηφισού παραδόθηκα
στα μυστήρια της αρσενικής Αφροδίτης!
00:15:32.252 --> 00:15:35.440
Κι όσες φορές μου φορτώσατε με το ζόρι
κανέν’ αξίωμα,
00:15:35.440 --> 00:15:38.112
πάγαινα κόντρα με τις συνήθειες
των άλλων αρχόντων
00:15:38.112 --> 00:15:39.721
και με τα γούστα του λαού,
00:15:39.721 --> 00:15:42.921
πες γιατί ’μουνα στραβόξυλο,
πες γιατί ’μουν άνθρωπος ίσιος.
00:15:43.915 --> 00:15:46.514
Και πριν να δοξαστείτε σεις
θανατώνοντάς με,
00:15:46.514 --> 00:15:49.937
παρά τρίχα να πάθαινα τρεις άλλες φορές
το ίδιο αστείο,
00:15:50.233 --> 00:15:54.334
δυο στα καλά χρόνια της δημοκρατίας
και μια με τους τριάντα τυράννους.
00:15:54.775 --> 00:15:58.298
Μα κι αν δεν ήτανε τόσο μεγάλα
τα μπόγια των κατηγόρων
00:15:58.298 --> 00:15:59.837
και τόσο μικρούλι το δικό μου,
00:15:59.837 --> 00:16:03.539
θα ’φτανε η δική σας σοφία κι αλαθοσύνη
για νά καταδικαστώ.
00:16:03.942 --> 00:16:08.876
Είσαστε διαλεμένοι με το κουκί
— άσπρο, μαύρο! Ένας κι ένας.
00:16:08.876 --> 00:16:10.077
«Διὸς κριταί!».
00:16:10.476 --> 00:16:12.280
Μοναχά ψυχή και μυαλό.
00:16:12.280 --> 00:16:15.136
Χωρίς φαντασία και χωρίς
μάταια ψιλολογήματα.
00:16:15.136 --> 00:16:16.706
Μια κι όξω!
00:16:16.706 --> 00:16:21.295
Γι’ αυτό και βγάζετε τη θανατικήν απόφαση
με την ίδια ευκολία που βγάζετε
00:16:21.295 --> 00:16:24.458
τη μύξα σας με τα δάχτυλα
και την κολλάτε κει που κάθεστε.
00:16:25.837 --> 00:16:27.871
Νά τος ο Πανάρετος από την Πλάκα,
00:16:27.871 --> 00:16:30.780
πρόεδρος του συλλόγου
για την προστασία της Ηθικής,
00:16:30.780 --> 00:16:33.876
που δεν αφήνει δυο σκυλιά
ν’ ανταμώσουνε στο δρόμο,
00:16:33.876 --> 00:16:36.856
μα παραδίνει κρυφά τη γυναίκα του
στους αγαπητικούς του
00:16:36.856 --> 00:16:38.438
— κι αυτός βλέπει!
00:16:38.951 --> 00:16:43.317
Νά κι ο Χοιρέας από τη Λεψίνα,
καταστρόγγυλος μπροστά και πίσου,
00:16:43.317 --> 00:16:47.051
κι ολάσπρος μέσα κι όξω,
που ξηγάει τα μυστήρια της θεάς,
00:16:47.051 --> 00:16:52.127
μα δεν ξηγάει και το πώς γενήκανε φαμελικά
του τα χωράφια και τα λιοστάσια της.
00:16:52.691 --> 00:16:56.087
Νά κι οι τρανοί σταρέμποροι
και καραβοκυραίοι του Περαία,
00:16:56.087 --> 00:16:59.902
τα καλαδέρφια οι Σαρανταδάχτυλοι
(όνομα και πράγμα!),
00:16:59.902 --> 00:17:03.091
που τα καταφέρνουνε και γίνονται
κάθε χρόνο «σιτοφύλακες»
00:17:03.091 --> 00:17:05.681
για να κανονίζουν αυτοί την τιμή
των γεννημάτων,
00:17:05.681 --> 00:17:09.646
των αλευριών και του ψωμιού
και να κοντρολάρουνε τα ζύγια των αλλωνών,
00:17:09.646 --> 00:17:11.342
μπας κι είναι ξύκικα!
00:17:11.932 --> 00:17:15.052
Νά κι ο τοκογλύφος ο Ξηνταβελόνης
από την Κηφισιά,
00:17:15.052 --> 00:17:18.676
που ρήμαξε τη φτωχολογιά, μα χτίζει
βωμούς στον Έλεο και,
00:17:18.676 --> 00:17:22.736
τρώγοντας όλο κριθαρόψωμο
και σάπιες ελιές, βγάνει βουζούνους
00:17:22.736 --> 00:17:26.979
και ξύνεται κει που του ταίριαζε
να βγάλει κέρατα και να φοράει τη ζέβγλα.
00:17:27.546 --> 00:17:31.680
Νά κι ο Παρθενίας από τον Κολωνό,
μυγιάγγιχτος καλλωπιστής,
00:17:31.680 --> 00:17:33.033
λουσμένος στ’ αρώματα
00:17:33.033 --> 00:17:36.540
μα ταχτικός αγοραστής κάθε χρόνο
του πορνικού φόρου,
00:17:36.540 --> 00:17:39.658
που του τονε πλερώνουνε
κι ο αδερφός του κι η τσάτσα του.
00:17:39.738 --> 00:17:42.213
Νά κι ο μέγας ορφανοφάγος Πονόψυχος,
00:17:42.213 --> 00:17:44.505
που πέταξε στο δρόμο
τα παιδιά τ’ αδερφού του
00:17:44.505 --> 00:17:47.110
κι ύστερα κλαίγεται πως αυτά
τονε φτωχύνανε.
00:17:47.588 --> 00:17:51.858
Νά κι ο Θρασέας, ο μπράβος του Κλέωνα,
που έκανε καρτέρι μ’ άλλους δεκαπέντε
00:17:51.858 --> 00:17:55.514
για να δείρουν ή να σκοτώσουν ένανε,
και τώρα, που αλλάξανε τα πράματα,
00:17:55.514 --> 00:17:58.930
τον έπιασε τρεμούλα και λέει πως μετάνιωσε
και θα καλογερέψει,
00:17:58.930 --> 00:18:00.333
για να σώσει την ψυχή του !
00:18:00.714 --> 00:18:03.654
Νά κι ο φημισμένος ψευτομάρτυρας Αληθίων,
00:18:03.654 --> 00:18:06.114
που για να προφταίνει
στις πολλές δουλειές του,
00:18:06.114 --> 00:18:11.041
άνοιξε γραφείο στη γειτονιά
των δικαστηρίων με δέκα βοηθούς… Νά κι ο…
00:18:12.221 --> 00:18:17.667
Μεγάλος σαματάς έγινε εκείνην την ώρα,
με φοβέρες και φωνές: “Κάτου! Κάτου!”
00:18:18.885 --> 00:18:21.922
Τί «κάτου» και «ξεκάτου»!
Μη βραχνιάζετε τζάμπα!..
00:18:21.922 --> 00:18:25.037
Έχετε καιρό να θυμώσετε,
γιατί θα σας ψάλω χειρότερα.
00:18:25.484 --> 00:18:28.102
Φοβηθήκατε μην ξεσκεπάσω
καθενού σας χωριστά
00:18:28.102 --> 00:18:29.823
τις μπομπές και τα μασκαραλίκια.
00:18:30.097 --> 00:18:33.209
Συχάστε… Δε βλέπω παραπέρ’
από τις δυο πρώτες σειρές.
00:18:33.507 --> 00:18:35.991
Ύστερα, πού να σας ξέρω κι ολουνούς
με τ’ όνομα…
00:18:36.416 --> 00:18:41.092
Αν βαραίνουνε την ψυχή καθενού σας
από δέκα μονάχα (βάλε τρεις!) ατιμίες,
00:18:41.255 --> 00:18:42.939
η σούμα τους θα ’τανε χιλιάδες!
00:18:43.190 --> 00:18:45.392
Ποιός θα μπορούσε νάν τις πει μια μια;
00:18:45.822 --> 00:18:50.368
Εμένα μου κολλήσανε τρεις όλο όλο
και χρειαστήκαν έξι ολάκερες ώρες
00:18:50.368 --> 00:18:52.822
για να σας τις ιστορήσουνε
και ναν τις πιστέψετε!..·
00:18:53.316 --> 00:18:57.028
Και το κάτου της γραφής,
τί χολοσκάνετε με το ξεσκέπασμά σας;
00:18:57.255 --> 00:19:01.170
Είσαστε σεις ο Νόμος, —
ο Νόμος χτες και σήμερα κι αύριο…
00:19:01.460 --> 00:19:03.154
Ένας σας να ’τανε καθαρός,
00:19:03.154 --> 00:19:06.341
ο Νόμος θα γκρεμιζότανε χάμου
θρύψαλα και κουρνιαχτός.
00:19:08.673 --> 00:19:11.876
Μη μου πείτε: «Νά τος!
Τόσα χρόνια γλωσσοκοπανούσε
00:19:11.876 --> 00:19:14.559
πως το πνέμα κυβερνάει την ύλη
κι η ψυχή το σώμα·
00:19:14.559 --> 00:19:17.957
πως δε λογάριαζε τη γνώμη του μπουλουκιού
μα μονάχα των φιλοσόφων
00:19:17.957 --> 00:19:20.817
(δηλαδή τη δική του·
όλ’ οι ρέστοι σοφιστάδες!).
00:19:21.224 --> 00:19:24.839
Και τώρα, μόλις τα βρήκε σκούρα,
τα ξέχασε όλα και παραφέρνεται,
00:19:24.839 --> 00:19:26.264
παρακαλεί και βρίζει».
00:19:26.971 --> 00:19:29.457
Μα δε βρίζω και δεν παινώ τίποτα!
00:19:29.708 --> 00:19:34.442
Μήτε λυπάμαι που πεθαίνω των αδίκων άδικα,
μήτε θα ντρεπόμουν αν πέθαινα δίκια.
00:19:34.913 --> 00:19:37.917
Δε με νοιάζει που ξεμπερδεύω σήμερα
με την μπαμπεσιά των νόμων,
00:19:37.917 --> 00:19:40.145
όπως δε θα μ’ ένοιαζε
να σας άδειαζα τη γωνιά
00:19:40.145 --> 00:19:43.189
μετά λίγους μήνες ή χρόνια
με το θέλημα της Φύσης.
00:19:43.674 --> 00:19:45.305
Σας χρωστάω και χάρη…
00:19:45.631 --> 00:19:49.986
Φεύγοντας με παράτα και σάλπιγγες από
το να Τίποτα για τ’ άλλο το πιο Τίποτα,
00:19:49.986 --> 00:19:53.047
κάνω γούστο να κοροϊδεύω
και σας και τον εαυτό μου.
00:19:53.457 --> 00:19:56.612
Τί τα θέλετε! Κρίνω θα πει κοροϊδεύω.
00:19:57.697 --> 00:20:00.467
Και σα συλλογιέμαι πως
σκυλιάζετε μ’ αυτά που σας λέω,
00:20:00.467 --> 00:20:03.702
μα δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα
μήτε και να φύγετε αποδώ,
00:20:03.702 --> 00:20:08.070
γιατί θα χάσετε τους τρεις οβολούς,
χοροπηδάω από κέφι και χαιρεκάκια.
00:20:08.881 --> 00:20:12.341
Σας αγαπάω και μου ’ρχεται
να σας αγκαλιάσω και να σας φιλήσω,
00:20:12.341 --> 00:20:14.671
όπως κάνουν οι μεθυσμένοι κλαουρίζοντας…
00:20:15.226 --> 00:20:19.774
Εσείς θα τρομάζατε πιο πολύ μοναχά να
φανταζόσαστε τον εαυτό σας στη θέση μου.
00:20:20.090 --> 00:20:24.732
Γιά πείτε πως σας δέσανε πρώτα κι ύστερα
σας ποτίσανε με το ζόρι το φαρμακοζούμι!
00:20:24.970 --> 00:20:28.639
Νά! Κι άρχισαν οι πόνοι κι οι σπασμοί,
το γυάλωμα των ματιών
00:20:28.639 --> 00:20:30.239
και τ’ άφρισμα του στομάτου·
00:20:30.239 --> 00:20:33.733
το κρουστάλλιασμα των ποδιών
ανεβαίνει γλιστρώντας λίγο λίγο
00:20:33.733 --> 00:20:37.204
και μπήγει τα νύχια του πρώτα
στο στομάχι κι ύστερα στην καρδιά…
00:20:37.671 --> 00:20:39.068
Κι αυτό ήταν όλο!…
00:20:40.785 --> 00:20:43.912
Μην πασπατεύετε τις κοιλιές σας
ω άντρες Αθηναίοι.
00:20:44.265 --> 00:20:46.075
Καίνε σαν τις πλάκες του φούρνου.
00:20:46.395 --> 00:20:48.471
Εκεί μέσα, κανένα φαρμάκι δε δουλεύει,
00:20:48.471 --> 00:20:52.184
μα χορεύουν (ή σε λίγο θα χορέψουν)
όλα τα καλά του Θεού:
00:20:52.607 --> 00:20:57.201
τράγιο συκώτι ψημένο στη θράκα,
παλαμίδα σαλαμούρα της Μαυροθάλασσας,
00:20:57.201 --> 00:21:00.008
χοιρινά λουκάνικα με μπόλικο πιπέρι
και σκόρδο,
00:21:00.008 --> 00:21:05.051
καρύδια, σταφίδα, κρασί (πολύ κρασί!)
κι άνεμος μουσικός!
00:21:05.754 --> 00:21:07.629
Είσαστε αθάνατοι!
00:21:07.879 --> 00:21:10.208
Και θα ’σαστε να πούμε αθανατότεροι,
00:21:10.208 --> 00:21:12.864
αν η Μοίρα σάς γεννούσε
με μιαν αλογήσιαν ούρα
00:21:12.864 --> 00:21:16.133
που να σαλεύει μοναχή της
ζερβά δεξιά σα βεντάγια
00:21:16.133 --> 00:21:19.427
και να διώχνει τις μύγες που σας τσιμπάνε
την ώρα που κοιμάστε
00:21:19.427 --> 00:21:23.237
και την ώρα που δικάζετε,
— σα δικάζετε κοιμάμενοι!…
00:21:35.937 --> 00:21:45.560
Η αληθινή απολογία του Σωκράτη
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
00:21:45.974 --> 00:21:49.396
Σαν είδα τον εαφτό μου καργαρισμένον
απάνου στο σανιδοκρέβατο
00:21:49.396 --> 00:21:52.100
με την κωμικήν επισημότητα
πόχουν τα λείψανα,
00:21:52.420 --> 00:21:56.047
και γύρα μου θλιμένες Μαγδαληνές
τον πατριωτισμό των κατηγόρων,
00:21:56.047 --> 00:21:59.057
τη δική σας αγαθοσύνη
και την παρθενιά των νόμων,
00:21:59.242 --> 00:22:00.754
γέλασα με την καρδιά μου.
00:22:01.090 --> 00:22:04.562
Γιατί, καθώς το ξέρετε, οι ψείρες
φέβγουν από τους πεθαμένους
00:22:04.562 --> 00:22:05.973
και πάνε στους ζωντανούς.
00:22:06.434 --> 00:22:10.356
Και σαν κοίταξα και σας και τους ζωντανούς
από πάνω ως κάτου να βρομάτε
00:22:10.356 --> 00:22:12.119
σαν ψοφίμια δέκα μερών
00:22:12.391 --> 00:22:17.125
(άλλος να χει θέρμες, άλλος σπάσιμο και
άλλος μαγιασίλι..., ψώρα..., χτικιό...)
00:22:17.425 --> 00:22:20.842
κι ωστόσο να χετε την όρεξη
να βγάλετε το μάτι του πλαγινού σας,
00:22:20.842 --> 00:22:22.723
πήγε ο νους μου στα ζώα :
00:22:23.331 --> 00:22:26.840
όσα τρώνε τ' άλλα νομίζουνε
τον εαφτό τους αθάνατο˙
00:22:27.108 --> 00:22:29.428
κι όσα τρώγονται δεν μπορεί
να μην ελπίζουνε,
00:22:29.428 --> 00:22:32.291
πως θ' αναστηθούνε μια μέρα
σε καλύτερη ζωή.
00:22:33.758 --> 00:22:36.592
Κι ύστερα σκέφτηκα : αντίς, μωρέ Σωκράτη,
00:22:36.592 --> 00:22:40.148
να στέκεσαι πάνω στο βήμα
"και όμμασι και σχήμασι φαιδρός"
00:22:40.148 --> 00:22:44.323
ναν τους κοροϊδέβεις, αν είχανε μπροστά
τους ξαπλωμένο το κουφάρι σου,
00:22:44.323 --> 00:22:48.656
για ναν το δικάσουν, όπως δικάζουν
οι εφέτες στο "επί Πρυτανείω" δικαστήριο
00:22:48.656 --> 00:22:53.348
τ' άψυχα πράματα : τα τούβλα, τις
πεπονόφλουδες, τα χασάπικα τσιγκέλια...,
00:22:53.348 --> 00:22:54.911
ξέρεις τι θα γινότανε ;
00:22:55.423 --> 00:22:59.719
Θα μαζεβόντανε γύρα σου, θα σκύβανε
να σε κοιτάξουνε κάμποσην ώρα,
00:22:59.719 --> 00:23:03.068
θα κουνούσανε λυπητερά
το κεφάλι τους κι ύστερα θα λέγανε:
00:23:03.467 --> 00:23:07.540
"Καλός είταν ο κακομοίρης!...
Για ιδές πώς ομόρφηνε πεθαμένος!
00:23:07.898 --> 00:23:11.700
Κλείσανε τ' αλεπουδίσια μάτια του,
λιγοστέψανε τα πρησμένα χείλια του,
00:23:11.700 --> 00:23:14.675
στένεψε και μάκρυνε
η πλατσουκωτή του μύτη...
00:23:14.992 --> 00:23:16.389
Έγινε μια χαρά!...
00:23:17.030 --> 00:23:18.469
Θυμόσαστε τι γούστο που είχε,
00:23:18.469 --> 00:23:21.632
σαν αλουποτίναζε τους σοφιστάδες
και τους κάλπηδες!...
00:23:21.882 --> 00:23:23.721
Έκανε μεγάλο καλό στην πολιτεία.
00:23:23.975 --> 00:23:27.094
Γι' αυτό δεν είδε χαΐρι...
Έζησε και πέθανε στην ψάθα...
00:23:27.871 --> 00:23:29.671
Και ναν τα λέμε συναμεταξύ μας,
00:23:29.671 --> 00:23:33.505
όποιος ζημιώνεται με τα λόγια και
τις πράξεις του μπορεί να ναι κουτός,
00:23:33.505 --> 00:23:34.838
μα κατεργάρης δεν είναι˙
00:23:35.055 --> 00:23:38.017
κι όποιος κερδίζει με τις πράξεις του
και με τα λόγια του
00:23:38.017 --> 00:23:40.506
αφτουνού βρωμάνε κ' οι φούχτες
κ' η ψυχή του...
00:23:41.008 --> 00:23:45.121
Ξέρεις τι λέω; Ναν του κάνουμε
την κηδεία του "δημοσία δαπάνη".
00:23:45.121 --> 00:23:47.537
Χρειάζονται παραδείγματα
για τα παιδιά μας".
00:23:48.943 --> 00:23:52.149
Μα τώρα, που δεν είμουνα τυχερός
να χω πεθάνει μοναχός μου,
00:23:52.149 --> 00:23:55.068
με σκοτώνετε σεις... πάλε για παράδειγμα.
00:23:55.390 --> 00:23:56.943
Σας χρειαζόταν ένα θύμα...
00:23:56.943 --> 00:24:00.083
όχι για να μάθουνε τα παιδιά σας
ν' αγαπάνε την αρετή,
00:24:00.284 --> 00:24:02.564
μα για να φοβούνται την δημοκρατία!
00:24:02.995 --> 00:24:05.326
Σας χρειαζόταν ένα θύμα πολύ μεγάλο,
00:24:05.605 --> 00:24:08.484
για να πλερώσει τα κακουργήματα
της χτεσινής τυραννίας
00:24:08.484 --> 00:24:11.052
και να φράξει το δρόμο
του ξαναγυρισμού της.
00:24:11.297 --> 00:24:13.758
Αφού το σκάσαν οι φταίχτες, πιάσατ' εμένα,
00:24:13.758 --> 00:24:16.768
το δάσκαλο του Κριτία
και του Θηραμένη του κόθορνου,
00:24:16.768 --> 00:24:21.242
τον αρνητή της οχλοκρατίας, την Αλογόμυγα,
που σας έμπαινε στα ρουθούνια...
00:24:21.948 --> 00:24:23.942
Το κορμί μου (κόκαλα και σάρκες)
00:24:23.942 --> 00:24:26.523
δε βαραίνει βέβαια
μέσα στην παλάντζα της Νέμεσης,
00:24:26.523 --> 00:24:29.930
όσο τα χίλια πεντακόσια κορμιά
των σκοτωμένων από τους τυράννους˙
00:24:30.191 --> 00:24:33.371
όμως βαραίνει τ' όνομά μου κ' η ψυχή μου!
00:24:33.756 --> 00:24:38.265
Κι όλοι σας ίσαμ' εκατό γενιές να μπαίνατε
στο να τάσι της παλάντζας,
00:24:38.265 --> 00:24:40.561
πάλε εγώ θα βάραινα περισσότερο...
00:24:41.619 --> 00:24:45.146
Θα βρεθούν ύστερ' από πολλά χρόνια
και φίλοι κι αρνητάδες μου,
00:24:45.146 --> 00:24:48.376
και ντόπιοι και ξένοι,
και συγκαιρινοί και μελλούμενοι,
00:24:48.376 --> 00:24:51.008
που θα κάνουνε ντόρο μεγάλο
γύρα στο θάνατό μου.
00:24:51.386 --> 00:24:55.472
Θα με πούνε "των Ελλήνων το άριστον",
"αηδόνα Μουσών",
00:24:55.472 --> 00:25:00.376
"τον δικαιότατον", "τον φρονιμώτατον",
"κορώνα της Ελλάδος".
00:25:00.827 --> 00:25:04.580
Τα παιδιά σας θα μου χτίσουν εκκλησιά,
το "Σωκρατείον",
00:25:04.580 --> 00:25:07.814
και θα μου κάνουνε θυσίες
κάθε χρόνο, την άνοιξη...
00:25:08.113 --> 00:25:09.824
Θα με προσκυνάνε για θεό
00:25:10.200 --> 00:25:13.815
(σε μένα δεν επιτρέψατε νάχω
μήτε μιας πεντάρας δαιμόνιο....
00:25:14.315 --> 00:25:15.642
και για ποιό λόγο;)
00:25:15.967 --> 00:25:18.771
Οι πρώτοι για να κολλήσουνε τ' όνομά τους
δίπλα στο δικό μου
00:25:18.771 --> 00:25:20.156
και ν' ακούγονται μαζί μου˙
00:25:20.370 --> 00:25:23.683
κ' οι δέφτεροι για να δείξουνε,
πως αν εζούσα στα χρόνια τους,
00:25:23.683 --> 00:25:26.065
θα με καταλαβαίνανε και θα με τιμούσαν!...
00:25:26.591 --> 00:25:27.884
Μπόσικα πράματα.
00:25:27.884 --> 00:25:32.129
Και κείνοι και τούτοι θα παραφουσκώνουνε
την αξία μου και θ' αδικούν εσάς˙
00:25:32.471 --> 00:25:35.008
θα λένε ψέματα και θα πιστέβουνε ψέματα...
00:25:35.396 --> 00:25:37.995
Εσείς κι ο Νόμος κάνατε το χρέος σας.
00:25:38.264 --> 00:25:41.455
Μονάχα που δε με τιμωρήσατε
γιατί παρέβηκα το Νόμο,
00:25:41.455 --> 00:25:45.267
μα γιατί στάθηκ' ανίκανος να πατήσω
απάνου του και να περάσω!...
00:25:45.863 --> 00:25:52.056
"Αδικεί Σωκράτης ασθενής ων,
άτε πένης... Τίμημα θάνατος!!"
00:25:52.658 --> 00:25:54.902
Αφτό θα πρεπε να λέγ' η μήνυση.
00:25:56.099 --> 00:26:01.063
Αν με δικάζατ' ένας ένας χωριστά,
ω άντρες Αθηναίοι, θα μ' αθωώνατε˙
00:26:01.630 --> 00:26:03.346
τόσοι πολλοί δεν μπορείτε...
00:26:03.619 --> 00:26:07.123
Όσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους
και κάνουνε πλήθος,
00:26:07.123 --> 00:26:10.322
τόσο λιγότερ' η κρίση τους
και πιότερ' η κάκητα.
00:26:10.615 --> 00:26:13.315
Κι αν είσαστε κολλημένοι
πεντακόσιοι διαλεχτοί σοφοί
00:26:13.315 --> 00:26:17.524
(Σωκράτηδες να πούμε, δε θα κάνετε
μισό Μπερτόλδο˙
00:26:17.524 --> 00:26:20.493
όχι τώρα, που σαστε
πεντακόσιοι Μπερτόλδοι!...
00:26:20.831 --> 00:26:23.032
Πλήθος, Δημόσια Γνώμη,
00:26:23.032 --> 00:26:27.029
- τεράστιο Κοπρόσκυλο δεμένο,
στο παλούκι μέσα στον ήλιο.
00:26:27.706 --> 00:26:32.258
Όλο τον καιρό κοιμάται, ξύνει την ψώρα του
και χυμάει λυσσασμένα,
00:26:32.258 --> 00:26:35.587
μόλις θελήσει κανείς ναν το βγάλει
απ' τα συνήθεια του,
00:26:35.587 --> 00:26:37.382
να του λύσει την αλυσίδα.
00:26:37.822 --> 00:26:41.284
Έτσι κι εσείς, μόλις σας μηνύσανε
πως χαλάω τη Θρησκεία,
00:26:41.284 --> 00:26:45.547
τα παιδιά και τη Λογική, πεταχτήκανε
πάνου στις χιλιάδες τα ποδάρια σας
00:26:45.547 --> 00:26:48.958
κι αρχίσατε να χτυπάτε τις Συμπληγάδες
τα σαγόνια σας,
00:26:48.958 --> 00:26:50.858
για να με λιώσετε κει μέσα...
00:26:51.839 --> 00:26:56.392
Αν έτρωγα φλόγες και κατάπινα σπαθιά,
σαν τους σαλτιμπάγκους των πανηγυριών,
00:26:56.705 --> 00:26:59.220
δε θα παραξενεβόσαστε,
γιατί θα πιστέβατε,
00:26:59.220 --> 00:27:02.224
πως αληθινά καταπίνω τα σπαθιά
και τρώω τις φλόγες.
00:27:02.595 --> 00:27:06.717
Κι αν είμουνα κομπογιαννίτης να σας
μπουκώνω κάτουρα και μαγαρισιές,
00:27:06.717 --> 00:27:09.377
θα πιστέβατε, πως σ' εμένα
χρωστάτε τη ζωή σας.
00:27:09.731 --> 00:27:12.008
Θα καταλαβαίνατε και θα με πλερώνατε.
00:27:12.358 --> 00:27:16.761
Μα τώρα μ' ακούγατε να λέω συχνά
χαμογελώντας, πως δεν "ξέρω τίποτα".
00:27:17.071 --> 00:27:21.092
Δεν ξέρω τίποτα!...
Αφτό δεν το καταλαβαίνετε
00:27:21.512 --> 00:27:24.182
Το λοιπόν είμαι σωστός ο οξαποδώ,
00:27:24.182 --> 00:27:26.821
ένας τέτοιος όλα μπορεί να τα κάνει.
00:27:27.766 --> 00:27:31.309
Έβαζα και τους άλλους να λένε το ίδιο
και να πιστέβουνε πραγματικά,
00:27:31.309 --> 00:27:35.856
πως ό,τι ξέρουν είναι ψέματα!...
Και να ψάχνουνε να βρίσκουνε την αλήθεια.
00:27:36.259 --> 00:27:40.779
Μα σεις, ω άντρες Αθηναίοι, πρώτα
ανησυχήσατε κι ύστερα αγριέψατε...
00:27:41.376 --> 00:27:43.384
Ως πού θα πήγαινε τούτ' η δουλειά;
00:27:43.384 --> 00:27:47.498
Ξέρετε, πως όσο λιγότερο σκέφτεται,
τόσο πιο μυαλωμένος ο πολίτης
00:27:47.753 --> 00:27:50.482
κι όσο λιγότερο μιλά, τόσο πιο λέφτερος.
00:27:50.956 --> 00:27:55.108
Αν έξαφνα και στα καλά καθούμενα
με το ψάξε ψάξε ο Γνάθων έβρισκε
00:27:55.108 --> 00:27:57.683
πως είναι σωστότερο να τρώει
παρά να νηστέβει;
00:27:57.992 --> 00:28:01.586
Κι αν δεν του φτανε τούτ' η τρέλα,
μα κι άρχιζε να το ξεφωνίζει;
00:28:01.836 --> 00:28:03.940
Προτού λοιπόν ξεσπάσ' η φουρτούνα,
00:28:03.940 --> 00:28:06.463
θελήσατε να σταματήσετε
τους κακούς ανέμους.
00:28:06.885 --> 00:28:11.780
Μα τους κακούς ανέμους (τους... καλούς!),
τους είχανε φέρ' οι σοφιστάδες.
00:28:12.153 --> 00:28:14.520
Εγώ τότες σαν ελεεινή Δημόσια Γνώμη,
00:28:14.520 --> 00:28:16.772
τους γάβγιζα και τους δάγκωνα
τις άντζες...
00:28:17.196 --> 00:28:19.898
Όμως για να με ξεκάνετε,
μου κολλήσατε τη ρετσινιά,
00:28:19.898 --> 00:28:24.099
πως είμουν εγώ των σοφιστάδων
ο σοφιστής!... Μακάρι να είμουνα!...
00:28:24.412 --> 00:28:28.036
Και για να με ξεκάνετ' εφκολότερα,
μου κολλήσατε κι άλλη ρετσινιά:
00:28:28.036 --> 00:28:31.239
πως είμουν άθεος!... Μακάρι να είμουνα!...
00:28:31.628 --> 00:28:36.000
Την αθεΐα την έχετε για το πιο σίγουρο
μέσο να ερεθίζετε το Σκύλο
00:28:36.000 --> 00:28:40.189
και να τον ξεσηκώνετε να διαφεντέβει με τα
δόντια του τα υλικά σας διάφορα.
00:28:40.690 --> 00:28:44.100
Τους οχτρούς της εφτυχίας σας
τους κάνετε πολύ σοφά
00:28:44.100 --> 00:28:45.948
προσωπικούς οχτρούς του Σκύλου.
00:28:46.357 --> 00:28:50.873
Για να ξεφορτωθείτε τον Αλκιβιάδη,
που τον αγαπούσε και τόνε θάμαζε ο λαός
00:28:50.873 --> 00:28:53.981
για την ομορφιά του, για τα πλούτη του
και τη μουρνταροσύνη του,
00:28:53.981 --> 00:28:55.591
τον κατηγορήσατε γι' άθεο.
00:28:55.985 --> 00:28:58.929
Και ο λαός, ο Σκύλος,
ξέχασε τις αγάπες του
00:28:58.929 --> 00:29:00.963
και τον κυνήγησε στην άκρη του κόσμου.
00:29:01.202 --> 00:29:04.342
Γιατί τόνε μάθατε να περιμένει
την εφτυχία του από τον ουρανό
00:29:04.587 --> 00:29:06.429
και να μην τήνε ζητάει από σας!
00:29:06.842 --> 00:29:10.687
Άμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα
του τίποτα, του παίρνεις το παν!
00:29:10.999 --> 00:29:12.397
Και σε ξεσκίζει!
00:29:13.660 --> 00:29:17.488
Αν ερχόσαστε στο σπίτι μου, θα βλέπατε
στο σπίτι μου κρεμασμένες εικόνες,
00:29:17.488 --> 00:29:21.033
την καντήλ' αναμένη, τα στέφανά μας
μέσα στην τενεκεδένια θήκη τους.
00:29:21.315 --> 00:29:24.585
Και στην εκκλησιά θα με βλέπατε
να φιλάω τη χέρα του παπά.
00:29:24.984 --> 00:29:26.536
Δε σας φτάνανε τούτα;
00:29:26.690 --> 00:29:29.065
Τι σας έμελε κι αν πίστεβα ή δεν πίστεβα;
00:29:29.326 --> 00:29:31.201
Φτάνει που φαινόμουνα θρήσκος...
00:29:31.535 --> 00:29:36.047
Αληθινά, μη θέλοντας καβγάδες με την
Ξανθίππη και με το Σκύλο, το Πλήθος,
00:29:36.047 --> 00:29:38.671
την άφηνα και μασκάρεβε
τα ντουβάρια με εικόνες.
00:29:39.221 --> 00:29:42.587
Φιλούσα και τη χέρα του παπά
μπροστά στους άλλους, για να τόνε σκάσω:
00:29:42.971 --> 00:29:47.060
"Μπρε, με ξεπεράει ο θεομπαίχτης, έλεγε,
στον ταρτουφισμό!"
00:29:49.049 --> 00:29:52.109
Έλεγα, πως υπήρχε μέσα μου κάποιο
δαιμόνιο, που μ' οδηγούσε.
00:29:52.579 --> 00:29:55.933
Έπρεπε ναν το λέω, για να ξηγάνε
κάπως οι απλοϊκοί,
00:29:55.933 --> 00:29:58.969
γιατί το δικό μου μυαλό ξεπερνούσε
το μυαλό των αλλωνών!...
00:29:59.553 --> 00:30:01.913
Δε θα πει πως μ' αφτό
χαλούσα τη θρησκεία!
00:30:02.291 --> 00:30:04.823
Υπάρχουνε τόσοι μικροί θεοί
(μερμήγκια!...)
00:30:04.823 --> 00:30:08.263
που μήτε τους μετρήσαμε ποτές
μήτε τα ονόματά τους ξέρουμε...
00:30:08.653 --> 00:30:11.623
Κι αν σε κάθε βρύση, σε κάθε δέντρο,
σε κάθε τρύπα
00:30:11.623 --> 00:30:15.876
φωλιάζει και ένας μικρός θεός, γιατί
να μη φωλιάζει και μέσα στο Σωκράτη,
00:30:15.876 --> 00:30:20.548
που ναι για θεούς αξιότερη μονιά κι από
μια κοτρόνα κι από μια γούβα νερό
00:30:20.548 --> 00:30:23.676
κι από να κούτσουρο της σόμπας
- κι από κάθε τρύπα;
00:30:24.111 --> 00:30:27.782
Κι αν μέσα σε κάθε τρελό μπαίνει
κάποιος θεός, που τόνε τρελαίνει,
00:30:27.959 --> 00:30:32.234
γιατί να μη μπει και μέσα στο σοφό
Σωκράτη, για να τόνε κάνει σοφότερο;
00:30:32.629 --> 00:30:36.936
Κι αν όλες οι αρρώστιες κι αν το μεθύσι
κι αν ο ύπνος και τ' όνειρο
00:30:36.936 --> 00:30:40.898
κι ο θάνατος κι αν ακόμα
το φτάρνισμα κι ο βήχας είναι θεοί,
00:30:41.190 --> 00:30:43.303
γιατί να μην είναι κ' η Κοροϊδία;
00:30:44.535 --> 00:30:47.470
Ας δεχτούμε, πως είτανε το δαιμόνιό μου
καινούριο θεόπουλο...
00:30:47.868 --> 00:30:52.232
Εδώ κάθε μουνουχισμένος παπάς
από την Ανατολή φέρνει και σας πασσάρει
00:30:52.232 --> 00:30:56.464
κι από έναν ξετσίπωτο θεό σαν τον Σαβάζιο,
την Κοτυτώ και τον Αφρόδιτο
00:30:56.464 --> 00:30:59.156
και σεις τους δέχεστε και τους προτιμάτε
μετά χαράς.
00:30:59.626 --> 00:31:03.971
Κι αν για τέτιους θεούς φοραίνετε
φουστάνια και νταντελένια παντελονάκια
00:31:03.971 --> 00:31:07.481
και χορέβετε μανιασμένοι, κουνώντας
την κοιλιά σας και τα καπούλια σας,
00:31:07.481 --> 00:31:10.115
σα γυναίκες˙ κι αν βρίσκετε θεάρεστο πράμα
00:31:10.115 --> 00:31:13.784
να τάζετε τις σκλάβες και τους
σκλάβους σας και τα κορίτσια σας,
00:31:13.784 --> 00:31:18.428
ακόμα και τον ίδιο τον εαφτό σας
στην Αφροδίτη, στην Αθηνά, στον Απόλλωνα
00:31:18.428 --> 00:31:21.898
και να παραδίνεστε
"σώματα ιερά" στους μερακλήδες,
00:31:21.898 --> 00:31:26.213
για να πενταρολογούνε και να χαραμοτρώνε
οι Κήρυκες, οι Ευμολπίδαι
00:31:26.213 --> 00:31:27.789
και τ' άλλα παπαδόσογα,
00:31:27.789 --> 00:31:32.167
τι σας έφταιξε το ταπεινό μου δαιμόνιο,
που καθότανε μέσα μου φρόνιμα
00:31:32.167 --> 00:31:35.660
και συμαζεμένα και μ' ορμήνεβε τάχα
να βρίσκω το σωστό,
00:31:35.660 --> 00:31:38.947
χωρίς να βγάζει δίσκο
και να θέλει ναούς και θυσίες;
00:31:39.487 --> 00:31:42.347
Μήτε σας υποχρέωνε να ξεβρακώνεστε
για χατίρι του.
00:31:42.803 --> 00:31:47.052
Και το κάτου της γραφής άμα θα πέθαινα,
θα φεβγε κι αφτό μαζί μου,
00:31:47.052 --> 00:31:50.767
για να μην ξαναγυρίσουμε ποτές πια
στην καταραμένη χώρας σας!
00:31:53.210 --> 00:31:56.056
Να τι λένε τώρα μέσα τους
οι πιο νοικοκύρηδες από σας:
00:31:56.621 --> 00:32:00.257
Γιορτάζω τρακόσες μέρες το χρόνο˙
μεθοκοπάω, κυλιέμαι στη λάσπη,
00:32:00.257 --> 00:32:03.799
δέρνω τη γυναίκα μου, κλέβω το κουτί
της εκκλησιάς, κάνω κοντραμπάντο,
00:32:03.799 --> 00:32:08.026
πουλώ ξύκικα, παίρνω ψέφτικους όρκους,
σπιουνέβω και δεν πειράζω κανένανε!
00:32:08.026 --> 00:32:10.708
Δεν πάω να διδάξω στους άλλους την αθεΐα!
00:32:10.708 --> 00:32:13.091
Εγώ μπορεί να μην πιστέβω,
μα το πλήθος;...
00:32:13.513 --> 00:32:17.272
Οι σαχλές σκουληκαντέρες των χωραφιών,
οι λαδωμένοι ποντικοί των λιμανιών,
00:32:17.272 --> 00:32:19.243
οι ξενηστικωμένοι σκύλοι του παζαριού,
00:32:19.243 --> 00:32:22.093
άμα χάσουνε την πίστη στο θεό,
ποιος θα τους συγκρατήσει;
00:32:22.596 --> 00:32:26.379
Ας μορφωθούνε πρώτα!... Για σήμερις
είναι πρόωρα πράματα!...
00:32:26.833 --> 00:32:30.223
Η θρησκεία, που λες, είναι το θεμέλιο
της πατρίδας και της ηθικής.
00:32:30.482 --> 00:32:33.383
Ο λαός χωρίς το φόβο του Θεού
θα χυθεί ν' αρπάζει
00:32:33.383 --> 00:32:36.291
τους παράδες και τα χτήματα,
τους "κόπους" των αλλωνών
00:32:36.291 --> 00:32:38.826
και να παλουκώνει τους φυλακάτορές του!...
00:32:39.710 --> 00:32:42.952
Δε συμφέρει, δε θέλετε
να σας μιμηθεί κι ο λαός.
00:32:43.452 --> 00:32:46.769
Του πετάτε λοιπόν μπροστά στα πόδια του
τ΄άθλιο κουφάρι μου,
00:32:46.769 --> 00:32:50.635
για να μην ξεχνά, πως η αθεΐα είναι
το μεγαλύτερο φταίξιμο...
00:32:51.608 --> 00:32:56.459
Μα χαλούσα και την ηθική!
Ξεμάβλιζα τα παιδιά! Ποια παιδιά;
00:32:56.804 --> 00:32:59.703
Ούλ' οι μαθητάδες μου
τα χανε περασμένα τα σαράντα...
00:33:00.087 --> 00:33:02.733
Και δεν είτανε "μαθητάδες" μου,
είτανε φίλοι μου...
00:33:03.440 --> 00:33:06.862
Αν τα παιδιά με παίρνανε το κατόπι,
θα μπορούσα και ναν τα διώξω...
00:33:07.351 --> 00:33:09.348
Τα παιδιά θέλουν αστεία και γέλια...
00:33:09.348 --> 00:33:13.445
Φιλοσοφίες και τέτια δεν τα χωνέβουνε,
κοροϊδέβουνε το δάσκαλο,
00:33:13.445 --> 00:33:15.800
βαριεστίζουνε και το σκάνε
από το σκολειό!...
00:33:16.116 --> 00:33:18.459
Τα δασκάλεβα, λέτε, πως έχουνε το δικαίωμα
00:33:18.459 --> 00:33:20.768
να δένουνε και να δέρνουνε
τους πατεράδες τους
00:33:20.768 --> 00:33:23.473
όταν αφτοί μπεκρολογούνε
και χαλάνε τα λεφτά τους
00:33:23.473 --> 00:33:26.782
στο τζόγο και στις γυναίκες
κι όταν ξεμωραθούν ή τρελαθούνε.
00:33:27.130 --> 00:33:31.130
Αφτά δεν τα λεγα στα παιδιά˙
τα λεγα στους πατεράδες!
00:33:31.517 --> 00:33:33.327
Είναι, θαρρώ, κάποια διαφορά.
00:33:34.618 --> 00:33:39.626
Θα μου πείτε : "Και τον Αλκιβιάδη;
Δεν τον είχες μαθητή τον Αλκιβιάδη;"
00:33:40.173 --> 00:33:42.281
Και ποιος θα βαστούσε να μην τον είχε!
00:33:42.527 --> 00:33:47.990
Ωραίο παιδί, πλούσιο, ζωερό, πρώτο τζάκι,
λιγάκι παλαβό και πεισματάρικο
00:33:47.990 --> 00:33:52.137
κι αδάμαστο, μα τετραπέρατο
- το ξυπνότερο παιδί της Αθήνας!
00:33:52.680 --> 00:33:55.211
Α! πολύ πιο δυνατός από μένα !...
00:33:55.473 --> 00:33:58.458
Γύμναζα κοντά του την ψυχή μου
να νικά τα πάθη της...
00:33:58.458 --> 00:34:01.857
να μην ταράζεται μπροστά στον πλούτο,
στην ομορφιά και στα νιάτα...
00:34:02.370 --> 00:34:05.762
Λοιπόν, εγώ είμουνα μαθητής του
κι όχι αφτός δικός μου.
00:34:06.166 --> 00:34:10.219
Κι έφτασα να πιστέψω και να το διαλαλήσω,
πως ο πνευματικός έρωτας,
00:34:10.219 --> 00:34:14.097
δηλαδή ο αφύσικος, καθαρίζει
την ψυχή και κατεβάζει ιδέες!...
00:34:14.329 --> 00:34:17.412
Γι αφτό και φώναζα, πως πρέπει
να κλείσουν οι ταβέρνες
00:34:17.412 --> 00:34:18.951
κ' οι ναοί της Αφροδίτης.
00:34:19.270 --> 00:34:23.803
Αι! τότε θύμωσαν οι δημόσιοι ταμίες
και τα παπαδόσογα,
00:34:23.803 --> 00:34:26.245
γιατί θα λιγοστέβανε τα εισοδήματά τους.
00:34:26.561 --> 00:34:30.883
Και με κατηγορήσανε, πως θέλω να χαλάσω
την... ελληνική οικογένεια!...
00:34:31.632 --> 00:34:34.713
Τι; Είμουνα επικίντυνος στη Δημοκρατία!
00:34:35.056 --> 00:34:37.869
Επικίντυνος εγώ, και σεις δημοκρατία!...
00:34:38.836 --> 00:34:42.210
Μα τους επικίντυνους, ω άντρες Αθηναίοι,
δεν τους δικάζουνε.
00:34:42.210 --> 00:34:46.010
Τους προσκυνάνε ραγιάδικα
ή τους δολοφονούνε μπαμπέσικα.
00:34:46.271 --> 00:34:48.678
Κι όσους μπορεί να γίνουν επικίντυνοι
μια μέρα,
00:34:48.678 --> 00:34:52.755
γιατί τους εχτιμάει το πόπολο
προλαβαίνετε και τους εξοστρακίζετε.
00:34:53.233 --> 00:34:57.174
Αν είμουνα επικίντυνος, θα βάζατε
μερικούς χασικλήδες να με μαχαιρώσουνε˙
00:34:57.454 --> 00:34:59.360
θα ξαγοράζατε τους μαγέρους μου
00:34:59.360 --> 00:35:02.984
να ρίξουνε σουλιμά στο φαγί μου,
στο κρασί μου, στον καφέ μου...
00:35:03.343 --> 00:35:06.516
Ένας επικίντυνος μήτε δικάζεται
μήτε κι απολογιέται...
00:35:06.742 --> 00:35:08.455
Δικάζει και θανατώνει.
00:35:08.455 --> 00:35:10.101
Γιατί κατέχει την εξουσία!
00:35:10.386 --> 00:35:13.869
Και μοναχά σαν τήνε χάσει,
τότε μπορεί να τόνε δικάσατε,
00:35:14.282 --> 00:35:17.293
αν σας βαστάει... κι αν τόνε πιάσετε!
00:35:18.066 --> 00:35:22.832
Επικίντυνος είταν ο Πεισίστρατος και
τα παιδιά του, ο Αλκιβιάδης, οι Τριάντα.
00:35:23.111 --> 00:35:27.621
Θα γινότανε κι ο Κύλων, αν κατάφερνε
ν' αρπάξει την εξουσία, κι ο Αριστείδης,
00:35:27.621 --> 00:35:30.714
αν είτανε λιγότερο "δίκαιος"
και περισσότερο παλιάνθρωπος.
00:35:31.086 --> 00:35:34.170
Οι τέτιοι σας κλέβουνε, σας σκοτώνουνε,
σας εξορίζουν,
00:35:34.170 --> 00:35:35.796
σας λένε και "προδότες".
00:35:35.796 --> 00:35:36.968
Και σεις μιλιά!
00:35:37.475 --> 00:35:39.963
Κι αν εγώ, αντίς να αεροκοπανάω
στο παζάρι,
00:35:39.963 --> 00:35:43.897
σκότωνα καμιά σαρανταριά χιλιάδες από σας
και θρόνιαζα τους οντρούς στο Τατόι,
00:35:43.897 --> 00:35:46.985
για ν' αρπάζουνε τα ζωντανά σας, να
κόβουνε τα λιόδεντρα
00:35:46.985 --> 00:35:49.084
και τ' αμπέλια σας,να καίνε τα χωράφια σας
00:35:49.084 --> 00:35:52.876
και σεις να ψοφάτε κλεισμένοι μέσα
στο Κάστρο κι από πείνα κι από λοιμική˙
00:35:52.876 --> 00:35:56.807
κι αν εξόριζα μερικές χιλιάδες
από σας, τους πιο πλούσιους,
00:35:56.807 --> 00:36:01.205
για να βουτήξω την περιουσία σας˙ κι αν
ανοίγοντας τις πόρτες τις πολιτείας
00:36:01.205 --> 00:36:05.532
έμπαζα μέσα τους Παλιομωραΐτες,
τους Ατζέμηδες κι όποιον άλλον κερατά,
00:36:05.532 --> 00:36:08.132
για να με καθίσουνε στο σβέρκο σας
για σωτήρα,
00:36:08.373 --> 00:36:11.845
ποιος θα τολμούσε να κάνει κιχ!
- όχι να με δικάσει;
00:36:12.414 --> 00:36:16.531
Όλ' οι τυχοδιώκτες θα τρέχανε δίπλα μου
και θα γινόντανε λιβανιστάδες μου.
00:36:16.531 --> 00:36:19.896
Κ' οι "καλοί πατριώτες" θα χτυπούσανε
το ξερό τους στον τοίχο,
00:36:19.896 --> 00:36:22.138
που δεν προλάβανε να κάνουν
αφτοί χειρότερα
00:36:22.138 --> 00:36:23.840
για να πλουτήνουνε περισσότερο.
00:36:24.644 --> 00:36:27.278
Όχι! Δε φοβηθήκατε το Σωκράτη,
00:36:27.278 --> 00:36:30.124
μα θελήσατε να φοβίσετε τους άλλους
με το θάνατό του.
00:36:30.477 --> 00:36:33.663
Η δημοκρατία σας δε στέκεται καλά
στα πόδια της.
00:36:33.663 --> 00:36:37.011
Τα μακροτείχια της Αθήνας και του Περαιά
κοίτουνται χάμου,
00:36:37.011 --> 00:36:37.860
ναν τα κλαις.
00:36:38.243 --> 00:36:39.755
Καράβια δεν έχετε.
00:36:39.983 --> 00:36:43.477
Συμμάχους να πλερώνουνε
χαράτσι να τρώτε, δεν έχετε.
00:36:43.886 --> 00:36:47.376
Μεταξύ σας μ' όλους τους σκοτωμούς
και τις εξορίες που κάνατε,
00:36:47.376 --> 00:36:50.351
κρύβονται πολλοί που νοσταλγούνε
τον καλό καιρό της τυραννίας˙
00:36:50.716 --> 00:36:53.132
γιατί χάνουνε τώρα τα όσα κερδίζανε τότες,
00:36:53.132 --> 00:36:57.192
όπως και σεις προσπαθείτε να ξαναβγάλετε
τώρα τα όσα χάσατε τότες.
00:36:58.489 --> 00:37:00.925
Όποιος είναι στα πράματα
φοβάται την αλλαγή˙
00:37:00.925 --> 00:37:04.549
κι ο πεσμένος την αποθυμάει
και την ετοιμάζει με κάθε τρόπο.
00:37:05.248 --> 00:37:08.089
Ο κοσμάκης στέκεται στη μέση
και πλερώνει τα σπασμένα˙
00:37:08.540 --> 00:37:12.155
το ίδιο δυστυχεί και με τα παράνομα
και με τα νόμιμα καθεστώτα
00:37:12.155 --> 00:37:14.606
και με την τυραννία και με τη λεφτεριά.
00:37:15.257 --> 00:37:17.625
Για να μην καταλαβαίνει
και να μην αντιστέκεται,
00:37:17.625 --> 00:37:19.837
του λέτε ψέματα και τόνε φοβερίζετε.
00:37:20.247 --> 00:37:24.113
Είναι λαοί, που ζούνε στα δάση, δεν έχουνε
νόμους, τρώνε τις ψείρες τους,
00:37:24.113 --> 00:37:27.681
όμως αγαπάνε τη λεφτεριά τους.
Βάρβαροι λαοί!
00:37:28.148 --> 00:37:30.675
Εμείς ζούμε στην ωραιότερη πολιτεία
του κόσμου,
00:37:30.836 --> 00:37:34.002
έχουμε τους σοφότερους νόμους,
δεν τρώμε τις ψείρες μας
00:37:34.260 --> 00:37:36.988
κι αγαπάμε τους κατεργαρέους
που μας τρώνε.
00:37:38.661 --> 00:37:41.661
Οι Τριάντα σκοτώνανε κι αρπάζανε
δίχως προσκήματα.
00:37:41.661 --> 00:37:46.638
Καταργήσανε νόμους, δικαστήρια, λαοσύναξες
- την κυριαρχία του λαού!
00:37:46.808 --> 00:37:50.432
Και κάνανε βουλή δικιά τους από μπράβους
και μαχαιροβγάλτες.
00:37:50.782 --> 00:37:53.906
"Και τούτον ημείς θανατούμεν!"
- μια κι όξω.
00:37:54.325 --> 00:37:56.825
Ξέρανε, πως θα μένουνε λίγο
και βιαζόντανε.
00:37:57.209 --> 00:38:01.155
Σεις θέλετε να μείνετε για πάντα
και μεταχειρίζεστε κάποια προσκήματα.
00:38:01.431 --> 00:38:04.847
Και γι αφτό σκεφτήκατε να περιορίσετε
τα πολιτικά δικαιώματα
00:38:04.847 --> 00:38:07.861
μονάχα σ' όσους έχουνε χτήματακ'
είναι κι από σόι,
00:38:07.861 --> 00:38:11.636
για να κρατήσετε μακριά από το Ταμείο
χιλιάδες φτωχούς.
00:38:12.249 --> 00:38:16.403
Κείνοι μποδίσανε τη λεφτεριά του λόγου
και τη διδασκαλία της ρητορικής˙
00:38:16.403 --> 00:38:19.364
εσείς πάτε να μποδίσετε
τη λεφτεριά της σκέψης
00:38:19.364 --> 00:38:21.410
και τη διδασκαλία της φιλοσοφίας.
00:38:21.599 --> 00:38:24.888
Από κείνους επήρατε το φτηνό
και σύντομο θανατικό μέσο,
00:38:24.888 --> 00:38:27.207
το βρωμόχορτο, που με ποτίζετε σήμερα.
00:38:27.688 --> 00:38:31.880
Η δημοκρατία σας είναι, καθώς βλέπετε,
μασκαρεμένη τυραννία.
00:38:33.816 --> 00:38:37.217
"Εμείς δεν ξέρουμε δικολαβίες.
Εφαρμόσαμε τους νόμους",
00:38:37.217 --> 00:38:39.215
ακούω κάποιονε που φωνάζει.
00:38:39.575 --> 00:38:43.855
Κ' εγώ σας λέω : μονάχ' αν παραβαίνατε
το νόμο, δε θα μ' αδικούσατε!
00:38:43.855 --> 00:38:47.403
Γιατί σκοπός των νόμων δεν είναι να
τιμωρούνε τους φταίχτες,
00:38:47.403 --> 00:38:48.709
μα τους αδικημένους,
00:38:48.709 --> 00:38:51.857
και να μποδίζουνε τους κλεμένους
να κλέψουνε κι αφτοί.
00:38:52.115 --> 00:38:55.826
Νόμος θα πει θέληση των δυνατών
κι αδυναμία των άβουλων.
00:38:56.799 --> 00:39:01.247
"Δίκαιον ουκ άλλο τι
ή το του κρείττονος συμφέρον".
00:39:01.899 --> 00:39:04.458
Έτσι πανου κάτου το χα μυριστεί
και μοναχός μου,
00:39:04.458 --> 00:39:09.360
μα πρόλαβε και το διαλάλησε κείνος ο Πώλος
και μ' ανάγκασε να τόνε κοντραστάρω.
00:39:09.772 --> 00:39:13.057
Και στη γλώσσας μας "κρείττων"
θα πει δυνατότερος.
00:39:13.480 --> 00:39:15.999
Κι ο Σόλων δε δυσκολέφτηκε να παινεφτεί,
00:39:15.999 --> 00:39:19.110
πως έφερε την τάξη
στην τρικυμισμένη πολιτεία:
00:39:19.511 --> 00:39:23.182
"κράτει νόμου βίην
τε και δίκην συναρμόσας".
00:39:23.491 --> 00:39:26.571
Μ' άλλα λόγια σιγουράρησε με τη βία
το δίκιο,
00:39:26.571 --> 00:39:29.220
ήγουν το συφέρο των δυνατότερων.
00:39:30.240 --> 00:39:31.923
Και ποιοι ναι οι δυνατότεροι;
00:39:32.309 --> 00:39:35.814
Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά
και γυμνασμένα κορμιά :
00:39:36.136 --> 00:39:39.164
οι πεχλιβάνηδες, ο Μίλων, ο Ηρακλής,
00:39:39.164 --> 00:39:42.823
ο πετεινόμυαλος Ηρακλής, που
μ' όλα τ' ατσαλένια μπράτσα του
00:39:42.823 --> 00:39:46.460
γίνηκε κλωτσοσκούφι μιας γκόμενας
και κοκόνα με ρόκα και φουστάνια.
00:39:47.024 --> 00:39:50.217
Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά
κι ανωφέλεφτα μυαλά :
00:39:50.576 --> 00:39:54.981
φιλόσοφοι, σατυρικοί ποιητάδες κι ούλ'
οι μισάνθρωποι κ' οι γεροπαράξενοι.
00:39:55.331 --> 00:39:58.307
Μήτε κείνοι πόχουνε τις πιο γερές ψυχές:
00:39:58.599 --> 00:40:02.519
ένας Προμηθέας, ένας Λεωνίδας,
ένας Κυναίγειρος
00:40:02.930 --> 00:40:06.916
- μυθικά προσώπατα, πλάσματα
της φαντασίας των φοβιτσιάρηδων.
00:40:07.740 --> 00:40:11.465
Δυνατότεροι παντού και πάντοτες
είναι οι κλέφτες.
00:40:13.498 --> 00:40:14.739
"Παραμύθια;"...
00:40:15.739 --> 00:40:18.972
Άι λοπόν θα σας πω κ' ένα παραμύθι,
για να ξεκουραστείτε!
00:40:20.094 --> 00:40:23.534
Μια φορά κ' έναν καιρό οι κλέφτες
της πρώτης πολιτείας του κόσμου,
00:40:23.534 --> 00:40:27.591
αφού πλουτήνανε αρκετά, αποφασίσανε
να ταχτοποιήσουνε τη ζωή τους.
00:40:28.110 --> 00:40:30.605
Μπλοκάρανε το λοιπόν
τους φτωχούς της πολιτείας
00:40:30.605 --> 00:40:32.945
κι αφού τους μαζώξανε στην πλατέα,
τους είπανε:
00:40:33.833 --> 00:40:36.835
"Ψηλά τα χέρια! Θέλουμε το καλό σας.
00:40:37.239 --> 00:40:40.549
Δε θα σας πάρουμε τα φκιάρια,
τους κασμάδες, τα σκεπάρνια,
00:40:40.549 --> 00:40:43.011
τα δισάκια και τα ζεμπίλια σας
με το ψωμοτύρι,
00:40:43.011 --> 00:40:46.939
τα τρύπια σας πουκάμισα με τις ψείρες
και τις απάτωτες καλύβες σας,
00:40:46.939 --> 00:40:48.659
που κάνουνε νερά, σα βρέχει.
00:40:49.016 --> 00:40:54.196
Είσαστε λέφτεροι -- Ψηλά τα χέρια! --
λέφτεροι να ζείτε κατά το κέφι σας,
00:40:54.196 --> 00:40:59.228
να κερδίζετε, να κάνετε κομπόδεμα,
να μεθάτε, να χορέβετε, να γεννοβολάτε
00:40:59.228 --> 00:41:00.527
και να πεθαίνετε.
00:41:00.738 --> 00:41:03.028
Εμείς θα σας μαθαίνουμε τις... αλήθειες!
00:41:03.299 --> 00:41:06.525
Θα σας δώσουμε πλούσια φαντασία
κ' αισθαντική καρδιά˙
00:41:06.926 --> 00:41:08.930
θα σας δώσουμε κι αθάνατη ψυχή.
00:41:09.318 --> 00:41:12.466
Κι όποιος από σας του γουστάρει,
θα μπορεί να γράφει ποιήματα,
00:41:12.466 --> 00:41:14.859
να σκαρώνει θεωρίες και να δοξάζεται.
00:41:15.322 --> 00:41:17.901
Ο κυρίαρχος λαός θα σαστε σεις!
00:41:17.901 --> 00:41:20.198
Εμείς μονάχα θα σας κουμαντάρουμε.
00:41:20.768 --> 00:41:24.524
Θα φροντίζουμε για την ασφάλεια της ζωής,
της τιμής και της περιουσίας σας
00:41:24.524 --> 00:41:26.508
- μ' ένα λόγο για τη λεφτεριά σας.
00:41:26.860 --> 00:41:31.279
Σεις θα δουλέβετε, καταπώς θέλετε
κι ό,τι θέλετε κι όποτε θέλετε.
00:41:31.613 --> 00:41:34.597
Εμείς θα σας δίνουμε δουλειά,
φτάνει να βρίσκεται,
00:41:34.597 --> 00:41:36.689
και σεις θα μας δίνετε τα κόπια σας.
00:41:37.312 --> 00:41:39.730
Και για να μη θαρρέψετε πως σας αδικούμε,
00:41:39.730 --> 00:41:43.045
θα πλερώνουμε κ' εμείς το ίδιο δόσιμο
στο Κράτος,
00:41:43.045 --> 00:41:44.661
- στον εαφτό μας!
00:41:45.466 --> 00:41:49.411
"Κ' εσείς κ' εμείς θα χουμε πάνου από
τα κεφάλια μας τους ίδιους θεούς,
00:41:49.411 --> 00:41:52.422
που θα προστάζουν εσάς που δουλέβετε
και να μην τρώτε
00:41:52.422 --> 00:41:54.617
κ' εμάς να καθόμαστε και να τρώμε.
00:41:54.930 --> 00:41:58.902
Κ' εμείς κ' εσείς θα χουμε πάνου από
τα κεφάλια μας τους ίδιους νόμους,
00:41:58.902 --> 00:42:02.758
που εμείς θα σας τους δίνουμε κ' εσείς
θα τους ψηφίζετε σα βουλεφτάδες
00:42:02.758 --> 00:42:06.281
και θαν τους εφαρμόζετε σα δικαστάδες
ενάντια στον εαφτό σας.
00:42:07.172 --> 00:42:09.828
Και για να μην πλακώνουν
απ' άλλες στεριές και θάλασσες
00:42:09.828 --> 00:42:12.511
κουρσάροι και κλέφτες ν' αρπάζουνε
το υστέρημά σας
00:42:12.511 --> 00:42:16.174
και να παίρνουνε σκλάβους κ' εσάς
και τις γυναίκες σας και τα παιδιά σας,
00:42:16.174 --> 00:42:18.659
θα σας αρματώνουμε, θα σας γυμνάζουμε,
00:42:18.659 --> 00:42:22.309
για να μπορείτε να διαφεντέβετε
τους θεούς σας, τον εαφτό σας κ' εμάς,
00:42:22.309 --> 00:42:23.702
δηλαδή την πατρίδα.
00:42:23.942 --> 00:42:26.647
Να σκοτώνεστε σεις και να ζούμε μεις.
00:42:27.077 --> 00:42:30.688
Κι' επειδή μοναχοί σας δε θα μπορούσατε
να σκεφτείτε το συφέρο σας
00:42:30.688 --> 00:42:34.422
και να φυλάξετε τον εαφτό σας,
θα σας αναγκάζουμε με το ζόρι
00:42:34.673 --> 00:42:35.910
(ψηλά τα χέρια!).
00:42:36.738 --> 00:42:41.451
Ένα πράμα μοναχά σας απαγορέβουμε:
να κλέβει ο ένας τον άλλονα.
00:42:41.791 --> 00:42:44.026
Γιατί μπορεί να κλέψετε κ' εμάς".
00:42:46.599 --> 00:42:50.026
Έτσι λοιπόν ο λαός δούλεβε λέφτερα
και λέφτερα σκεφτότανε.
00:42:50.402 --> 00:42:55.019
Και τραγουδούσε χαρούμενα στις ταβέρνες
σαν τον κότσυφα στο κλαρί (στο κλουβί!).
00:42:55.692 --> 00:43:00.039
Κ' οι σωτήρες του ξαπλωνόντανε τ' ανάσκελα
στα ζεστά παλάτια το χειμώνα
00:43:00.039 --> 00:43:02.703
και κάτου απ' ανθισμένα δέντρα
το καλοκαίρι
00:43:02.893 --> 00:43:06.153
- και σωρό γυναικούλες όμορφες
τους ψειρίζανε το σβέρκο
00:43:06.153 --> 00:43:09.520
και τους χουχουλίζανε το ριζάφτι
(πολύ συντελεί!).
00:43:10.359 --> 00:43:13.105
Κ' η εφτυχία τους, είτανε
δύναμη της πατρίδας
00:43:13.105 --> 00:43:15.531
κ' η ξετσιπωσιά τους καθαρμός.
00:43:15.944 --> 00:43:19.160
Κι αν κάπου βαριοεστίζοντας ο λαός
τους έδιωχνε,
00:43:19.160 --> 00:43:21.616
ζητούσε αμέσως άλλους να τονε κλέβουνε:
00:43:21.989 --> 00:43:26.485
δε μπορούσε πια μήτε να ζήσει
μήτε να σκεφτεί χωρίς "σωτήρες".
00:43:28.076 --> 00:43:30.909
Γελάτε και με το δίκιο σας,
ω άντρες Αθηναίοι.
00:43:31.355 --> 00:43:34.941
Τέτια παράξενη πολιτεία μήτε γίνηκε
μήτε θα γίνει ποτές!
00:43:35.640 --> 00:43:37.035
Παραμύθια, βλέπετε.
00:43:37.308 --> 00:43:42.766
Τώρα θα μου ζητάτε κ' επιμύθιο!
Πού ναν το βρω!... Μοναχά σας λέω:
00:43:43.349 --> 00:43:48.054
"Αλίμονο στον αφτόδουλο πολίτη, που
φτασμένος στα έσχατα της απελπισιάς
00:43:48.054 --> 00:43:51.150
παραδίνεται, για να σωθεί,
στο έλεος του Θεού
00:43:51.150 --> 00:43:52.992
και στους νόμους των Κλεφτών".
00:44:04.869 --> 00:44:11.893
Η αληθινή απολογία του Σωκράτη
Μερος τριτο
00:44:12.820 --> 00:44:16.423
τι περιμένεις ἀπό ναν ἄνθρωπο σηµανδιακό,
στριµένονε χαὶ φαρμαχκόψυχο.
00:44:16.886 --> 00:44:18.959
Κοπροσιωλιάζοντας όλη την ημέρα στο παζάρι
00:44:18.959 --> 00:44:21.575
τα βαζε με τους άλλους,
πού κοιτάγανε τή δουλειά τους.
00:44:21.575 --> 00:44:23.957
Τού φταίγαν εκείνοι γιὰ
τη δικιά του τὴν κατάντια!
00:44:23.957 --> 00:44:25.510
Κι όλοι φέβγαν ἀπὸ κοντά του
00:44:25.510 --> 00:44:29.350
-- μῆτε τὸ διάβολο νὰ ἰδεῖς
μήτε τὸ σταβρό σου νὰ κάνεις!
00:44:29.525 --> 00:44:32.654
Υστερα παινεβότανε, πὼς δὲ ζητοῦσε
πλερωμὴ γιὰ τὴ σοφία του!...
00:44:32.881 --> 00:44:35.765
᾿Αφτὸ μᾶς ἔλειπε! Νὰ μᾶς φορτώνεται
μὲ τὸ στανιὸ
00:44:35.765 --> 00:44:37.476
καὶ νὰ τὸν πλερώνουμε κιόλας!...
00:44:37.866 --> 00:44:40.215
Τώρα τοῦ δώσαμε τὴν πλερωμῆ,
ποὺ τοῦ χρειαζότανε!
00:44:40.618 --> 00:44:43.953
"Αβριο δὲ θά µαστε µῆτε πιὸ πλούσιοι
µῆτε πιὸ φτωχοί!
00:44:44.210 --> 00:44:46.498
"Ὅμως θά χουμε ἕναν μπελὰ λιγότερο!»
00:44:47.576 --> 00:44:50.770
᾿Eσεῖς, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι,
παίρνετε τὰ σκιάχτρα
00:44:50.770 --> 00:44:53.375
γι’ ἀληθινοὺς ἀνθρώπους
καὶ τοὺς ἀέρηδες γιὰ θεοὺς·
00:44:53.752 --> 00:44:57.456
ἐγὼ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ ψέφτικα σκιάχτρα
καὶ τοὺς θεοὺς γι’ ἀέρηδες.
00:44:57.742 --> 00:44:59.897
᾿Εσεῖς ὀνειρέβεστε κ ἐγὼ βλέπω.
00:45:00.194 --> 00:45:02.653
Βλέπω, γιατὶ ἔχω περισσότερο µυαλὀ,
00:45:02.653 --> 00:45:05.397
τὸ περισσότερο, ποὺ γένηκε ποτὲ
στη χώρα σας.
00:45:06.100 --> 00:45:07.528
K’ ἐπειδὴ μποροῦσα νὰ βλέπω,
00:45:07.528 --> 00:45:10.676
γι’ἀφτὸ καὶ μοῦ φανιζόντανε ὅλα
κατάµαβρα κι ἄσκημα.
00:45:10.974 --> 00:45:15.369
᾿Αφοῦ κατάλαβα, πὼς οἱ τριγυρινοί µου
δὲν εἶναι ψυχὲς καὶ πνέµατα, μὰ κωλάντερα,
00:45:15.369 --> 00:45:18.400
κ’ η ζωὴ δὲν ἔχει κανένα σκοπό
μα το θάνατο
00:45:18.779 --> 00:45:22.154
δε κυνηγούσα την εφτυχία μήτε κόπιαζα
να γίνω καλύτερος.
00:45:22.262 --> 00:45:23.000
Έιμουνα.
00:45:23.360 --> 00:45:27.672
Αφηνόμούνα σιγά και μαλακάθησαν
οι αδυναμίες μου στη δύναμή μου.
00:45:28.243 --> 00:45:30.748
Ακαμάτης κοροϊδεβα τα σκιάθρα σας
στο φανερό
00:45:30.748 --> 00:45:32.375
και τον εαφτό μου στα κρυφά.
00:45:32.487 --> 00:45:37.439
προσπαθούσα να ξεχνώ το σήμερα, το χτες
και το άβριο· δήλάδη τον θάνατο.
00:45:38.106 --> 00:45:41.648
Δεν είμουν ο Απόλλωνας να σας εγδάρω
μια και καλή με το .......
00:45:41.849 --> 00:45:44.253
Είμουνα γιος της μαμής, πρόστυχο σόι.
00:45:44.797 --> 00:45:49.153
Σας έδερνα λοιπόν κάθε μέρα
με τη σοφία μου, με την κούραλιδία
00:45:49.508 --> 00:45:51.186
Δε σας καλυτέρεβα σε τίποτα.
00:45:51.441 --> 00:45:55.187
Μοναχά σας αγρίεβα και καταλάβανε πως
τελεφταία θα με.....
00:45:55.765 --> 00:45:57.836
Έτσι κορόιδεβα και τη σοφία μου.
00:45:57.847 --> 00:46:02.299
Τίποτα δεν ξέρω, ήγουν αφτά που ξέρω
δεν αξίζουνε τίποτα.
00:46:03.002 --> 00:46:05.386
Κι έτσι δεν έχομε το καιρό να γράφουν.
00:46:05.386 --> 00:46:09.088
Αν τά γραφα... //////
00:48:41.541 --> 00:48:45.536
μα φταίει κι ὁ νόμος πιο πολύ, ποὺ μᾶς
ἔβαλε να πάρουμε καὶ δέφτερη γυναίκα,
00:48:45.536 --> 00:48:49.605
για να δώσουμε στρατιώτες στην πατρίδα.
Τὰ δύστυχα τα πλάσματα ...
00:48:52.649 --> 00:48:55.197
Να δουλέβω!... Τί νὰ δουλέβω ;
00:48:55.484 --> 00:48:58.560
Μιὰ φορὰ στὰ νιάτα μου έκανα τὸ μαρμαρά
κοντὰ στὸν πατέρα μου.
00:48:58.800 --> 00:49:01.355
Κι όπως μ' ἔκαιγεν ο πόθος
τοῦ γυναίκειο κορμιού,
00:49:01.355 --> 00:49:05.789
κάθισα, για νὰ μερώνω τὴν ψυχή μου,
κ' έπλασα θεόγυμνες τις Χάριτες,
00:49:05.789 --> 00:49:08.009
ποὺ μαζὶ τὶς πίστεβα καὶ τὶς ἀποθυμοῦσα.
00:49:08.371 --> 00:49:11.530
Κι ὅταν τῆς ἀποτέλειωσα, βρέθηκα
να μαι ερωτεμένος μαζί τους...
00:49:12.038 --> 00:49:15.192
Κι ἀργότερα, πολύ συχνά,
ἔπαιρνα τὸν ἀνήφορο τῆς ᾿Ακρόπολης,
00:49:15.192 --> 00:49:17.659
γιὰ νὰν τὶς βλέπω καὶ νὰ ξαναθυμούμαι
τὰ παλιά.
00:49:18.090 --> 00:49:21.183
Μὰ τώρα πιὰ δὲν ἔχω τις φαγούρες
τῆς νιότης καὶ δὲν πιστέβω
00:49:21.183 --> 00:49:24.019
μήτε στοὺς θεοὺς μήτε στὰ πλάσματα
της Τέχνης...
00:49:24.588 --> 00:49:28.042
Τὸ πολὺ θὰ μποροῦσα ν' ἀνοίξω μαγαζί
στην ὁδὸν ᾿Αναπαύσεως,
00:49:28.324 --> 00:49:32.429
γιὰ νὰ φτιάχνω καὶ νὰ πουλάω μαρμαρένιους
σταβρούς κι ἀγγέλους γιὰ τὰ μνήματα...
00:49:32.797 --> 00:49:35.715
Ολ' ἀφτὰ μοναχὰ νὰ τὰ κοροϊδέψω
θα μποροῦσα τώρα.
00:49:36.026 --> 00:49:38.523
Το πολύ μυαλό, μεγάλη σκοτούρα.
00:49:38.779 --> 00:49:42.356
Μοῦ δεσε τὰ χέρια·
δὲν μπορῶ πιὰ νὰ κάνω τίποτα.
00:49:43.373 --> 00:49:47.140
Μήπως να «δουλέβων σὰν καὶ σᾶς,
ποὺ σταβρώνοντας τὰ χέρια σας
00:49:47.140 --> 00:49:51.159
αγκομαχάτε ποιὸς θὰ γελάσει τὸν ἄλλονε
καὶ ποιὸς θὰ πουληθεῖ περισσότερο;
00:49:53.383 --> 00:49:57.060
Μιὰ φορά, σὰ μὲ καλούσαν ἡ τιμὴ τῆς
πατρίδας κι ο κατάλογος τῶν ἐφέδρων
00:49:57.060 --> 00:50:01.489
να σκοτώνω τοὺς ὀχτροὺς ἢ νὰ σκοτωθώ,
πολεμοῦσα πρῶτος κ' ἔφεβγα τελευταῖος
00:50:01.971 --> 00:50:04.044
καὶ κορόιδεβα μέσα μου τὸν πόλεμο.
00:50:04.323 --> 00:50:07.291
Συλλογιζόμουνα, πὼς οἱ συντρόφοι μου
θα χυθοῦνε μετὰ τὴ μάχη
00:50:07.291 --> 00:50:10.650
στα τριγυρινά χωριὰ νὰ σφάζουνε
τὸν ἄμαχο πληθυσμό,
00:50:10.650 --> 00:50:13.572
νὰ κλέβουν ὅ,τι λάχει
καὶ νὰ βιάζουνε τὶς γυναῖκες.
00:50:15.016 --> 00:50:16.967
Στὸ κρασὶ δὲ μοῦ παράβγαινε κανείς.
00:50:17.218 --> 00:50:20.155
Μποροῦσα νὰ πίνω μὲ τὴν κούπα
κ' εἴκοσι ώρες κορδόνι,
00:50:20.493 --> 00:50:23.776
κ' ἐνῶ κυλιότανε ἡ παρέα μου
μπρούμυτα κι ανάσκελα στο πάτωμα
00:50:23.776 --> 00:50:24.729
μέσα στα ξερατά,
00:50:25.006 --> 00:50:29.595
στητός έγώ κι αψηλομέτωπος χαιρετούσα
τον ήλιο, που πρόβαινε θάμα,
00:50:29.825 --> 00:50:34.756
καὶ ξεχνώντας όλες μου τίς μιζέριες
- έφτυν αδιάφορα στὴν ὄχτο της Λήθης.
00:50:35.468 --> 00:50:37.630
Στὸν Έρωτα τί νὰν τὰ λέω ;
00:50:37.851 --> 00:50:41.678
Μοναχοί σας μὲ παρανομιάσατε
θεϊκό τραγί, δηλαδή σάτυρο.
00:50:42.535 --> 00:50:45.146
Μονάχα στὸ φαγὶ δὲν εἴμουνα
καὶ τόσο μερακλής.
00:50:45.530 --> 00:50:47.505
Ετρωγα μιὰ φορὰ τὴ μέρα καὶ λίγο.
00:50:47.955 --> 00:50:50.229
Είμουνα πολύ παχὺς καὶ θὰ μ' ἔβλαφτε.
00:50:50.401 --> 00:50:52.197
Ήθελα να χω τὸ στομάχι μου λαφρό
00:50:52.197 --> 00:50:54.874
για να χω καὶ τὸ μυαλό μου
φρέσκο κι ἀλέγρο.
00:50:55.638 --> 00:50:57.557
Όποιος κοιμάται πολύ καὶ τρώει λίγο:
00:50:57.557 --> 00:51:02.261
ζαρζαβατικά, φασόλια, θρούμπες
και κριθαρόψωμο, δεν παθαίνει σφίξη.
00:51:02.261 --> 00:51:04.786
Δε σκουριάζει καὶ δὲν ξυνίζει
τὸ γαίμα του,
00:51:04.786 --> 00:51:07.455
δὲ βγάνει σπυριά, βουζούνους και ζωχάδες.
00:51:08.289 --> 00:51:11.307
Επαιρνα μὲ τὸ πρώτο χρυσορόδισμα
τα μακρινά χωράφια.
00:51:11.506 --> 00:51:15.250
Ἐκεῖ διάλεγα κάποια πρόσχαρη μεριὰ
στὴν ούγια τοῦ πεφκόδασου,
00:51:15.250 --> 00:51:17.988
αντίκρα στον ήλιο νὰ τὸν κοιτάω
καὶ νὰ μὲ θαμπώνει,
00:51:17.988 --> 00:51:22.341
καὶ πρόσμενα με κατάνυξη στη Μητέρα θεὰ
μιὰν ὁλάκερην ἑκατόμβη...
00:51:22.778 --> 00:51:24.786
Κ' ἡ θεά τό γραφε στὰ κατάστιχά της.
00:51:25.071 --> 00:51:29.674
Μου λαμπικάριζε τὰ μάτια, μοῦ ἀκόνιζε
τὸ μυαλό, μοῦ δίνε κέφι κ' ὑπομονή !...
00:51:30.279 --> 00:51:32.945
"Α ! δὲ θὰ γινόμουνα
τόσο μεγάλος ἄνθρωπος,
00:51:32.945 --> 00:51:35.182
ἂν εἴχανε τίποτα κουσούρι τὰ λούκια μου.
00:51:35.439 --> 00:51:36.910
Είχα στομάχι κούρκου.
00:51:37.187 --> 00:51:40.544
Μπορούσα να καταπίνω καὶ νὰ χωνέβω
καρύδια μὲ τὰ τσόφλια τους,
00:51:40.544 --> 00:51:43.046
καρφιά σκουριασμένα καὶ φούχτες ἄμμο.
00:51:43.777 --> 00:51:45.365
Για κοιτάχτε καὶ τὰ δόντια μου !
00:51:45.734 --> 00:51:50.139
Τριανταδυό μύγδαλα - ψίχα...
Κι ὅμως ἔτρωγα λίγο.
00:51:50.508 --> 00:51:54.734
Μποροῦσα τὸ λοιπὸν νὰ μὴ δουλέβω,
δηλαδή νὰ μὴν πολιτέβομαι.
00:51:56.041 --> 00:51:59.844
Έχοντας τόσο δυνατό σκαρί και τόσα κέφια,
πῶς δὲ σκορπούσα
00:51:59.844 --> 00:52:03.816
χαρά καὶ καλοσύνη, μὰ σταλοβολούσα
παντου φαρμάκι καὶ χολή;
00:52:04.264 --> 00:52:09.051
Γιατί 'χα μεγάλο μυαλό και σᾶς ἔβλεπα
πέρα πέρα σε να σαστε γυαλένιοι.
00:52:09.629 --> 00:52:13.307
επειδῆς ἤξερα, πὼς δὲ θὰ σᾶς διόρθωνα
μοναχός μου, κορόιδεβα.
00:52:13.695 --> 00:52:16.381
"Α ! δὲν εἶναι τόσο ἔφκολο πράμα
ἡ κοροϊδία.
00:52:16.381 --> 00:52:18.523
Είναι μαζί παιχνίδι καὶ τέχνη.
00:52:18.749 --> 00:52:22.286
Πρέπει να χεις πολλή φαντασία
καὶ κρίση καὶ πείρα τῆς ζωῆς.
00:52:22.596 --> 00:52:27.574
Καὶ νὰ μπορεῖς όλ' ἀφτὰ νὰν τὰ παίζεις
ανάλαφρα καὶ φωτερά, δίχως προσπάθεια.
00:52:28.172 --> 00:52:31.825
Η κοροϊδία δὲν εἶναι ἡ ἀρχή, μὰ τὸ τέλος
της φιλοσοφίας.
00:52:32.258 --> 00:52:34.611
Χρειάζεται να χεις περάσει πρῶτα
ἀπὸ τὸ δράμα
00:52:34.611 --> 00:52:39.170
τῆς συλλογῆς καὶ τῆς ἀπελπισιᾶς γιὰ νὰ
φτάσεις στο γέλιο, - στὸ πικρόγελο.
00:52:39.318 --> 00:52:41.260
Κι ἂν μπορέσεις να φτάσεις !
00:52:42.544 --> 00:52:45.464
Τις περισσότερες φορές προσπαθοῦσα
νὰ μὴ σᾶς βλέπω.
00:52:45.778 --> 00:52:48.299
Πήγαινα πότε στη θάλασσα,
πότε στις παλαίστρες.
00:52:48.485 --> 00:52:52.220
Τὰ παιδιὰ μὲ τὰ σφιχτοδεμένα κορμιά τους,
τὰ λυγερά σὰν τὰ στάχια,
00:52:52.220 --> 00:52:55.563
μὲ κάνανε νὰ ξεχνιέμαι σὰν ἐμπροστά
στὴν ἀπέραντη θάλασσα
00:52:55.563 --> 00:52:56.919
τ' ανοιξιάτικα πρωινά.
00:52:57.249 --> 00:53:00.697
Γέλια, ξεφωνητὰ καὶ πείσματα...
χαρούμενος αέρας,
00:53:00.697 --> 00:53:04.320
ποὺ μὲ σιγομεθοῦσε καὶ μὲ βύθιζε
σὲ μιὰ γλυκιά μελαγχολία.
00:53:04.753 --> 00:53:08.318
"Ηθελα να γινόμουν ἄμυαλο παιδί
καὶ μοῦ ρχότανε νὰ σηκωθώ κ' ἐγὼ
00:53:08.318 --> 00:53:11.121
νὰ κυλιστῶ μὲ τ' ἄλλα μέσα στη σκόνη
και στὸν μπουχό,
00:53:11.457 --> 00:53:14.273
σὰν τοὺς γαϊδάρους τὸ καλοκαίρι
μὲ τὸ σαμάρι στην πλάτη,
00:53:14.557 --> 00:53:16.691
- καὶ νὰ γκαρίζω, νὰ γκαρίζω !
00:53:17.514 --> 00:53:20.743
Αν ἐκείνη τὴν ὥρα με ζύγωνε κανείς,
γιὰ νὰ μοῦ κάνει τὸν ἔξυπνο,
00:53:20.743 --> 00:53:22.181
θὰ τὸν ἔτρωγα ζωντανό.
00:53:22.999 --> 00:53:24.196
Ὕστερις, ὅταν ἔφεβγα,
00:53:24.196 --> 00:53:26.885
τραβοῦσα σκυφτός καὶ συλλογισμένος
τοίχο τοίχο
00:53:26.885 --> 00:53:31.545
και μετροῦσα τὰ βήματά μου... δέκα...
τρακόσια... χίλια... δυο χιλιάδες...
00:53:31.545 --> 00:53:34.824
Χωρὶς νὰν τὸ καταλαβαίνω, βρισκόμουνα
ξαφνικά στα λιβάδια.
00:53:35.518 --> 00:53:41.252
Να ! νὰ ! νά ! Ἔδερνα μὲ τὸ μπαστούνι μου
τα στάχια καὶ τὰ στρωνα χάμου.
00:53:41.606 --> 00:53:47.144
Ἔτσι ξεθύμαινα καὶ ξεχνοῦσα, πὼς μήτ' ἐγὼ
θὰ γίνω παιδί μήτε καὶ σεῖς ἀνθρώποι,
00:53:47.896 --> 00:53:51.450
Το καλοκαίρι ! Χρυσὴ ἐποχὴ τῶν φτωχών...
00:53:51.918 --> 00:53:55.633
Μοναχά τὸ καλοκαίρι ζοῦσα πλέρια
τὸ κορμί μου καὶ τὴ σκέψη μου.
00:53:56.590 --> 00:54:00.990
Όλα μου τὸ εἶναι βοοῦσε καὶ φωρτούλιζε
χαρούμενα τὰ λέφκα στὸν ὄχτο,
00:54:00.990 --> 00:54:02.583
γεμάτη ἀστρώματα
και πουλιὰ καὶ τζιτζίκια.
00:54:03.350 --> 00:54:07.200
Καὶ στὴ ρίζα κουλουριασμέν ή ψυχή μου
μὲ τὸ κεφάλι ψηλά καρφωτό,
00:54:07.240 --> 00:54:10.579
πυρωνότανε στον ήλιο καὶ κατέβαζε
πλήθιο το φαρμάκι
00:54:10.579 --> 00:54:12.283
στα κανάλια των δοντιῶν τῆς !
00:54:12.482 --> 00:54:14.751
Καὶ ἀλὶ σὲ κείνονε, που δάγκωνε ...
00:54:16.521 --> 00:54:19.500
Πήγατε λοιπὸν νὰ μὲ καταδικάσετε
στη δόξα τοῦ καλοκαιριού,
00:54:19.500 --> 00:54:23.897
τὸ Μάη μὲ τὰ λουλούδια ... Τὴν ὥρα,
που χω το πιότερο φαρμάκι ...
00:54:24.554 --> 00:54:26.952
"Αν εἶτανε χειμώνας, δὲ θὰ βγαζα λέξη.
00:54:27.543 --> 00:54:30.441
Μα τώρα γλεντάω καὶ φραίνομαι
νὰ σᾶς δαγκώνω.
00:54:30.441 --> 00:54:33.613
(βήχας(
00:54:35.388 --> 00:54:40.534
Εδώ ὁ Σωκράτης ξεροκατάπιε, ἔβηξε
δυο τρεῖς φορὲς καὶ ξανακολούθησε.
00:54:41.241 --> 00:54:44.613
Διηγήθηκε στο δικαστήριο
μιὰν ἡμέρα τῆς ζωῆς του.
00:54:45.830 --> 00:54:50.451
Όλη τη νύχτα ξαπλωμένος στὴν ἀβλὴ πάνου
σὲ στρατιωτικές μπατανίες καὶ τσουβάλια,
00:54:50.451 --> 00:54:56.840
κάτου ἀπὸ τ' ἄστρα, δὲν μποροῦσα νὰ κλείσω
μάτι : σκνίπες, κοριοί κι ιδέες.
00:54:56.561 --> 00:55:00.300
Τις σκνίπες μου τις στέλνανε τ' άστρα,
τοὺς κοριοὺς ὁ τοίχος
00:55:00.300 --> 00:55:03.293
(παλιὸ τὸ σπίτι, βλέπετε),
τὶς ἰδέες ἡ κάκητα.
00:55:03.636 --> 00:55:05.995
Αυτή ναι, θαρρῶ, τὸ θεϊκό μας στοιχείο !
00:55:06.191 --> 00:55:10.282
Το μυαλό μου δουλέβει· κι ὅταν ἀποκοιμηθώ,
ξακολουθεῖ νὰ δουλέβει...
00:55:10.543 --> 00:55:14.911
᾿Αναχαράζω τις κουβέντες τῆς ἡμέρας,
τις βάζω σὲ τéaξη, τίς ξεκαθαρίζω.
00:55:15.362 --> 00:55:18.690
Τότε βρίσκω τὶς πιὸ θανάσιμες ἀντιλογίες,
00:55:18.690 --> 00:55:20.379
ποὺ θὰν τὶς ξεφουρνίσω
τὸ πρωὶ στὴν ᾿Αγορά...
00:55:20.718 --> 00:55:23.892
Στάσου καὶ θὰ δεῖς, τί ἔχω νὰ σὲ κάνω
κύριε Τάδε...
00:55:24.807 --> 00:55:29.238
Λίγο λίγο γαληνέβουνε τὰ μέσα μου κι ἀργὰ
πολὺ κλείνουνε βαριὰ τὰ μάτια μου.
00:55:29.782 --> 00:55:34.860
Μόλις κοκκινίσουνε τὰ μάγουλα τῆς ᾿Αβγῆς,
πετιέμαι ψηλὰ σὰν τὸ πετεινάρι
00:55:34.860 --> 00:55:36.888
κι ἀρχίζω νὰ λαλῶ : νὰ πειράζω
τὴν Ξανθίππη...
00:55:37.457 --> 00:55:41.473
Αφοῦ μοῦ φέρει τὴν πρωινή μου κρασοψυχιά
μέσα σ'ένα πήλινο καφκί,
00:55:41.473 --> 00:55:44.316
μουρμουρίζοντας, πάει στο πηγάδι
καὶ τραβάει νερό.
00:55:45.510 --> 00:55:47.665
Ὕστερις μοῦ χύνει κατακέφαλα
τὸν κουβὰ γεμάτο.
00:55:48.157 --> 00:55:51.940
Κι ἐνῶ σφουγγίζοµαι γρήγορα γρήγορα
μὲ τὰ μανίκια
00:55:51.940 --> 00:55:54.787
καὶ χτενίζω τὰ γένια µου μὲ τὰ δάχτυλα...
κείνη δυναμώνει τὸ χαβά της.
00:55:55.531 --> 00:55:57.734
«Δὲ μ᾿ ἄφησες ὅλην τὴ νύχτα νὰ κοιμηθῶ.
00:55:57.734 --> 00:56:01.815
Κλωτσοῦσες, ῥροχάλιζες, ἔτριζες τὰ δόντια
σου καὶ βρωμοῦσες σχκὀρδο.
00:56:01.815 --> 00:56:03.873
Δὲ ντρέπεσαι τουλάχιστο τὰ παιδιά ;»
00:56:04.379 --> 00:56:07.999
(Ὅλοι κοιµόμαστε στὴν ἀβλη κατάχαµα,
ἕνας πλάι στὸν ἄλλονε).
00:56:08.304 --> 00:56:12.372
Αἴ τότες ἐγὼ βγάνω φτερά,
τῆς τσιµπάω τὸ μπράτσο... καὶ δρόµο !
00:56:12.822 --> 00:56:17.595
"Αν δὲ μὲ βρίσει πρωὶ πρωί, θά µαι
ξυνισμένος κι ἄκεφος ὅλη τὴν ημέρα !...
00:56:18.579 --> 00:56:22.886
Πρὶν πάει μισὸ καλάμι ὁ γῆλιος
κόβω μιὰν κορφὴ βασιλικὸ καὶ ξεπορτίζω.
00:56:23.267 --> 00:56:26.510
Ἕνα ζεβγάρι σπουργίτες τροµάζουνε ξαφνικὰ
00:56:26.510 --> 00:56:28.712
καὶ χαράζουνε στὸν ἀέρα
δυὸ φωτεινὲς γραμµές,
00:56:28.712 --> 00:56:32.167
ἀπὸ τὴν καβαλίνα τοῦ δρόμου
στὴν κορφὴ τῆς διπλανῆς ροδακινιᾶς.
00:56:33.500 --> 00:56:37.602
Στρίβω δεξιὰ καὶ παίρνω τ᾽ ἀνοιχτά...
περιβόλια... ρεματιές...
00:56:38.130 --> 00:56:40.989
ν ἀνασάνω βαθιά... νὰ ξαλαφρώσω...
00:56:42.183 --> 00:56:44.407
᾿Ακούγονται μακριὰ στὶς δημοσιὲς
τὰ πρῶτᾳ κάρα,
00:56:44.407 --> 00:56:47.589
ποὺ κατεβαίνουνε στὴν ᾿Αθήνα γεμάτα
δροσερὰ λαχανικὰ καὶ φροῦτα.
00:56:48.209 --> 00:56:51.905
Σὲ λίγο στὰ καλντερίµια τῶν σοκακιῶν
ἀνακατέβονται τὰ πέταλα τῶν ἀβασταγῶν
00:56:51.905 --> 00:56:53.578
μὲ τὰ χουγιαχτὰ τῶν ἀγωγιάτηδων.
00:56:53.578 --> 00:56:58.106
Λεκάνες καὶ ντενεκέδες ἀδειάζούυνε
σαπουνόνερα καὶ λάντζες ὅπου τύχει.
00:56:58.441 --> 00:57:02.918
Γεροντικὰ βηξίµατα καὶ ρόχαλα κάνουνε
στράκες ἀπάνου στὰ κεφάλια τῶν Θεῶν...
00:57:03.357 --> 00:57:07.388
Τὰ χούφταλα ! Ξυπνώντας ἀξημέρωτα
πᾶνε νὰ δικάσουν
00:57:07.388 --> 00:57:10.436
η νὰ συνεδριάσουνε στη λαοσύναξη
γιὰ τὶς δεκάρες...
00:57:10.709 --> 00:57:15.342
Ὅσο νὰ κατέβω στὸ παζαρι, σύνεφα μύγες,
κουρνιαχτός, κάτουρα,
00:57:15.342 --> 00:57:20.128
ποὺ ἀχνίζουνε, κι ἀνθρωπήσια βαρβατίλα
μαγαρίζουνε τὴν παρθενικὴν ημέρα.
00:57:21.801 --> 00:57:25.252
Κιαλάρω μαζωμένους στὴ στοὰ τὸν Κόλια,
τὸν Πρίφτη,
00:57:25.252 --> 00:57:29.603
τὸ Δέδε, τὸ Γκίκα, τὸ Δεδεγκίχα...
τοὺς μεγάλους ἄντρες !
00:57:29.900 --> 00:57:32.006
Εἶναι μαζὶ τους κι ὁ χύριος Τάδες.
00:57:32.218 --> 00:57:34.205
Κι ἂν δὲν εἶναι, θά ρτει.
00:57:34.336 --> 00:57:35.846
Ζυγώνω καὶ καληµερίζω.
00:57:36.279 --> 00:57:40.242
Τοὺς λέω τὰ σπουδαῖα τῆς Ἠμέρας :
γιὰ τὸ γάιδαρο τοῦ Μελέτη,
00:57:40.242 --> 00:57:43.769
πού σπασε τὴν τριχιά του ψὲς τὸ βράδι
καὶ λάκηξε κατὰ τὰ Τουρκοβούνια
00:57:43.769 --> 00:57:47.544
κυνηγώντας μιὰ καλοθρεμένη τσακἰστρα·
γιὰ τὸ κρασὶ τοῦ Μπαρμπαχρίστου,
00:57:47.544 --> 00:57:50.279
ποὺ ξύνισε κι ὁ γιατρὸς δὲν μπόρεσε
νὰν τὸ γιάνει΄
00:57:50.279 --> 00:57:53.576
γιὰ τὴν Παπαλάμπραινα,
ποὺ σήκωσε τὴ γειτονιὰ στὸ ποδάρι,
00:57:53.576 --> 00:57:56.130
γιατὶ τ᾿ ἀγγούρι, ποὺ τῆς ἔδωκε ψὲς
ὁ µανάβης,
00:57:56.130 --> 00:57:58.966
εἴτανε καὶ μικρὸ καὶ πικρὸ φαρμάκι !
00:58:00.212 --> 00:58:05.940
Καὶ ποιὸς εἴτανε ἀφτὸς ὁ κ. Τάδες ;
Ὁ σοφιστῆς, ὁ πολιτικός, ὁ ποιητάκος.
00:58:06.254 --> 00:58:10.186
"Όσοι φαντάζονιαι πὼς εἶναι πανήξεροι, καὶ
τό χουνε καμάρι ποὺ λένε ψέματα.
00:58:10.691 --> 00:58:11.866
Τοὺς ἀλάλιαζα.
00:58:11.866 --> 00:58:14.449
"Οχι γιατί θελα νὰ φαίνομαι
καλὐτερός τους.
00:58:14.449 --> 00:58:18.081
Δὲν ἀξίζει τὸν κόπο νά ναι κανεὶς
πρῶτος η τελεφταῖος
00:58:18.081 --> 00:58:20.984
ἀνάμεσα σὲ τελεφταίους, ποὺ θαρροῦνε
πὼς εἶναι πρῶτοι.
00:58:21.623 --> 00:58:24.362
Τοὺς τσάκιζα, καθὼς τσακίζουµε
τοὺς κοριοὺς...
00:58:24.724 --> 00:58:26.900
Δὲ ζητᾶμε δηλαδη νὰν τοὺς καλυτερέψουµε
00:58:26.900 --> 00:58:30.312
μήτε νὰ σώσουμε τοὺς γειτόνους η
τὶς μελλούμενες γενιὲς τῶν Ἑλλήνων !
00:58:30.635 --> 00:58:34.433
Ἕνας λύκος μοναχά, τοῦ ᾿Αγκούμπιο,
τὰ κατάφερε νὰ καλυτερέψει,
00:58:34.433 --> 00:58:38.185
νὰ γίνει θεοφοβούμενος καὶ νὰ μὴν τρώγει
κρέατα ζωντανά, µά...
00:58:38.185 --> 00:58:42.134
ραδίκια βραστά,ποὺ κατέβαινε καὶ
τ᾽ ἀγόραζε πρωὶ πρωὶ στὸ Λαχανοπάζαρο.
00:58:43.314 --> 00:58:47.830
Γιὰ τὴν πλεμπάχγια τὴν παρακατιανη,
γιὰ σᾶς, ἔνιωθα μονάχα λύπηση.
00:58:48.105 --> 00:58:51.279
“Ο νούς, η καρδιὰ κ᾿ η πράξη σας
δὲν εἶναι δικά οας :
00:58:51.815 --> 00:58:55.602
αἰστάνεστε, νογᾶτε καὶ κάνετε
ὅ,τι συφέρνει στοὺς Λύκους.
00:58:56.102 --> 00:58:59.193
Οἱ Λύκοι σᾶς µάθανε, πὼς εἶναι καὶ δίκιο
καὶ θέλημα τῶν θεῶν,
00:58:59.193 --> 00:59:04.817
ἀφτοὶ νὰ τρῶνε κρέας ἀνθρωπινὸ καὶ
σεῖς ραδίκια βραστὰ -- καὶ νὰ βρίσκονται !
00:59:07.400 --> 00:59:10.218
Οἱ σοφιστάδες... Τί µεγαλεῖο !
00:59:10.535 --> 00:59:14.954
᾿Ἐρχόντουσαν ἀπὸ πολὺ µακριά. ψηλοί,
γεμάτοι, χαρούμενοι.
00:59:15.614 --> 00:59:19.137
Σὰν κοσμογυρισµένοι, μπορούσανε
καὶ γινόντανε σὲ μιὰ βδομάδα
00:59:19.137 --> 00:59:21.372
βέροι Αθηναῖοι, γέννημα - θρἐµα.
00:59:21.797 --> 00:59:25.523
Ντυμένοι κόκκινους μαντύες,
σπαρµένους ἄστρα µαλαματένια,
00:59:25.523 --> 00:59:28.095
κατσαρωμένοι καὶ φκιασιδωµένοι
στὸν καθρέφτη,
00:59:28.095 --> 00:59:31.759
προβαίνανε ἀργὰ καὶ πίσηµα
μὲ τὰ σκαλισµένα μπαστούνια τους
00:59:31.759 --> 00:59:34.225
καὶ τὸ φιλντισένιο μῆλο, σὰ βασιλιάδες.
00:59:35.175 --> 00:59:38.881
Μᾶς περνούσανε γιὰ ἐπαρχιῶτες ---
καὶ τάχατες δὲν εἴμαστε ;
00:59:39.904 --> 00:59:44.803
'Η ξενοτοπίτισσα προφορά τους ἔκανε
τὸ µίληµά τους κελαηδιστὸ καὶ ζαχαρένιο.
00:59:44.803 --> 00:59:47.252
Έτσι τὸ ψέβδισµα τῶν σπαθάτων ἀχειλιῶν
00:59:47.252 --> 00:59:50.211
ἢ τ᾽ ἀλαφρὸ ἀλλοιθώρισμα
τῶν παιχνιδιάρικων ματιῶν
00:59:50.211 --> 00:59:54.154
κάνει τὶς κοκέτες γυναικοῦλες πιὸ
τσαχπίνισσες καὶ πιὸ λαχταρισµένες.
00:59:55.038 --> 00:59:57.535
Κάθε τους λέξη τῆνε βροντούσανε
στ᾽ ἀφτιά σας,
00:59:57.535 --> 01:00:00.317
ὅπως οἱ σαράφηδες τὶς λίρες
ἀπάνου στὴν πέτρα,
01:00:00.317 --> 01:00:04.601
μὰ ἐσᾶς δὲ σᾶς ἔνοιαζε νὰ ξεχωρίζετε
τὶς ἀληθινὲς ἀπὸ τὶς κάλπικες.
01:00:04.808 --> 01:00:07.938
Ο Πήγασος τῆς ρητορείας τους
σᾶς ἀνέβαζε καμαρωτὸς
01:00:07.938 --> 01:00:09.786
στ᾽ ἀτέλειωτα βάθη τῶν ὑψῶν,
01:00:09.786 --> 01:00:12.554
κ᾿ η καρδιά σας, ὅπως η σπηλιὰ
τῆς Πεντέλης,
01:00:12.554 --> 01:00:15.256
δεφτέρωνε καὶ τρίτωνε τ᾽ ἀχολογητό του.
01:00:15.471 --> 01:00:19.531
Χάνοντας ἀπὸ τὰ πόδια σας τὴ γῆς,
ἐχάνατε στὸ τέλος καὶ τὸν ἑαφτό σας
01:00:19.531 --> 01:00:21.944
γινάµενοι σὰν τοὺς ἥσκιους
τοῦ Κάτου Κόσμου.
01:00:22.514 --> 01:00:24.874
"Όταν λοιπὸν ἐγὼ τοὺς ἀρωτοῦσα ξαφνικά :
01:00:24.874 --> 01:00:28.208
«Ἔχετε πολιτικὰ δικαιώµατα
γιὰ νὰ φωνάζετε τόσο :»
01:00:28.537 --> 01:00:30.704
χάλαγ᾽ ἐφτὺς η παράσταση.
01:00:30.950 --> 01:00:33.478
Καἱ σεῖς ἀπὸ τὰ ψηλά, ποὺ ἁρμενίζατε,
01:00:33.478 --> 01:00:36.818
πέφτατε κατακέφαλα πάνου στὰ βράχια
τῆς γῆς καὶ τσακιζόσαστε
01:00:36.818 --> 01:00:38.890
σὰν τὶς χελῶνες τοῦ Γεροαίσωπου.
01:00:39.223 --> 01:00:41.445
Εἴτανε λοιπὸν νὰ μὲ χωνέβετε ;
01:00:42.965 --> 01:00:47.208
Ἐγὼ βέβαια τὰ πολιτικά µου δικαιώµατα τὰ
εἶχα γραμμένα στὰ παλιά µου τὰ παπούτσια.
01:00:47.494 --> 01:00:50.701
Ποτές µου δὲν πῆγα νὰ ψηφίσω'
νὰ διαλέγω μοναχός µου
01:00:50.701 --> 01:00:53.827
ποιὸς κλέφτης θὰ μὲ κλέβει
καὶ ποιὸς τζελάτης θὰ μὲ κόβει.
01:00:54.472 --> 01:00:58.245
Ἔλεγα ἔτσι στοὺς σοφιστάδες,
γιὰ νὰ θυµώνετε σεῖς κ᾿ ἐγὼ νὰ γελάω
01:00:58.855 --> 01:01:02.504
Οἱ σοφιστάδες µοσκοπλερώνονται...
Πέντε µνές...
01:01:02.840 --> 01:01:05.126
Θὰ πεῖ, πὼς ἡ σοφία τους ἄξιζε τόσο.
01:01:05.404 --> 01:01:08.092
᾿Απὸ τὴν τιμή καταλαβαίνεις
τὴν ἀξία τῆς πραμάτειας.
01:01:08.473 --> 01:01:13.265
᾿Εγὼ τὴ φτωχή µου τὴ γνώση τή χάριζα
τζάμπα καὶ κανένας δὲν τήνε δεχότανε.
01:01:13.613 --> 01:01:15.635
Θὰ πεῖ πὼς δὲν ἄξιζε τίποτα.
01:01:16.021 --> 01:01:19.667
Μὰ θὰ πεῖ καὶ κατιτὶς ἄλλο :
γιὰ νὰ ἐπιμένω
01:01:19.667 --> 01:01:22.673
νὰ σᾶς τήνε δίνω μὲ τὸ ζόρι
καὶ μὲ κίντυνο τῆς ζωῆς µου,
01:01:22.866 --> 01:01:26.373
κάποιος ὀχτρός σας θὰ μὲ πλῆρωνε.
Προπαγάντα !
01:01:26.661 --> 01:01:31.773
Οἱ Σλάβοι μὲ πλερώνανε νὰ ξεβιδώσω
τὴν ἰδεαλιστικὴ μηχανή τῆς πολιτείας !
01:01:32.451 --> 01:01:36.800
Μὰ γιὰ νὰ µπορῷ νὰ ρεζιλέβω
τὴν παντογνωσία τῶν κοτζάµου σοφιστάδων,
01:01:36.800 --> 01:01:42.108
δὲ θὰ πεῖ πὼς εἶχα δίκιο, μὰ πὼς εἴμουνα
πιὸ πονηρὸς καὶ πιὸ καπάτσος ἀπὸ δάφτους.
01:01:42.443 --> 01:01:46.477
Μποροῦσα νὰ κάνω τ' ἄσπρο µάβρο.
Σημάδι τῶν καιρῶν...
01:01:46.770 --> 01:01:50.068
᾿Αφοῦ μὲ τὶς λογῆς ἀλλαξοκαθεστοσύνες
καὶ προδοσίες
01:01:50.068 --> 01:01:53.961
µαγαρίσατε κάθε νόημα δικαιοσύνης,
ρίξατε τὸ φταίξιμο σὲ μένα.
01:01:54.431 --> 01:01:57.181
Ἐγὼ μὲ τὴ διδασκαλία µου
καὶ μὲ τὶς κοροϊδίες µου
01:01:57.181 --> 01:02:00.912
κλόνισα µέσα στὴν φυχἠ τῶν πολιτῶν
κάθε μπιστοσύνη στοὺς νόμους !
01:02:00.912 --> 01:02:03.854
Εἴμουνα λοιπὸν κ᾿ ἐγὼ ἕνας
ἀπὸ τοὺς σοφιστάδες !
01:02:03.854 --> 01:02:04.779
Μακάρι !
01:02:04.779 --> 01:02:08.960
Τό χω βάρος στὴν ψυχή µου, ποὺ
κοροϊδέβοντας τὴ θεατρική τους ρητορεία,
01:02:08.960 --> 01:02:11.759
χτύπαγα μαζὶ
καὶ τὶς μεγάλες τους ἀλήθειες...
01:02:11.759 --> 01:02:16.535
Ὅταν ἐπιτέλους πέτυχα νὰν τοὺς διώξετε,
κάθισα καὶ συλλογίστηκα τὰ λεγόμενά τους.
01:02:16.873 --> 01:02:18.560
Μέσα µου τί χαλασμός !
01:02:18.560 --> 01:02:22.485
Λυπᾶμαι πολὺ, ποὺ δὲν πρόλαβα
ν᾿ ἀνοίξω τὴν ψυχη µου στὸν κόσμο,
01:02:22.485 --> 01:02:26.349
πρὶν ἐσεῖς μοῦ τῆνε κουκουλώσετε
γιὰ πάντα μὲ μιὰν ὀργιὰ χώμα !
01:02:26.800 --> 01:02:30.483
Αἴ ! στὸ τέλος τῆς ἀπολογίας µου
θὰ σᾶς ἀμολήσω τὰ σφαλάγγια,
01:02:30.483 --> 01:02:32.361
ποὺ βράζουνε µέσα µου ἀπὸ καιρό.
01:02:35.704 --> 01:02:37.472
Νὰ κι ὁ πολιτικὸς ἀριβάρει.
01:02:37.706 --> 01:02:40.811
Μπροστὰ πᾶνε τ᾽ ἀστραφτερά του μάτια
καὶ πίσου ἀφτός.
01:02:41.056 --> 01:02:42.595
Πριχοῦ πατήσει τὸ ποδάρι,
01:02:42.595 --> 01:02:45.890
δοκιμάζει τὰ γεφυροσάνιδα μὲ τὰ μάτια του
σὰν τὸ µουλάρι.
01:02:46.455 --> 01:02:49.261
Ξεροβήχει, γιὰ νὰ γυρίσουμε
νὰ τὸν κοιτάξουμε.
01:02:49.504 --> 01:02:53.331
Μαζί µας εἶναι κάµποσοι φίλοι του.
Τὸν καληµερίζουµε κι ἀφτὸς ζυγώνει.
01:02:53.858 --> 01:02:56.635
Σφίγγει τὰ χέρια µας πολὺ γκαρδιαχκὰ
καὶ μὲ δύναμη.
01:02:56.853 --> 01:02:59.827
Mὲ τέτιο δυνατὸ χέρι βαστάει
τὸ τιμόνι τοῦ Καραβιοῦ.
01:03:00.096 --> 01:03:02.678
Μᾶς ἀγαπάει καὶ γίνεται θυσία γιὰ μᾶς !
01:03:02.860 --> 01:03:06.492
Γιὰ χατίρι µας βουτάει τὸ δημόσιο ταμεῖο,
γιὰ νὰ δίνει σ᾿ ἐμᾶς
01:03:06.492 --> 01:03:09.991
καὶ γιὰ χατίρι µας τσαλαπατάει
τοὺς νόμους, γιὰ νὰ μᾶς σώζει.
01:03:10.464 --> 01:03:13.781
Αφτὸς μᾶς ἔμαθε νὰ παίρνουμε
ψέφτικον ὅρκο στὰ δικαστήρια
01:03:13.781 --> 01:03:16.478
καὶ νὰ μὴν κρατᾶμε τὸ λόγο
μας στ᾿ ἁλισβερίσια µας.
01:03:17.207 --> 01:03:20.492
Αφοῦ ναι μεγάλος τσορµπατζῆς,
εἶναι καὶ μεγάλος στρατηγός.
01:03:20.753 --> 01:03:23.964
“Αν νικούσαν οἱ στρατιῶτες,
ἀφτὸς δοξαζότανε.
01:03:24.225 --> 01:03:27.077
Μά κι ἂν τήνε παθαίνανε,
ἀφτὸς δὲν πάθαινε τίποτα.
01:03:27.431 --> 01:03:29.392
Δὲν ἔφταιγε. Φταίγανε...
01:03:29.839 --> 01:03:31.933
Θὰ σᾶς τὸ πῶ παρακάτου ποιοὶ φταίγανε.
01:03:32.769 --> 01:03:36.241
Κι ἄν παράδινε τὸ στρατὸ στοὺς ὀχτροὺς
κι ἂν τοὺς πουλοῦσε τὰ κάστρα
01:03:36.241 --> 01:03:39.748
κι ἂν ἔφεβγε πρῶτος πρῶτος,
ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὸν κατηγορῆήσει ;
01:03:40.024 --> 01:03:42.401
᾿Αφτὸς εἴταν ὁ Δημόσιος Κατήγορος !
01:03:42.877 --> 01:03:46.567
"Αμα λοιπὸν ξέκοβα ἀπὸ τὴν παρέα
καὶ παρουσιαζόµουνα μπροστά του
01:03:46.567 --> 01:03:49.351
καὶ τοῦ λεγα
«Κὺρ Θόδωρε, γιατί σαι λέρα ;»
01:03:49.500 --> 01:03:52.074
τὰ µατάκια του χωνόντανε βαθιὰ
στὶς τρύπες τους,
01:03:52.074 --> 01:03:54.173
σὰν τὰ ποντίκια ποὺ τὰ τρόμαξε η γάτα.
01:03:54.684 --> 01:03:56.246
Κόκκαλο ὁ κὺρ Θόδωρος.
01:03:56.685 --> 01:04:00.140
Ποιὸς κὺρ Θόδωρος;
“Ὁ Λύκων καὶ ὁ Ανυτος, καλε !
01:04:01.421 --> 01:04:03.420
Αμέσως τὰ πράµατα σκουραίνουν.
01:04:03.420 --> 01:04:06.286
Οἱ φίλοι κ΄ οἱ µπράβοι του
νά κι ἀνασκουμπώνοντα!.
01:04:06.778 --> 01:04:09.782
Τόνε κοιτᾶνε λοξὰ στὰ μάτια
νὰν τοὺς κάνει τὸ νόηµα.
01:04:10.297 --> 01:04:12.179
Μὰ τοῦτος δὲν εἶναι τόσο µπόσικος.
01:04:12.179 --> 01:04:16.684
Παίρνει τὴν κουβέντα µου γιὰ χωρατὀ.
Σκάει στὰ γέλια. Ξέρετε γιατί ;
01:04:17.362 --> 01:04:21.136
Κοιτάει τὰ µπράτσα µου τὰ χοντρά,
ποὺ καταχερίσανε πολλοὺς ὣς τώρα.
01:04:21.499 --> 01:04:25.148
"Ὑστερις ἔχουνε σφιχτεῖ γύρα µου πολλοί,
γιὰ νὰ πάρουνε τὸ µέρος µου.
01:04:25.470 --> 01:04:29.627
Δὲν εἶναι φιλοσόφοι, δὲν εἶναι φίλοι µου·
εἶναι λέρες σὰν κι ἀφτόν.
01:04:29.896 --> 01:04:31.527
Είναι πολιτικοί του ὀχτροί.
01:04:32.643 --> 01:04:37.039
Γελώντας ἀποτραβιέται μὲ τοὺς δικούς του.
«Ἔννοια σου», λέει µέσα του,
01:04:37.039 --> 01:04:40.020
«καὶ θὰ σοῦ τῆνε φέρω ἐγὼ
ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περιμένεις».
01:04:40.976 --> 01:04:44.306
Οἱ πιὸ µαλαγάνες ἀπὸ δάφτους κοιτάζανε
πῶς νὰ μὲ καλοπιάσουνε,
01:04:44.306 --> 01:04:45.777
γιὰ νὰ μὴν τοὺς βρίζω.
01:04:45.995 --> 01:04:51.435
Μὲ προσφωνάζανε «μέγιστο φιλόσοφο» καὶ μοῦ
στέλνανε στὸ σπίτι λογής πεσκέσια :
01:04:51.691 --> 01:04:55.409
κόκκιν᾽ ἀβγὰ καὶ τσουρέκια τὸ Πάσκα·
γουρουνόπουλα τὴν Πρωτοχρονιά·
01:04:55.409 --> 01:05:00.437
τσαντῆλες Γιαούρτι Μανωλάδας τὸ Φλεβάρη·
ὀρτύκια µανιάτικα τὸν ᾿Αλωνάρη·
01:05:00.693 --> 01:05:04.832
καὶ στὴ γιορτή µου συναγρίδες, σύκα,
νταμιτζάνες κρασὶ καὶ λουλούδια. ᾿
01:05:05.737 --> 01:05:09.375
Εγὼ τά στελνα πίσου... κι ἂς φώναζε
η Ξανθίππη, πὼς εἶμαι κορόιδο.
01:05:09.874 --> 01:05:14.617
Στὸ θεό σας ! Θέλανε
νὰ μοῦ κλείσουνε τὸ στόµα ! Θά σκαγα...
01:05:14.617 --> 01:05:18.971
Μιὰ φορὰ µάλιστα κάποιος τρανὸς ἀπὸ
δάφτους μοῦ στειλε γιὰ σκλάβους
01:05:18.971 --> 01:05:22.728
δυὸ ἀραπάκια τῶν ἑκατὸν ἑξήντα μηνῶν,
ποὺ δὲν ξέραν ἑλληνικά·
01:05:22.964 --> 01:05:27.018
κατσαρὰ μαλλιά, σιντεφένια δὀντια,
χρυσὰ βραχιόλια καὶ σκουλαρίκια...
01:05:27.018 --> 01:05:29.838
«Γιὰ νὰν τὰ κάνω», μοῦ γραφε,
«φιλοσόφους» !
01:05:30.233 --> 01:05:33.278
Τὰ τύλιξα μὲ μισὸ σεντόνι
(εἴτανε τσίτσιδα)
01:05:33.278 --> 01:05:36.700
καὶ τὰ ξανάστειλα πίσου.
Ποιὸς θὰν τά τρεφε ;
01:05:37.572 --> 01:05:39.778
᾽Αφτὸ τὸ περιστατικὸ τὸ ξέρουνε πολλοί.
01:05:40.064 --> 01:05:42.848
Κείνη τὴ µέρα σηκώθηκε
ὅλο τὸ Κολωνάκι στὸ ποδάρι.
01:05:43.115 --> 01:05:46.939
Βγήκαν ἀπὸ τὰ σπίτια καὶ τὰ µαγαζιά τους
κι ἀραδιαστήκανε στὰ πεζοδρόμια,
01:05:46.939 --> 01:05:50.001
γιὰ νὰν τὰ κοιτᾶνε, ποὺ περνούσανε
πιασµένα χέρι χέρι...
01:05:50.632 --> 01:05:53.359
Καὶ τί, θαρρεῖτε, μὲ κουτσομπολέψανε
κατόπι ;
01:05:53.775 --> 01:05:57.101
Ὁ Σωκράτης τά διωξε, γιατὶ τὰ θελε
νά ταν ἄσπρα !
01:05:59.097 --> 01:06:02.233
'Ὁ Περικλής, σὰν ἄκουσε νὰ γίνεται
τόση κουβέντα γιὰ μένα,
01:06:02.233 --> 01:06:04.950
ἔβαλε τὴν ᾿Ασπασία νὰ μὲ φωνάξει
στὸ παλάτι του.
01:06:05.207 --> 01:06:07.252
Καὶ κείνη μοῦ στειλε τὸν ᾽Αλκιβιάδη.
01:06:07.646 --> 01:06:09.180
Μποροῦσα νὰ χαλάσω τὸ χατίρι
01:06:09.180 --> 01:06:11.401
τοῦ καλόπαιδου
καὶ τῆς μεγάλης ἀρχόντισσας ;
01:06:11.895 --> 01:06:13.548
Πήγα μὲ σκοπὸ νὰ τσακωθῶ.
01:06:13.888 --> 01:06:16.969
Μὰ σ᾿ ὅ,τι καὶ νὰν τοὺς ἔλεγα,
δὲ μοῦ φέρνανε ἀντίρρηση.
01:06:17.244 --> 01:06:21.421
Κι ὅταν κατάκρινα τὸν «᾿Ὀλύμπιο Δία»
γιὰ ὅσες ρομαντικὲς παπαρδέλες
01:06:21.421 --> 01:06:25.432
σᾶς εἶπε στὸν Επιτάφιό του, κούνησε
γελώντας τὴ σουβλερή του καράφλα
01:06:25.432 --> 01:06:28.028
καὶ μὲ παρακινοῦσε νὰ κακολογῶ
τοὺς ὀχτρούς του
01:06:28.028 --> 01:06:29.993
καὶ νὰ λέω ἀρσίζικα χωρατά.
01:06:30.392 --> 01:06:34.879
Κ᾿ η ᾿Ασπασία γελώντας κι ἀφτὴ
μοῦ χάιδεβε μὲ τὰ θεῖα της κρινοδάχτυλα
01:06:34.879 --> 01:06:38.586
τούτην ἐδῶ τὴν παλιοπατατούκα,
ποὺ βλέπετε, καὶ μοῦ λεγε σιγανά :
01:06:38.793 --> 01:06:41.395
«Βγάλ’ τηνε, καημένε,
νὰ σοῦ τήνε µπαλώσω ...»
01:06:42.362 --> 01:06:46.305
Μοῦ κάνανε μεγάλα ἰκράµια καὶ μ᾿ ἀκούγανε
μὲ κατάνυξη καὶ θαμασμό.
01:06:46.716 --> 01:06:49.653
Μὰ δὲν εἶναι γι’ ἀφτά, ποὺ δὲν ἔβρισα
καὶ τὸν Περικλή.
01:06:49.913 --> 01:06:52.169
Μοῦ δινε τὸ λόγο του, πὼς ὅπου νά ναι,
01:06:52.169 --> 01:06:55.368
θὰν τὰ ταίριαζε μὲ τοὺς Μωραΐτες
καὶ θὰ τέλειωνε τὸν πόλεμο...
01:06:55.564 --> 01:06:57.872
Τώρα τὸ βλέπω, μὲ κορόιδεβε.
01:06:58.250 --> 01:07:03.668
Ὁ µόνος ποὺ μὲ κορόιδεψε στὴ ζωή μου.
Αν ἐζοῦσε, θὰ πολεμοῦσε ἀκόμα Ι...
01:07:03.960 --> 01:07:06.454
Εξουσία καὶ πόλεμος δὲν μπορεῖ
νὰ χωριστοῦνε !...
01:07:07.626 --> 01:07:12.525
Θαρρῶ βγηκ᾽ ἀπὸ τὸ θέµα...
Γεροντικὴ φλυαρία. Νὰ μὲ συμπαθᾶτε !
01:07:15.928 --> 01:07:20.774
Αμ’ οἱ ποιητάδες ; ᾿Αρσενικὲς Πυθίες, ποὺ
κουβεντιάζουνε μὲ τοὺς θεούς,
01:07:20.774 --> 01:07:22.214
σὰν παλιοὶ κουμπάροι...
01:07:22.469 --> 01:07:26.291
Μεσάτοι, κουνιστοὶ καὶ μὲ κομένα μάτια,
κεῖ ποὺ περπατᾶνε
01:07:26.291 --> 01:07:28.930
σκορπίζοντας ἀρώματα
καὶ χάχανα καμπανιστά,
01:07:28.930 --> 01:07:33.463
σταματᾶνε ξαφνικά, γουρλώνουνε τὰ µάτια
καὶ κοιτάζουνε τ᾽ ἄστρα µέρα μεσημέρι.
01:07:33.764 --> 01:07:36.356
Κείνη τὴ στιγμή κατεβαίνουν
ἄγγελοι τῶν Θεῶν
01:07:36.356 --> 01:07:38.777
καὶ τοὺς καλοῦνε
στὸν "Όλυμπο τῆς Μωρίας !... ᾿
01:07:39.048 --> 01:07:41.441
Εκεῖ μεθᾶνε κ ἐδῶ χρησμολογοῦνε.
01:07:41.736 --> 01:07:45.824
Μὲ τὰ μάγια τῶν στίχων μᾶς λυτρώνουν
ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς µαταιότητας.
01:07:46.084 --> 01:07:49.735
᾿Αφτοὶ δίνουν αἰωνιότητα σ’᾿ ὅτι ἀγγίσουνε
μὲ τὴν πνοή τους.
01:07:50.268 --> 01:07:55.387
Χάρη σ᾿ ἀφτοὺς ὁ κόσμος γίνεται καλύτερος
καὶ βασιλέβουνε στὴ γὴς η ψυχη κι ὁ Θεός !
01:07:55.764 --> 01:07:57.484
Καλὴ ὥρα σὰν τὸ Μέλητο...
01:07:58.653 --> 01:08:01.591
Αμα λοιπὸν τοὺς ἔπαιρνε τὸ µάτι µου
καὶ τοὺς χαιρετοῦσα :
01:08:01.591 --> 01:08:06.999
«τί μοῦ γλυκοπικρογίνεσαι, Μαρίκα » φυσικὰ
θυµώνανε κι ἀφτοὶ κ οἱ φίλοι τους.
01:08:07.472 --> 01:08:11.299
Καὶ νά πούρθανε τὰ πράματα δεξιὰ
κ᾿ η Μαρίκα - Μέλητος
01:08:11.299 --> 01:08:13.949
στάθηκε πρῶτος θανάσιµος κατηγορός µου.
01:08:15.211 --> 01:08:18.089
Στὸ ἀναμεταξὺ μοῦ γραφαν
ἐπιγράμματα τσουχτερά,
01:08:18.089 --> 01:08:20.932
ποὺ κάνανε τὴ βόλτα τους
στὰ σοκάκια, στὰ χωριά...
01:08:21.442 --> 01:08:25.769
Ὅσο ποὺ κάποτες ὁ ᾿Αριστοφάνης,
ὁ μόνος ποὺ τοῦ ταίριαζε νά ναι ποιητῆς,
01:08:25.769 --> 01:08:29.173
γιατί τανε µισάνθρωπος καὶ τζαναµπέτης,
μ᾿ ἀνέβασε στὸ θέατρο...
01:08:29.872 --> 01:08:31.909
Πρωταγωνιστῆς τῶν «Νεφελῶν» !
01:08:32.824 --> 01:08:34.938
Γελοῦσε ὁ κόσμος κ᾿ ἐγὼ καµάρωνα...
01:08:34.938 --> 01:08:38.881
ὅσο ποὺ μ᾿ ἀναγκάσανε νὰ πηδήξω πάνου σὲ
μιὰ καρέκλα γιὰ νὰ μὲ ἰδοῦνε !
01:08:39.477 --> 01:08:41.738
᾿Απὸ τότες ἔγινα «σπουδαῖος» ἄνθρωπος.
01:08:42.002 --> 01:08:44.003
“Ολ᾽ η "Ἑλλάδα μιλοῦσε γιὰ μένα...
01:08:44.223 --> 01:08:47.184
Πρωτύτερα δὲ μὲ καλοξέρανε,
μήτε μὲ λογαριάζανε.
01:08:47.977 --> 01:08:51.383
Μετὰ τὴν παράσταση μὲ πῆραν οἱ φίλοι
καὶ πήγαμε στὴν ταβέρνα
01:08:51.383 --> 01:08:53.034
νὰ γιορτάσουµε τὴ δόξα µου.
01:08:53.321 --> 01:08:57.160
Γενήκαμε στουπὶ στὸ µεθύσι κ᾿ εἴπαμε
σωρὸ καρίπικα τραγούδια...
01:08:57.699 --> 01:08:59.725
Τὰ ξηµερόµατα γύρισα στὸ σπίτι...
01:09:00.044 --> 01:09:02.813
Πατοῦσα στὰ νύχια, γιὰ νὰ μὴ
μὲ μυριστεῖ η Ξανθίππη.
01:09:03.033 --> 01:09:06.672
Μὰ ποῦ ! Τινάχτηκε ἀπάνου
κι ἄρχισε τὸν ἀναβαλλόμενο...
01:09:07.091 --> 01:09:12.003
«Ξέρεις», τῆς λέω, «ἀπὸ σήµερις εἶμαι
ὁ μεγαλύτερος ἄνθρωπος σ’ ὅλο τὸν... κόσµο
01:09:12.286 --> 01:09:14.269
(ἔτσι τό λεγα, γιὰ νὰ τὴν καλμάρω).
01:09:14.269 --> 01:09:16.941
Καἱ σύ, ποὺ μ᾿εἶχες τοῦ µπάτσου
καὶ τοῦ κλώτσου !...
01:09:16.941 --> 01:09:18.823
Μ’ ἀνεβάσανε στὸ θέατρο...»
01:09:20.355 --> 01:09:24.691
Ἔτριψε τὰ μάτια της, στάθηκε λίγο
κ᾿ὕστερις γιὰ πρώτη φορὰ στὴ ζωή της
01:09:24.691 --> 01:09:27.657
μ᾿ ἀγκάλιασε, μὲ φίλησε καὶ μοῦ πε:
«χρυσό µου !»
01:09:29.519 --> 01:09:34.271
Ὡς τὸ πρωὶ µετάνιωσε : «Κοίταξε νὰ βρεῖς
καμιὰ δουλειά᾿ νὰ διοριστεῖς...
01:09:34.271 --> 01:09:37.963
καὶ νὰν τ᾽ ἀφῆσεις ἀφτά...
Γεροπαραλυµένε... ἀγράμματε !»
01:09:40.779 --> 01:09:44.045
᾿Αφτὰ ποὺ σᾶς διηγήθηκα δὲ γινόντανε
κάθε µέρα τὰ ἴδια.
01:09:44.246 --> 01:09:46.962
Τὶς περισσότερες φορὲς κοίταγα
νὰ φέβγω ἀπὸ τὸν κόσμο...
01:09:47.202 --> 01:09:51.788
Νὰ κατεβαίνω στὴ θάλασσα τὴν πολύμορφη
καὶ χιλιότροπη, τὴν ἀχόρταστην ἐρωμένη ἱ
01:09:52.552 --> 01:09:57.107
Νὰ πέφτω µέσα, νὰ τὴν ἀγκαλιάζω
καὶ νὰ πηγαίνω βαθιά... πολὺ βαθιὰ
01:09:57.107 --> 01:09:59.317
συντροφιὰ μὲ τὶς Νεράιδες
καὶ τοὺς Τρίτωνες.
01:09:59.847 --> 01:10:02.534
Νὰ κυλιέμαι κατόπι
στὴν πυρωμένην ἀμμουδιά,
01:10:02.534 --> 01:10:04.666
νὰ ξαπλώνω τ᾽ ἀνάσκελα στὸν ἥλιο
01:10:04.666 --> 01:10:08.066
καὶ νὰ τόνε χορέβω σὰν τόπι πἀνου
στὴν τουρλωτὴ κοιλιά µου...
01:10:08.528 --> 01:10:13.173
Έπαιρνα τὸ λοιπὸν τ'ἀπόμερα σοκάκια καὶ
τραβοῦσα τοῖχο τοῖχο στὶς ᾿Ίτωνίδες Πύλες.
01:10:13.750 --> 01:10:17.090
᾿Εκεῖ στεκόµουνα στὀ να µου ποδάρι
κι ἔβγαζα τό να τσαρούχι
01:10:17.090 --> 01:10:20.238
κ’ ὕστερα στ᾽ ἄλλο ποδάρι κ᾽ ἔβγαζα
τὸ δεύτερο τσαρούχι.
01:10:20.635 --> 01:10:24.614
Τά σφιγγα καὶ τὰ δυὸ κάτου στὴν ἁμασκάλη
-- γιὰ νὰ μὴ λιώνουν οἱ σόλες ἅδικα, --
01:10:24.614 --> 01:10:27.962
κ᾿ ἓν δυὀ, ἓν δυὸ κατέβαινα στὸ Φάληρο.
01:10:28.375 --> 01:10:31.102
Καμιὰ φορὰ μοῦ τύχαινε νὰ πατήσω
καμιὰ μαγαρισιὰ
01:10:31.102 --> 01:10:36.039
(γιοµάτες οἱ συνοικίες καὶ τὰ σοκάκια !).
«Νὰ τὸν Κύνα !» μουρμούριζα.
01:10:36.474 --> 01:10:40.164
«Καλύτερα νὰ πατᾶς µαγαρισιές,
παρὰ νὰ σκοντάβεις ὅλη µέρα
01:10:40.164 --> 01:10:44.438
πάνου σὲ διακονιαρέους καὶ ψέφτες,
«'"Ελληνες Ἑλλήνων”
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Βαρέθηκα πια να παίζω μαζί σας...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Καιρός να σᾶς ἐξηγήσω
καὶ τὴ φιλοσοφία μου...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Τι κατσουφιάζετε ;...
Δὲ σᾶς ἀρέσουν οἱ θεωρίες, αἱ ;
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Θα προτιμούσατε βρωμοκουβέντα.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Αξαφνα, τὸ πῶς μοῦ ρίχτηκε κάποτες
ή Θεοδότη...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Μὰ δὲ μὲ παίρν' η ώρα.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Ανάγκη, πρὶν πεθάνω, νὰ μαθεφτεῖ,
πὼς ὁ Σωκράτης είχε καταλάβει
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
τὰ σφάλματα τῆς διδασκαλίας του
καὶ μετάνιωσε...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Αλήθεια, της είχανε πει τῆς Θεοδότης, πως
δε γουστάρω τάχα τὶς γυναῖκες, - ἐγώ !
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Καὶ πικαρίστηκε.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Το βαλε πεῖσμα νὰ μὲ καταφέρει.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Μὲ καλοῦσε κάθε τόσο στη βίλα της
να συζητάμε φιλοσοφία.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Κι όλο τύχαινε νὰ λούζεται, ν' ἀλείφεται
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
καὶ νὰ προβάρει γυμνή μπροστά μου
τους νέους χορούς της.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
«Σαν άνθρωπος ἀνώτερος», μου λεγε,
«δὲν παρεξηγείς»...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Ἔπειτα ξαπλωνότανε στο ντιβάνι τ' ανάσκελα
γιὰ νὰ ξεκουραστεί, με κάθιζε δίπλα της
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
κ' ἐνῶ ζεστὸς καὶ φωτεινὸς ὁ κόρφος της
ἀνεβοκατέβαινε γρήγορα,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
τῆς μιλοῦσα γιά τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Ξαφνικά μ' έκοβε στη μέση καὶ μοῦ λεγε :
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
«Ξέρω σωστοὺς ἐξηνταεννιὰ τρόπους
νὰ κάνω τὸν ἔρωτα».
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Κ' εγώ τό ριχνα στη συλλογή.
«Τι έχεις;» μὲ ρωτούσε.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
«Κοιτάω νὰ βρῶ, ποιὸς ἀπὸ
τοὺς ἑξηνταεννιά σου τρόπους
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
εἶναι... φιλοσοφικότερος, ἀπόλυτος»...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Φωνές: «Ποιὸς εἶναι; Ποιὸς εἶναι;»
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Βλέπετε, πὼς χρειάζεται νὰ ξέρουμε
καὶ φιλοσοφία :
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Ἔτσι κ Ἡ Θεοδότη, σὰν κ ἐσᾶς,
μὲ ρωτοῦσε καὶ μὲ ξαναρωτοῦσε...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
«ποιὸς εἶναι :»
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
"Ὥσπου μιὰ µέρα, γιὰ νὰ γλυτώσω, τῆς λέω :
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
«Ο τρόπος ἀφτὸς εἶναι νὰ... δείρεις πρῶτα
δίχως λύπηση τὴ γυναίκα
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
καὶ κεῖ ποὺ κουλουριάζεται ξεφωνίζοντας
στὸ πάτωµα καὶ τρέμει σύγκορμη,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
νὰ τὴν ἀναποδογυρίζεις...»
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Τότες η διαβόλισσα σφίχτηκε ἀπάνω µου
καὶ µισοκλείνοντας λαγγεμένα τὰ μάτια της
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
μουρμούρισε λιγόψυχα : «Δεῖρε µε».
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
᾿᾽Αφτὰ δὲ σᾶς τὰ λέω μοναχὰ
γιὰ νὰ σᾶς πειράξω.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Θέλησα καὶ μὲ τρὀπο νὰ σᾶς µπάσω
στὴ φιλοσοφία µου...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Πάλε κατσουφιάζετε :
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Ἕλληνες ἀρχαῖοι
καὶ νὰ φοβόσαστε τὴ σκέψη Ι...
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
'Ἠσυχάστε ! «Διὸς κριταί»
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
σὰν κ᾿ ἐσᾶς δὲν πάει νὰ πονοχεφαλιάζετε.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Μ’ ὅσο κέφι μοῦ περισσέβει, θὰ κοροϊδέφω
τώρα καὶ τὴ φιλοσοφία µου.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Σὰν ἔξυπνοι γκαγχαρέοι θὰ µισοκαταλάβετε,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
πὼς ἂν δὲν ὑπάρχει στὶς ἐρωτοδουλειὲς
ἀπόλυτον «εἶδος»,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
ἄλλο τόσο δὲν ὑπάρχει
καὶ στὰ «ὑψηλὰ ζητήματα».
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Καὶ πρῶτα πρῶτα δὲν εἶμαι φιλόσοφος.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Δὲν ἔχω φκιάσει κανένα δικό µου «σύστημα»,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
λαμπερὸ ναὸ τῆς Σκέψης μὲ κολόνες,
μὲ πολυελαίους, μ’ "Άγιο Βῆμα
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
κι ἄδυτα τῶν ἀδύτων.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Είχα βρεῖ μοναχὰ μιὰ δική µου
«μέθοδο» σκέψης.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Τ’ ᾿Αφάλι τῆς Γῆς, τ᾽ ἀχνιστὸ
καὶ σκανταλιάρικο,
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
μοῦ δωσε πιστοποιητικὸ σοφοῦ
κι ὄχι φιλοσόφου.
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
Καὶ δὲ μὲ σύγκρινε μὲ τὸν τρανὸ
τὸν Πυθαγόρα, τὸν Ἔμπεδοκλή
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
τὸν ᾿Αναξαγόρα καὶ τόσους ἄλλους,
μὰ μὲ τὸ Σοφοκλὴ καὶ τὸν ᾿Εβριπίδη
99:59:59.999 --> 99:59:59.999
-- μὲ δυὸ ποιητάδες ! Φαίνε- fin 46-82