[Script Info] Title: [Events] Format: Layer, Start, End, Style, Name, MarginL, MarginR, MarginV, Effect, Text Dialogue: 0,0:00:14.94,0:00:34.92,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Κώστας Βάρναλης\NΗ αληθινή απολογία του Σωκράτη{\b0} Dialogue: 0,0:00:38.65,0:00:41.67,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Το πώς γεννήκανε τα πραμματα{\b0} Dialogue: 0,0:00:41.84,0:00:43.64,Default,,0000,0000,0000,,Όσο μιλούσαν οἱ κατηγόροι Dialogue: 0,0:00:43.64,0:00:46.65,Default,,0000,0000,0000,,(ὁ Μέλητος μὲ τὴν ψιλὴ φωνὴ\Nκαὶ τὰ γυναικίστικα κουνήµατα, Dialogue: 0,0:00:46.65,0:00:48.18,Default,,0000,0000,0000,,νεβρικὸς σὰν ἀηδόνι Dialogue: 0,0:00:48.18,0:00:51.38,Default,,0000,0000,0000,,ὁ "Ανυτος μὲ τὰ μεγάλ᾽ ἀφτιὰ χαὶ τὰ\Nρουθούνια γιοµάτα τρίχες' Dialogue: 0,0:00:51.38,0:00:54.26,Default,,0000,0000,0000,,ὁ Λύκων μὲ τὰ στενὰ κροτάφια\Nκαὶ τὴ θολὴ ματιά), Dialogue: 0,0:00:54.26,0:00:58.60,Default,,0000,0000,0000,,οἱ δικαστάδες καθισµένοι κατάχαµα,\Nσταβροπόδι κι ἀνακούρκουδα, Dialogue: 0,0:00:58.60,0:01:02.75,Default,,0000,0000,0000,,μασουλούσανε πασατέµπο καὶ φτιούσανε\Nτὰ τσόφλια στὸ σβέρκο τοῦ µπροστινοῦ. Dialogue: 0,0:01:02.75,0:01:06.94,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ πιὸ πολλοὶ ξαπλωμένοι δίπλα καὶ\Nκάνοντας µαξιλάρι τὰ παπούτσια τους Dialogue: 0,0:01:06.94,0:01:08.66,Default,,0000,0000,0000,,ρουχαλίζανε ρυθμικά. Dialogue: 0,0:01:08.94,0:01:12.12,Default,,0000,0000,0000,,Κι ὁ Σωκράτης κοίταζε ψηλὰ τὸν ἀνοιξιάτικο\Nοὐρανὸ Dialogue: 0,0:01:12.12,0:01:15.95,Default,,0000,0000,0000,,καὶ κάπου κάπου σιγότριβε τὸ ζερβί του\Nγόνα, ποὺ τόνε σουγλοῦσε. Dialogue: 0,0:01:15.95,0:01:21.22,Default,,0000,0000,0000,,Μ᾽ ὅλο τὸ σούσουρο, ποὺ γινότανε, μ᾿ ὅλη\Nτὴ βόχα, ποὺ βγάζανε τόσα ξαναµένα κορμιὰ Dialogue: 0,0:01:21.22,0:01:25.09,Default,,0000,0000,0000,,καὶ χαλασμένα στοµάχια, τὰ κατάφερνε\Nν᾿ ἀκούει τὰ χαρούμενα πουλιά, Dialogue: 0,0:01:25.09,0:01:29.35,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ τιτιβίζανε στὰ τριγυρινὰ πέφκα\Nκαὶ νὰ ὀσμίζεται τὸ µυρωδιὰ τῆς ρετσίνας, Dialogue: 0,0:01:29.35,0:01:32.98,Default,,0000,0000,0000,,του σκίνου και τοῦ θυμαριού,\Nπου ανάδινεν η χέρσα Γῆς. Dialogue: 0,0:01:36.61,0:01:40.64,Default,,0000,0000,0000,,Αμα τελειώσαν οἱ κατηγόροι,\Nγίνηκε μεμιὰς βαθύτατη σιωπή, Dialogue: 0,0:01:40.91,0:01:44.24,Default,,0000,0000,0000,,λὲς καὶ βούλιαξε ὁ τόπος μὲ τὰ κοτρώνια,\Nτὰ δέντρα καὶ τοὺς ἀνθρώπους Dialogue: 0,0:01:44.24,0:01:48.46,Default,,0000,0000,0000,,µέσα σὲ μιὰν ἀτέλειωτη πηγάδα καὶ\Nτοὺς σκέπασε ὅλους τὸ νερό, δυὸ µπόγια. Dialogue: 0,0:01:49.86,0:01:53.55,Default,,0000,0000,0000,,Κρατώντας ολοι την ἀνάσα τους χαρφώσανε\Nτὰ μάτια πάνου στὸ Σωκράτη Dialogue: 0,0:01:53.76,0:01:58.11,Default,,0000,0000,0000,,περίεργοι νὰ ἰδούνε μὲ τί τσαλίµια\Nθὰ προσπαθοῦσε νὰ τουµπάρει τὸ Νόμο. Dialogue: 0,0:01:58.83,0:02:02.10,Default,,0000,0000,0000,,Άμα σταματήσει ο μύλος τα μεσάνυχτα,\Nξυπνάει ὁ µυλωνάς. Dialogue: 0,0:02:02.64,0:02:06.46,Default,,0000,0000,0000,,Ὁ Σωκράτης, μ᾿ όλη τὴ σιωπή, που τον\Nἔσφιξε µονοχόµατη κι ἀπὸ παντού, Dialogue: 0,0:02:06.46,0:02:08.46,Default,,0000,0000,0000,,µήτε ξύπνησε, µήτε κουνήθηκε. Dialogue: 0,0:02:09.20,0:02:14.80,Default,,0000,0000,0000,,Κάποιος τότε μαθητὴς τόνε τράβηξε από το\Nµανίκι: «Δάσκαλε η σειρά σου». Dialogue: 0,0:02:15.80,0:02:19.90,Default,,0000,0000,0000,,Μονάχα τότε ὁ Δάσκαλος γύρισε κ᾿ είδε\Nσαστισµένος όλο κείνο τ᾽ ἀνθρωπομάνι. Dialogue: 0,0:02:19.90,0:02:24.47,Default,,0000,0000,0000,,Δυσκολέφτηχε νὰ θυμηθεί, πὼς πεντακόσια\Nθεριά τὸν είχανε ζώσει ἀγριεμένα. Dialogue: 0,0:02:25.27,0:02:30.00,Default,,0000,0000,0000,,Χαμογέλασε πειραχτιχὰ µέσα στὰ πηχτά του\Nτὰ γένια, µισοσηκώθηκε μιὰ στιγμὴ Dialogue: 0,0:02:30.00,0:02:32.71,Default,,0000,0000,0000,,και κοιτάζοντας απάνου στο τραπέζι\Nτα δυο τσουκάλια Dialogue: 0,0:02:32.71,0:02:37.21,Default,,0000,0000,0000,,(τὸ ένα χαλκωματένιο και τ άλλο ξύλινο)\Nσοβαρά και τα δυο και κατσουφιασμένα, Dialogue: 0,0:02:37.21,0:02:41.07,Default,,0000,0000,0000,,λες κ᾿ είχανε ψυχή καὶ τόνε µισούσανε\Nκι ἀφτά, μουρμούρισε: Dialogue: 0,0:02:41.80,0:02:45.51,Default,,0000,0000,0000,,«Κ’ ἐγὼ περίμενα σείς, ω άντρες᾿Αθηναίοι,\Nν᾿ἀπολογηθεῖτε. Dialogue: 0,0:02:46.43,0:02:49.95,Default,,0000,0000,0000,,Ξανακάθισε κι άρχισε πάλε\Nνὰ τρίβει τὸ ζερβί του γόνα. Dialogue: 0,0:02:51.99,0:02:54.81,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ δικαστάδες θυµώσανε\Nμὲ τ᾽ ἄπρεπο φέρσιμο Dialogue: 0,0:02:54.81,0:02:57.51,Default,,0000,0000,0000,,και κοιταχτήκανε γρήγορα γρήγορα\Nσυναμεταξύ τους. Dialogue: 0,0:02:58.02,0:03:01.68,Default,,0000,0000,0000,,Τους ζεµάτιζε τόσες ώρες\Nο κατάκορφος ήλιος με την ἐλπίδα, Dialogue: 0,0:03:01.68,0:03:05.05,Default,,0000,0000,0000,,το πὼς θὰ γουστάρανε στο τέλος\Nμ᾿ ἀφτόνε το γερογρουσούζη. Dialogue: 0,0:03:05.48,0:03:07.44,Default,,0000,0000,0000,,Θὰ τόνε βλέπαν άσοφο καὶ ταπεινωµένο Dialogue: 0,0:03:07.44,0:03:10.78,Default,,0000,0000,0000,,μπροστά στο Νόμο\Nτὸν ἀψηλομέτωπο και παντογνώστη. Dialogue: 0,0:03:11.07,0:03:13.24,Default,,0000,0000,0000,,Και νὰ τώρα πού τοὺς χαλούσε τὸ κέφι. Dialogue: 0,0:03:13.78,0:03:17.30,Default,,0000,0000,0000,,Μὰ πιὸ πολύ περιφραχτήκανε, πού\Nκαταφρόνεσε τέτοιαν ώρα Dialogue: 0,0:03:17.30,0:03:22.32,Default,,0000,0000,0000,,τὸ μεγαλύτερο αγαθό της δημοκρατίας: πρώτα\Nν᾿ἀπολογιέσαι κ’ ύστερα νὰ σὲ κόβουνε. Dialogue: 0,0:03:22.75,0:03:25.40,Default,,0000,0000,0000,,Κι όπως, άμα δέρνεις ἕνα παιδί\Nκι ἀφτὸ δὲν κλαίει, Dialogue: 0,0:03:25.40,0:03:29.30,Default,,0000,0000,0000,,πεισματώνεσαι και τὸ δέρνεις περισσότερο,\Nἔτσι χι ἀφτοὶ πεισµατωθήκανε Dialogue: 0,0:03:29.30,0:03:31.80,Default,,0000,0000,0000,,και γιὰ νὰ τὸν κάνουνε νὰ νιώσει\Nτὴ δύναμη τοὺς, Dialogue: 0,0:03:31.80,0:03:36.13,Default,,0000,0000,0000,,τόνε βγάλανε με την πρώτη τους ψηφοφορία\Nφταίχτη και στα τρία κακουργήματα, Dialogue: 0,0:03:36.13,0:03:38.75,Default,,0000,0000,0000,,πού τον κατηγόρησαν\Nοἱ τρείς πολεμάρχοι τῆς ᾿Αρετής. Dialogue: 0,0:03:39.51,0:03:42.99,Default,,0000,0000,0000,,'Ο Σωκράτης, σαν άκουσε τὴν απόφαση τους,\Nέκανε: χμ. Dialogue: 0,0:03:43.57,0:03:46.67,Default,,0000,0000,0000,,Κι άμα τόνε ρωτήξανε κατόπι\N(σύµφωνα με το Νόμο), Dialogue: 0,0:03:46.67,0:03:51.76,Default,,0000,0000,0000,,ποιὰν τιμωρία διαλέγει, θάνατο γιὰ εξορία,\Nκούνησε τὴ φαράκλα του δώθε κείθε Dialogue: 0,0:03:51.76,0:03:53.43,Default,,0000,0000,0000,,και δεν απάντησε τίποτα. Dialogue: 0,0:03:53.98,0:03:58.12,Default,,0000,0000,0000,,Τότες ο κλητήρας ζύγωσε και του το\Nξαναφώναξε δυνατά µέσα στ᾽αφτιά του. Dialogue: 0,0:03:58.80,0:04:04.32,Default,,0000,0000,0000,,Ο Σωκράτης, θέλοντας και μη, σηκώθηκε\Nπάλε βαριεστισµένα και τους είπε: «Δε λέω, Dialogue: 0,0:04:04.32,0:04:08.85,Default,,0000,0000,0000,,κ'οἱ δυό σας τιμωρίες εἶναι και δίκαιες\Nκαι συφερτικές γιὰ μένα και γιὰ σας. Dialogue: 0,0:04:08.85,0:04:11.48,Default,,0000,0000,0000,,Ὅμως ἐγώ θα προτιμούσα μιὰν τρίτη». Dialogue: 0,0:04:12.25,0:04:15.40,Default,,0000,0000,0000,,«Ποιάνε; ποιάνε;» φώναξαν ούλοι χαρούμενα. Dialogue: 0,0:04:15.40,0:04:18.46,Default,,0000,0000,0000,,«Είτε σας εβεργέτησα είτε σᾶς ζήμιωσα Dialogue: 0,0:04:18.46,0:04:21.89,Default,,0000,0000,0000,,να με βάλετε τώρα, που γέρασα,\Nστο Τεμπελχανιὀ. Dialogue: 0,0:04:21.89,0:04:25.93,Default,,0000,0000,0000,,Έτσι και σεις θ'ασφαλιστείτε από µένα\Nκ’ εγώ θα ξεκουραστώ από σάς. Dialogue: 0,0:04:26.40,0:04:28.41,Default,,0000,0000,0000,,Και ν᾿ἀφήνετε κάθε πρωί στην πόρτα µου Dialogue: 0,0:04:28.41,0:04:30.83,Default,,0000,0000,0000,,(χωρίς να με βλέπετε\Nκαι χωρίς νὰ σᾶς βλέπω) Dialogue: 0,0:04:30.83,0:04:34.12,Default,,0000,0000,0000,,ζεστές κι αφράτες ἐκείνες\Nτις ὡραίες µελόπιτες, Dialogue: 0,0:04:34.12,0:04:37.55,Default,,0000,0000,0000,,που δίνετε τόσους αἰώνες ἐβλαβικά\Nστο άγιο φίδι τού Ηρεχθείου, Dialogue: 0,0:04:37.55,0:04:38.95,Default,,0000,0000,0000,,τον γιό τῆς Παρθένας. Dialogue: 0,0:04:39.52,0:04:43.88,Default,,0000,0000,0000,,Γιατί θαρρώ, πως ἐγώ σας έκανα\Nκαι περισσότερο καλό και λιγότερο κακό Dialogue: 0,0:04:43.88,0:04:46.71,Default,,0000,0000,0000,,παρὰ κάθε λογής θεϊκό ζωντόβολο». Dialogue: 0,0:04:49.12,0:04:53.52,Default,,0000,0000,0000,,Οἱ δικαστάδες, ἀπελέκητοι χωριάτες, πού\Nμε το παραµικρὸ βλαστημούσανε τὰ θεία, Dialogue: 0,0:04:53.52,0:04:55.24,Default,,0000,0000,0000,,γελάσανε μ᾿όλη την καρδιά τους, Dialogue: 0,0:04:55.24,0:04:57.78,Default,,0000,0000,0000,,σαν ακούσανε τ᾽αναπάντεχο τούτο χωρατό\Nτου Σωκράτη. Dialogue: 0,0:04:57.78,0:05:01.76,Default,,0000,0000,0000,,Και περιμέναμε να τους πει κι άλλα. \NΚαι κείνος σε λίγο: Dialogue: 0,0:05:02.34,0:05:05.04,Default,,0000,0000,0000,,«Κι ἀφού κάνω τη σωστότερη,\Nκαθώς φαίνεται, κρίση, Dialogue: 0,0:05:05.04,0:05:07.96,Default,,0000,0000,0000,,ἐγώ ταιριάζει να πάρω και τους μιστούς\Nὁλωνώνε σας». Dialogue: 0,0:05:08.70,0:05:12.93,Default,,0000,0000,0000,,Πωπώ! τί γένηκε τότες!\NΟἱ δικαστάδες λυσσάξανε. Dialogue: 0,0:05:12.93,0:05:16.18,Default,,0000,0000,0000,,Άλλοι σηκώσανε τα μπαστούνια,\Nἄλλοι αρπάξανε πέτρα Dialogue: 0,0:05:16.18,0:05:19.59,Default,,0000,0000,0000,,κι άλλοι χυμήξανε πάνου στα κάγκελα\Nμὲ τὰ δέκα νύχια μπροστά Dialogue: 0,0:05:19.59,0:05:22.28,Default,,0000,0000,0000,,για να τον ξεσχίσουνε\Nκι όλοι φωνάζανε µαζί, Dialogue: 0,0:05:22.28,0:05:23.95,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ δεν ξεχώριζες λέξη. Dialogue: 0,0:05:24.40,0:05:28.57,Default,,0000,0000,0000,,᾽Ακούς εκεί ναν τους ζητάει\Nτους τρεις οβολούς, τον τίµιο κόπο τους. Dialogue: 0,0:05:29.02,0:05:32.37,Default,,0000,0000,0000,,Γι' ἀφτὸ λοιπόν αφήσανε τις δουλειές τους\Nνοικοκυρέοι ανθρώποι Dialogue: 0,0:05:32.37,0:05:35.33,Default,,0000,0000,0000,,και χασοµερίσαν όλη µέρα\Nγιὰ νὰ διαφεντέψουνε την πατρίδα; Dialogue: 0,0:05:36.02,0:05:39.50,Default,,0000,0000,0000,,Και δεν είτανε δα για τα λεφτά... \Nμα τους ζητούσε νὰ παρανομήσουν. Dialogue: 0,0:05:39.98,0:05:41.97,Default,,0000,0000,0000,,Και να θέλανε, δεν είχανε µήτε ἀφτοὶ Dialogue: 0,0:05:41.97,0:05:46.24,Default,,0000,0000,0000,,το δικαίωμα να χαρίσουνε το µιστό τους,\Nµήτε κ᾿η πολιτεία να τους τόνε στερήσει... Dialogue: 0,0:05:46.24,0:05:52.01,Default,,0000,0000,0000,,Μωρέ τούτος είναι μπὶτ ξετσίπωτος\Nκι άθεος και προδότης! Καλά και θα ιδεί! Dialogue: 0,0:05:53.02,0:05:56.78,Default,,0000,0000,0000,,Για τούτο, μια κι ο ίδιος ο Σωκράτης\Nδε διάλεγε τε είδος της τιμωρίας του, Dialogue: 0,0:05:56.78,0:06:00.30,Default,,0000,0000,0000,,τόνε καταδικάσαν αφτοί,\Nμε τη δεύτερη Ψηφοφορία τους Dialogue: 0,0:06:00.30,0:06:03.23,Default,,0000,0000,0000,,(πάλε σύµφωνα με το Νόμο)\Nνα πιει το φαρμάκι. Dialogue: 0,0:06:04.43,0:06:08.25,Default,,0000,0000,0000,,Τότες ίσα ίσα λαμποκόπησε ὁλάκερος\Nαπὸ κέφι και δύναμη. Dialogue: 0,0:06:08.41,0:06:11.75,Default,,0000,0000,0000,,Απλὸς και σβέλτος, καθὼς τόνε ξέραν\Nοἱ περισσότεροι στα µεθύσια του, Dialogue: 0,0:06:11.75,0:06:14.88,Default,,0000,0000,0000,,στους καβγάδες και στον πόλεμο,\Nστάθηκε στέρεα στο βήμα Dialogue: 0,0:06:14.88,0:06:18.61,Default,,0000,0000,0000,,και µισοκλείνοντας τα πονηρά του μάτια\Nτους είπε σιγά σιγά τούτα, Dialogue: 0,0:06:18.61,0:06:20.60,Default,,0000,0000,0000,,ποὺ μέλλει ν'ακουσετε παρακάτου. Dialogue: 0,0:06:23.20,0:06:26.60,Default,,0000,0000,0000,,Οι τάχατες «απολογίες», που του γράψανε,\Nφίλοι και µαθητάδες, Dialogue: 0,0:06:26.74,0:06:31.01,Default,,0000,0000,0000,,όλες είναι πλάσματα της φαντασίας τους,\Nµικρόλογες προσπάθειες ν᾿ ἀποδείξουνε, Dialogue: 0,0:06:31.01,0:06:33.96,Default,,0000,0000,0000,,πως ο Σωκράτης είταν ἀθώος,\Nο Νόμος είτανε δίκαιος Dialogue: 0,0:06:33.96,0:06:38.02,Default,,0000,0000,0000,,κ' οι δικαστάδες ντόµπροι και τίµιοι\NΑθηναίοι,που κάνανε... λάθος· Dialogue: 0,0:06:38.59,0:06:43.46,Default,,0000,0000,0000,,και µονάχοι φταίχτες οἱ τρείς παλιανθρώποι\Nπου τόνε κατατρέξανε το ζάβαλη. Dialogue: 0,0:06:43.50,0:07:06.83,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Το πώς γενήκανε τα πράματα{\b0} Dialogue: 0,0:07:17.74,0:07:30.53,Default,,0000,0000,0000,,{\b1}Η αληθινή απολογία του Σωκράτη\NΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ{\b0} Dialogue: 0,0:07:31.15,0:07:34.25,Default,,0000,0000,0000,,ΤΙ ΩΡΑ είναι;… Περασμένο μεσημέρι!… Dialogue: 0,0:07:35.52,0:07:38.16,Default,,0000,0000,0000,,Έξι σωστές ωρούλες\Nκαι δεν άκουσα τίποτα! Dialogue: 0,0:07:38.63,0:07:41.11,Default,,0000,0000,0000,,Τα χρόνια, βλέπετε, μου βαρύνανε την ακοή… Dialogue: 0,0:07:41.93,0:07:43.72,Default,,0000,0000,0000,,Αν ο Δυσσέας είχε το κουσούρι μου, Dialogue: 0,0:07:43.72,0:07:46.53,Default,,0000,0000,0000,,δε θα κόπιαζε να καλαφατίσει\Nτ’ αυτιά του με κερί Dialogue: 0,0:07:46.53,0:07:48.55,Default,,0000,0000,0000,,και να δεθεί στο κατάρτι\Nγια να μην ακούσει Dialogue: 0,0:07:48.55,0:07:50.36,Default,,0000,0000,0000,,το ηδονικό τραγούδι του θανάτου. Dialogue: 0,0:07:51.20,0:07:55.28,Default,,0000,0000,0000,,Αγκαλά (μια και το ’φερε η κουβέντα)\Nο θάνατος αντιλάλησε βαθύτερα Dialogue: 0,0:07:55.28,0:07:58.44,Default,,0000,0000,0000,,μέσα στην ψυχή του, κι ύστερα τον άκουγε\Nσ’ όλη του τη ζωή. Dialogue: 0,0:07:58.95,0:08:03.61,Default,,0000,0000,0000,,Μα και να ’χα δέκ’ αυτιά κι όλα γερά,\Nπάλε δε θα μπορούσα ν’ ακούσω Dialogue: 0,0:08:04.11,0:08:07.39,Default,,0000,0000,0000,,Τα ’χασα μπροστά στο μεγάλο\Nκαι φανταχτερό σας πλήθος. Dialogue: 0,0:08:07.78,0:08:10.04,Default,,0000,0000,0000,,Μου φαινότανε πως ήμουνα στον άλλον κόσμο Dialogue: 0,0:08:10.04,0:08:13.28,Default,,0000,0000,0000,,και με δικάζανε πεθαμένον\Nπεντακόσοι Πλούτωνες. Dialogue: 0,0:08:13.71,0:08:15.91,Default,,0000,0000,0000,,Γι’ αυτό και χαμογελούσα ταπεινά. Dialogue: 0,0:08:16.40,0:08:19.40,Default,,0000,0000,0000,,Ήταν από φόβο, σαστισμάρα και βλακεία! Dialogue: 0,0:08:19.77,0:08:24.34,Default,,0000,0000,0000,,Α!… νιώθω να λαχταρίζει μέσα στην ψυχή μου\Nτο πατριωτικό μου φιλότιμο. Dialogue: 0,0:08:24.74,0:08:27.07,Default,,0000,0000,0000,,Έχω κι εγώ τις μεγάλες αυτές αρετές! Dialogue: 0,0:08:27.46,0:08:29.98,Default,,0000,0000,0000,,Κι αληθινά, όπου ριζοβολήσει\Nτούτ’ η Τριάδα Dialogue: 0,0:08:30.32,0:08:32.19,Default,,0000,0000,0000,,(βλακεία, σαστισμάρα και φόβος) Dialogue: 0,0:08:32.19,0:08:35.68,Default,,0000,0000,0000,,εκεί κι ο Νόμος έχει δύναμη\Nκι ο λαός είν’ ευτυχισμένος. Dialogue: 0,0:08:36.27,0:08:40.28,Default,,0000,0000,0000,,Λοιπόν, δεν άκουσα τίποτα,\Nγιατί ’χε σταματήσει το μυαλό μου. Dialogue: 0,0:08:40.47,0:08:44.87,Default,,0000,0000,0000,,Άλλοτε συνήθιζε να ταξιδεύει πολύ μακριά,\Nσε μια χώρα ξωτική, Dialogue: 0,0:08:44.87,0:08:47.74,Default,,0000,0000,0000,,που μήτε πουλί μήτε πλεούμενο\Nτηνε ζύγωσε ποτές, Dialogue: 0,0:08:47.74,0:08:49.54,Default,,0000,0000,0000,,γιατί δεν υπάρχει πουθενά. Dialogue: 0,0:08:49.100,0:08:53.50,Default,,0000,0000,0000,,Εκείθες ματαγύριζε πάντα\Nγιομάτο βουητά και θάμπη Dialogue: 0,0:08:53.50,0:08:55.24,Default,,0000,0000,0000,,και πόνους αβάσταγους. Dialogue: 0,0:08:55.78,0:08:58.85,Default,,0000,0000,0000,,Ήταν η χώρα των Ιδεών, ω άντρες Αθηναίοι! Dialogue: 0,0:08:59.22,0:09:02.93,Default,,0000,0000,0000,,Κι όποιος μπει σ’ αυτήνε μια φορά\Nπαθαίνει το δυστύχημα του Τειρεσία, Dialogue: 0,0:09:02.93,0:09:07.02,Default,,0000,0000,0000,,που είδε την Παλλάδα κατάγυμνη.\NΣτραβώνεται για πάντα! Dialogue: 0,0:09:08.05,0:09:11.60,Default,,0000,0000,0000,,Μα τώρα τελευταία το μυαλό μου\Nφέρνεται σαν τα μουλάρια Dialogue: 0,0:09:11.60,0:09:14.26,Default,,0000,0000,0000,,που βρίσκονται ξαφνικά μπροστά\Nσ’ ολόρθο γκρεμόν Dialogue: 0,0:09:14.26,0:09:16.34,Default,,0000,0000,0000,,ή πάνου σε σάπιο γεφύρι. Dialogue: 0,0:09:16.62,0:09:19.52,Default,,0000,0000,0000,,Κωλώνει, καρφώνεται, πεισματώνει Dialogue: 0,0:09:19.52,0:09:22.63,Default,,0000,0000,0000,,και δε θέλει να κάνει μισή πιθαμή\Nπέρ’ από τη μύτη μου. Dialogue: 0,0:09:22.92,0:09:26.16,Default,,0000,0000,0000,,Και μ’ αναγκάζει να σκύβω\Nνα κοιτάζω τη μύτη μου! Dialogue: 0,0:09:26.49,0:09:31.54,Default,,0000,0000,0000,,Ολάκερος κόσμος! Απεραντοσύνη\Nτης ασκήμιας, ήγουν της αλήθειας! Dialogue: 0,0:09:31.94,0:09:36.74,Default,,0000,0000,0000,,Με πιάνει ζάλη και τα μελίγγια μου\Nχτυπάνε σα σφυριά. Παράξενο πράμα! Dialogue: 0,0:09:37.06,0:09:41.42,Default,,0000,0000,0000,,Βλέπουμε θεούς, ιδέες, ονείρατα,\Nπερασμένα, μελλούμενα, Dialogue: 0,0:09:41.54,0:09:44.82,Default,,0000,0000,0000,,και δε βλέπουμε τη μύτη μας,\Nω άντρες Αθηναίοι! Dialogue: 0,0:09:45.20,0:09:47.98,Default,,0000,0000,0000,,Τώρα καταλαβαίνω πως αληθινά σοφός είναι Dialogue: 0,0:09:47.98,0:09:51.24,Default,,0000,0000,0000,,εκείνος που καταφέρνει να τηνε ιδεί\Nκαι να την καταλάβει. Dialogue: 0,0:09:51.68,0:09:54.71,Default,,0000,0000,0000,,Κι εγώ μήτε την είχα ποτές υποψιαστεί\Nπως υπάρχει, Dialogue: 0,0:09:54.98,0:09:57.75,Default,,0000,0000,0000,,κι ας με πειράζαν όλοι\Nπως ήτανε πλατσουκωτή Dialogue: 0,0:09:57.75,0:09:59.65,Default,,0000,0000,0000,,σαν της μαϊμούς και του τράγου. Dialogue: 0,0:10:00.10,0:10:04.08,Default,,0000,0000,0000,,Δεν άκουσα το λοιπόν τίποτα,\Nγιατί όλες αυτές τις ώρες Dialogue: 0,0:10:04.08,0:10:06.70,Default,,0000,0000,0000,,μελετούσα τη μύτη μου για να γίνω σοφός. Dialogue: 0,0:10:07.94,0:10:11.54,Default,,0000,0000,0000,,Βέβαια τα παραλέω.\NΔεν μπορεί να μην άκουσα τίποτα! Dialogue: 0,0:10:11.54,0:10:15.76,Default,,0000,0000,0000,,Άρπαζε και μένα κάπου κάπου τ’ αυτί μου\Nκαμιά βρισιά των κατηγόρων Dialogue: 0,0:10:15.76,0:10:17.68,Default,,0000,0000,0000,,ή καμιά βλαστήμια δική σας. Dialogue: 0,0:10:18.01,0:10:21.90,Default,,0000,0000,0000,,Και γελούσα μέσα μου με τις κοροϊδευτικές\Nαπάντησες που μου ερχόντανε. Dialogue: 0,0:10:22.35,0:10:24.68,Default,,0000,0000,0000,,Μα δεν μπορούσα ναν τις πω\Nκείνη τη στιγμή· Dialogue: 0,0:10:25.08,0:10:28.10,Default,,0000,0000,0000,,ο νόμος απαγορεύει να διακόψεις το ρήτορα. Dialogue: 0,0:10:28.25,0:10:31.82,Default,,0000,0000,0000,,Έτσι, κρατιόμουνα κι εγώ, για να σας τα πω\Nμια και καλή στο τέλος, Dialogue: 0,0:10:31.82,0:10:35.59,Default,,0000,0000,0000,,καθώς σφίγγεται, κρατιέται κι αναβάλλει\Nκανείς τις χειμωνιάτικες νύχτες, Dialogue: 0,0:10:35.59,0:10:39.55,Default,,0000,0000,0000,,σα βρέχει και φυσάει χιονιάς,\Nνα βγει στην αυλή προς νερού του. Dialogue: 0,0:10:40.02,0:10:44.15,Default,,0000,0000,0000,,Μα σαν ήρτε κι η σειρά μου να μιλήσω,\Nξέχασα τί θα σας έλεγα Dialogue: 0,0:10:44.48,0:10:46.32,Default,,0000,0000,0000,,και βαρέθηκα νάν τα θυμηθώ. Dialogue: 0,0:10:47.51,0:10:51.32,Default,,0000,0000,0000,,Μα κείνο που άκουσα καλύτερα ήταν\Nη θανατική σας απόφαση. Dialogue: 0,0:10:51.70,0:10:54.84,Default,,0000,0000,0000,,Την ήξερ’ από τα πριν,\Nγιατί ’χα πλέρια μπιστοσύνη Dialogue: 0,0:10:54.84,0:10:56.43,Default,,0000,0000,0000,,στον ξεπεσμό του καιρού μας. Dialogue: 0,0:10:56.68,0:11:00.32,Default,,0000,0000,0000,,Μα και να μην την ήξερα,\Nδε θα ’τανε δύσκολο να την καταλάβω. Dialogue: 0,0:11:00.53,0:11:04.61,Default,,0000,0000,0000,,Τα νυσταγμένα μάτια σας και τα χασμουρητά\Nσας το μαρτυρούσανε καθαρά. Dialogue: 0,0:11:04.82,0:11:07.67,Default,,0000,0000,0000,,Δεν ήτανε λοιπόν ανάγκη\Nνα βάλετε κοτζάμ τελάλη Dialogue: 0,0:11:07.67,0:11:09.70,Default,,0000,0000,0000,,να μου το γκαρίξει μέσα στ’ αυτιά μου. Dialogue: 0,0:11:09.89,0:11:13.23,Default,,0000,0000,0000,,Μα και να μη νυστάζατε,\Nπάλε θα με θανατώνατε. Dialogue: 0,0:11:13.52,0:11:15.04,Default,,0000,0000,0000,,Κοιτάξτε τους κατηγόρους! Dialogue: 0,0:11:15.27,0:11:18.91,Default,,0000,0000,0000,,Ωραίοι, πλούσια ντυμένοι,\Nσπουδαία προσώπατα! Dialogue: 0,0:11:19.12,0:11:24.14,Default,,0000,0000,0000,,Πατριώτες με πατέντα! Κοτσαμπασήδες,\Nήλιοι της Δημοκρατίας!… Dialogue: 0,0:11:24.87,0:11:28.06,Default,,0000,0000,0000,,Γιά κοιτάχτε κι εμένα! Σουλούπι μια φορά! Dialogue: 0,0:11:28.53,0:11:32.37,Default,,0000,0000,0000,,Κουρελής, κακοσούσουμος,\Nγρουσούζης, ανιπρόκοπος, Dialogue: 0,0:11:32.37,0:11:36.66,Default,,0000,0000,0000,,σωστός κοπρίτης\Nκι «ἀνδρῶν ἁπάντων σοφώτατος!». Dialogue: 0,0:11:37.15,0:11:40.14,Default,,0000,0000,0000,,Πού να κρυφτώ!\NΝ’ ανοίξ’ η γης να με καταπιεί!… Dialogue: 0,0:11:40.46,0:11:42.11,Default,,0000,0000,0000,,Κι εγώ να ’μουνα στη θέση σας, Dialogue: 0,0:11:42.11,0:11:44.64,Default,,0000,0000,0000,,θα ντρεπόμουν να μην καταδικάσω\Nτον εαυτό μου Dialogue: 0,0:11:44.64,0:11:47.44,Default,,0000,0000,0000,,και σε θάνατο και σ’ ανελέητο στειλιάρι, Dialogue: 0,0:11:47.44,0:11:50.65,Default,,0000,0000,0000,,και θα τα θεωρούσα και τα δυο\Nμεγάλη μου τιμή. Dialogue: 0,0:11:51.56,0:11:55.79,Default,,0000,0000,0000,,Η ψυχή τους όμως ξεπερνάει πολύ\Nτην όψη τους και το ντύσιμό τους Dialogue: 0,0:11:55.79,0:11:57.33,Default,,0000,0000,0000,,σ’ ομορφιά και πλούτο! Dialogue: 0,0:11:57.84,0:12:00.70,Default,,0000,0000,0000,,Γιατί καταδεχτήκανε να ζητήσουνε\Nτο θάνατο μου; Dialogue: 0,0:12:00.97,0:12:03.14,Default,,0000,0000,0000,,Για το καλό της πολιτείας! Dialogue: 0,0:12:03.50,0:12:06.49,Default,,0000,0000,0000,,Αυτοί δεν κερδίζουνε τίποτα,\Nκι αν πεθάνω κι αν ζήσω. Dialogue: 0,0:12:06.68,0:12:08.24,Default,,0000,0000,0000,,Μήτε τα χωράφια, που δεν έχω, Dialogue: 0,0:12:08.24,0:12:10.65,Default,,0000,0000,0000,,θέλανε να μου τα τσεπώσουνε φτηνά\Nστη δημοπρασία· Dialogue: 0,0:12:10.65,0:12:14.85,Default,,0000,0000,0000,,μήτε να μ’ αναγκάσουνε νάν τούς δώσω λεφτά\Nγια να πάρουνε πίσω τη μήνυση Dialogue: 0,0:12:14.85,0:12:19.61,Default,,0000,0000,0000,,(πού να τα βρω;)· μήτε βέβαια βιάζονται\Nνα χηρέψ’ η γριά Ξανθίππη, Dialogue: 0,0:12:19.61,0:12:23.26,Default,,0000,0000,0000,,για να μου τηνε παντρευτεί κάποιος\Nαπό τους τρεις (χαρά στο πράμα!). Dialogue: 0,0:12:24.05,0:12:27.34,Default,,0000,0000,0000,,Θέλαν, ω άντρες Αθηναίοι,\Nμε το δικό μου πέσιμο Dialogue: 0,0:12:27.34,0:12:30.84,Default,,0000,0000,0000,,να στηρίξουνε μέσα στην ψυχή σας\Nτην Αρετή, που τρεκλίζει. Dialogue: 0,0:12:31.16,0:12:34.62,Default,,0000,0000,0000,,Του λαού μπροστάρηδες,\Nαν δεν ήτανε τίμιοι και καθαροί, Dialogue: 0,0:12:34.62,0:12:37.56,Default,,0000,0000,0000,,θα ’ταν αυτοί κατηγορουμένοι\Nκι εγώ κατήγορος. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ποιός δε θαμπώνεται μπροστά\Nστο μεγαλοδύναμο ταμπάκη τον Άνυτο; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ο γενναίος στρατηγός! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τονε στείλατε με τριάντα καράβια\Nνα σώσει το Νιόκαστρο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κι αυτός κρύφτηκε δώθες από τον κάβο Μαλιά\N(ενάντιος άνεμος), Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ώσπου να πέσει το κάστρο\Nκαι να γλιτώσει το πετσί του. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Το ζαναέτι, βλέπεις, τον κάνει να\Nλογαριάζει πιότερο τα πετσιά Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κι απ’ τον «ὑπέρ πατρίδος» θάνατο. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι όταν ύστερα δικάστηκε για προδότης,\Nέδειξε πόσο στρατηγικός ήτανε! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αυτός, που φοβάται τη ζωή του\Nγια τα χρήματα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,δε φοβήθηκε τα χρήματα για τη ζωή του. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Έτσι, οι τοτεσινοί δικαστάδες\Nτον αθωώσανε καταπώς ταίριαζε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και σ’ αυτόνε\Nκαι στα συνήθεια της δημοκρατίας Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και στον ενάντιον άνεμο,\Nπου του στάθηκε τόσο βολικός. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Δεν του συχωρνάω μονάχα που πλήρωσε μιαν\Nολάκερη μνα στον Πολυκράτη το δικολάβο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ναν του γράψει την κατηγορία,\Nπου σας απάγγειλε σα θεατρίνος. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και δεν ερχότανε σε μένα ο χριστιανός\Nναν του σκαρώσω μιαν καλύτερη Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(τουλάχιστο ξυπνότερη)\Nκαι με τα μισά λεφτά; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αφού με τα δυο λόγια που σας είπα\Nγια υπεράσπισή μου Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κατάφερα να σας λυσσάξω\Nκαι να με καταδικάσετε σε θάνατο, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,θαν τα κατάφερνα πολύ περισσότερο\Nκατηγορώντας ο ίδιος τον εαυτό μου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,όπως θαν το κάνω τώρα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι αυτά τα λεφτά μου χρειαζόντανε\Nγια ν’ αγοράσω το φαρμάκι, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,την καλύτερη μάρκα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και να φτιάξω και το κιβούρι μου\Nαπό καρυδόξυλο, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,έτσι να σκάσ’ η κυρά Σωκράταινα,\Nπου δε μ’ είχε ποτέ της σε υπόληψη! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αμ’ ό Λύκων ο ρήτορας; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Είδατε ποτέ σας ρήτορα\Nπου να ’ναι μονάχα «δημοπίθηκος»; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γι’ αυτό και σεις τονε κάνατε στρατηγό Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και του μπιστεφτήκατε\Nνα φυλάξει τον Έπαχτο. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μα τούτος, ξέροντας\Nτί θα πει πατριωτισμός, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πούλησε το κάστρο στους οχτρούς\N«ἀντί ἀργυρίου». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ύστερα πιστέψατε κι αυτόνε, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πως δεν μπόρεσε να κάνει τίποτες\Nενάντια στη Μοίρα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που κι οι θεοί τής υποτάζονται,\Nαντίς να πει: Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ενάντια στο χρήμα,\Nπου κυβερνάει και τη Μοίρα! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι αυτός ο δοξασμένος σωτήρας\Nκάνει νόμους που διαφεντεύουνε τη ζωή, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,την τιμή και την περιουσία του λαού,\Nδηλαδή τη δικιά του Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και που σκοτώνουνε τους προδότες, δηλαδή\Nτους ανάξιους να πουλάνε την πατρίδα! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι αν ετούτ’ οι δυο καυκιούνται πως είναι\Nμε το δίκιο τους «εραστές της πόλης», Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,είναι κι ο τρίτος «ερωμένος της πόλης»: Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Μέλητος Μελήτου Πιτθιεύς Σωκράτει\NΣωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τίμημα θάνατος!». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ο μυρωδάτος Μέλητος, άγνωστος ποιητής\Nκαι διάσημος «τέτοιος». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Όμως αληθινό παλικάρι. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Δέχτηκε για λίγα κατοστάρικα\Nνα υπογράψει αυτός την κατηγορία Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και ν’ αντικρύσει μοναχός του τον κίντυνο\Nσαν τύχαινε και μ’ αθωώνατε, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,να καταδικαστεί σε «ατιμία»\N— σα να ’χε τίποτα να χάσει το παιδί. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μπροστά σ’ αυτούς, εγώ δεν έκανα\Nτίποτα για την πατρίδα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μήτε το Νιόκαστρο πρόδωσα,\Nμήτε τον Έπαχτο πούλησα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μήτε στα ρέματα του Κηφισού παραδόθηκα\Nστα μυστήρια της αρσενικής Αφροδίτης! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι όσες φορές μου φορτώσατε με το ζόρι\Nκανέν’ αξίωμα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πάγαινα κόντρα με τις συνήθειες\Nτων άλλων αρχόντων Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και με τα γούστα του λαού, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πες γιατί ’μουνα στραβόξυλο,\Nπες γιατί ’μουν άνθρωπος ίσιος. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και πριν να δοξαστείτε σεις\Nθανατώνοντάς με, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,παρά τρίχα να πάθαινα τρεις άλλες φορές\Nτο ίδιο αστείο, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,δυο στα καλά χρόνια της δημοκρατίας\Nκαι μια με τους τριάντα τυράννους. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μα κι αν δεν ήτανε τόσο μεγάλα\Nτα μπόγια των κατηγόρων Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και τόσο μικρούλι το δικό μου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,θα ’φτανε η δική σας σοφία κι αλαθοσύνη\Nγια νά καταδικαστώ. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Είσαστε διαλεμένοι με το κουκί\N— άσπρο, μαύρο! Ένας κι ένας. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,«Διὸς κριταί!». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μοναχά ψυχή και μυαλό. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Χωρίς φαντασία και χωρίς\Nμάταια ψιλολογήματα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μια κι όξω! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γι’ αυτό και βγάζετε τη θανατικήν απόφαση Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,με την ίδια ευκολία που βγάζετε\Nτη μύξα σας με τα δάχτυλα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και την κολλάτε κει που κάθεστε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά τος ο Πανάρετος από την Πλάκα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πρόεδρος του συλλόγου\Nγια την προστασία της Ηθικής, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που δεν αφήνει δυο σκυλιά\Nν’ ανταμώσουνε στο δρόμο, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μα παραδίνει κρυφά τη γυναίκα του\Nστους αγαπητικούς του Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,— κι αυτός βλέπει! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο Χοιρέας από τη Λεψίνα,\Nκαταστρόγγυλος μπροστά και πίσου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κι ολάσπρος μέσα κι όξω,\Nπου ξηγάει τα μυστήρια της θεάς, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μα δεν ξηγάει και το πώς γενήκανε φαμελικά\Nτου τα χωράφια και τα λιοστάσια της. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι οι τρανοί σταρέμποροι\Nκαι καραβοκυραίοι του Περαία, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τα καλαδέρφια οι Σαρανταδάχτυλοι\N(όνομα και πράγμα!), Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που τα καταφέρνουνε και γίνονται\Nκάθε χρόνο «σιτοφύλακες» Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,για να κανονίζουν αυτοί την τιμή\Nτων γεννημάτων, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,των αλευριών και του ψωμιού\Nκαι να κοντρολάρουνε τα ζύγια των αλλωνών, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μπας κι είναι ξύκικα! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο τοκογλύφος ο Ξηνταβελόνης\Nαπό την Κηφισιά, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που ρήμαξε τη φτωχολογιά, μα χτίζει\Nβωμούς στον Έλεο και, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τρώγοντας όλο κριθαρόψωμο\Nκαι σάπιες ελιές, βγάνει βουζούνους Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και ξύνεται κει που του ταίριαζε\Nνα βγάλει κέρατα και να φοράει τη ζέβγλα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο Παρθενίας από τον Κολωνό,\Nμυγιάγγιχτος καλλωπιστής, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,λουσμένος στ’ αρώματα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μα ταχτικός αγοραστής κάθε χρόνο\Nτου πορνικού φόρου, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που του τονε πλερώνουνε\Nκι ο αδερφός του κι η τσάτσα του. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο μέγας ορφανοφάγος Πονόψυχος, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που πέταξε στο δρόμο\Nτα παιδιά τ’ αδερφού του Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κι ύστερα κλαίγεται πως αυτά\Nτονε φτωχύνανε. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο Θρασέας, ο μπράβος του Κλέωνα,\Nπου έκανε καρτέρι μ’ άλλους δεκαπέντε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,για να δείρουν ή να σκοτώσουν ένανε,\Nκαι τώρα, που αλλάξανε τα πράματα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τον έπιασε τρεμούλα και λέει πως μετάνιωσε\Nκαι θα καλογερέψει, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,για να σώσει την ψυχή του ! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά κι ο φημισμένος ψευτομάρτυρας Αληθίων, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που για να προφταίνει\Nστις πολλές δουλειές του, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,άνοιξε γραφείο στη γειτονιά\Nτων δικαστηρίων με δέκα βοηθούς… Νά κι ο… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μεγάλος σαματάς, φοβέρες και φωνές: \N“Κάτου! Κάτου!” Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τί «κάτου» και «ξεκάτου»!\NΜη βραχνιάζετε τζάμπα!.. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Έχετε καιρό να θυμώσετε,\Nγιατί θα σας ψάλω χειρότερα. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Φοβηθήκατε μην ξεσκεπάσω\Nκαθενού σας χωριστά Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τις μπομπές και τα μασκαραλίκια. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Συχάστε… Δε βλέπω παραπέρ’\Nαπό τις δυο πρώτες σειρές. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ύστερα, πού να σας ξέρω κι ολουνούς\Nμε τ’ όνομα… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αν βαραίνουνε την ψυχή καθενού σας\Nαπό δέκα μονάχα (βάλε τρεις!) ατιμίες, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,η σούμα τους θα ’τανε χιλιάδες! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ποιός θα μπορούσε νάν τις πει μια μια; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Εμένα μου κολλήσανε τρεις όλο όλο\Nκαι χρειαστήκαν έξι ολάκερες ώρες Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,για να σας τις ιστορήσουνε\Nκαι ναν τις πιστέψετε!..· Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και το κάτου της γραφής,\Nτί χολοσκάνετε με το ξεσκέπασμά σας; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Είσαστε σεις ο Νόμος, —\Nο Νόμος χτες και σήμερα κι αύριο… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ένας σας να ’τανε καθαρός, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,ο Νόμος θα γκρεμιζότανε χάμου\Nθρύψαλα και κουρνιαχτός. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μη μου πείτε: «Νά τος!\NΤόσα χρόνια γλωσσοκοπανούσε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πως το πνέμα κυβερνάει την ύλη\Nκι η ψυχή το σώμα· Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,πως δε λογάριαζε τη γνώμη του μπουλουκιού\Nμα μονάχα των φιλοσόφων Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,(δηλαδή τη δική του·\Nόλ’ οι ρέστοι σοφιστάδες!). Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και τώρα, μόλις τα βρήκε σκούρα,\Nτα ξέχασε όλα και παραφέρνεται, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,παραλαλεί και βρίζει». Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μα δε βρίζω και δεν παινώ τίποτα! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μήτε λυπάμαι που πεθαίνω των αδίκων άδικα,\Nμήτε θα ντρεπόμουν αν πέθαινα δίκια. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Δε με νοιάζει που ξεμπερδεύω σήμερα\Nμε την μπαμπεσιά των νόμων, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,όπως δε θα μ’ ένοιαζε\Nνα σας άδειαζα τη γωνιά Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μετά λίγους μήνες ή χρόνια\Nμε το θέλημα της Φύσης. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Σας χρωστάω και χάρη… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Φεύγοντας με παράτα και σάλπιγγες από\Nτο να Τίποτα για τ’ άλλο το πιο Τίποτα, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,κάνω γούστο να κοροϊδεύω\Nκαι σας και τον εαυτό μου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Τί τα θέλετε! Κρίνω θα πει κοροϊδεύω. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και σα συλλογιέμαι πως\Nσκυλιάζετε μ’ αυτά που σας λέω, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μα δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα\Nμήτε και να φύγετε αποδώ, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,γιατί θα χάσετε τους τρεις οβολούς,\Nχοροπηδάω από κέφι και χαιρεκάκια. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Σας αγαπάω και μου ’ρχεται\Nνα σας αγκαλιάσω και να σας φιλήσω, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,όπως κάνουν οι μεθυσμένοι κλαουρίζοντας… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Εσείς θα τρομάζατε πιο πολύ μοναχά να\Nφανταζόσαστε τον εαυτό σας στη θέση μου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Γιά πείτε πως σας δέσανε πρώτα κι ύστερα\Nσας ποτίσανε με το ζόρι το φαρμακοζούμι! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Νά! Κι άρχισαν οι πόνοι κι οι σπασμοί,\Nτο γυάλωμα των ματιών Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και τ’ άφρισμα του στομάτου· Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,το κρουστάλλιασμα των ποδιών\Nανεβαίνει γλιστρώντας λίγο λίγο Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και μπήγει τα νύχια του πρώτα\Nστο στομάχι κι ύστερα στην καρδιά… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι αυτό ήταν όλο!… Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μην πασπατεύετε τις κοιλιές σας\Nω άντρες Αθηναίοι. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Καίνε σαν τις πλάκες του φούρνου. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Εκεί μέσα, κανένα φαρμάκι δε δουλεύει, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,μα χορεύουν (ή σε λίγο θα χορέψουν)\Nόλα τα καλά του Θεού: Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,τράγιο συκώτι ψημένο στη θράκα,\Nπαλαμίδα σαλαμούρα της Μαυροθάλασσας, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,χοιρινά λουκάνικα με μπόλικο πιπέρι\Nκαι σκόρδο, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,καρύδια, σταφίδα, κρασί (πολύ κρασί!)\Nκι άνεμος μουσικός! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Είσαστε αθάνατοι! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και θα ’σαστε να πούμε αθανατότεροι, Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,αν η Μοίρα σάς γεννούσε\Nμε μιαν αλογήσιαν ούρα Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,που να σαλεύει μοναχή της\Nζερβά δεξιά σα βεντάγια Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και να διώχνει τις μύγες που σας τσιμπάνε\Nτην ώρα που κοιμάστε Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,και την ώρα που δικάζετε,\N— σα δικάζετε κοιμάμενοι!… ///// Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Σαν είδα τον εαφτό μου καργαρισμένον απάνου στο σανιδοκρέβατο με την κωμικήν επισημότητα πόχουν τα λείψανα, και γύρα μου θλιμένες Μαγδαληνές τον πατριωτισμό των κατηγόρων, τη δική σας αγαθοσύνη και την παρθενιά των νόμων, γέλασα με την καρδιά μου. Γιατί, καθώς το ξέρετε, οι ψείρες φέβγουν από τους πεθαμένους και πάνε στους ζωντανούς. Και σαν κοίταξα και σας και τους ζωντανούς από πάνω ως κάτου να βρομάτε σαν ψοφίμια δέκα μερών (άλλος να χει θέρμες, άλλος σπάσιμο και άλλος μαγιασίλι..., ψώρα..., χτικιό...) κι ωστόσο να χετε την όρεξη να βγάλετε το μάτι του πλαγινού σας, πήγε ο νους μου στα ζώα : όσα τρώνε τ' άλλα νομίζουνε τον εαφτό τους αθάνατο˙ κι όσα τρώγονται δεν μπορεί να μην ελπίζουνε, πως θ' αναστηθούνε μια μέρα σε καλύτερη ζωή. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Κι ύστερα σκέφτηκα : αντίς, μωρέ Σωκράτη, να στέκεσαι πάνω στο βήμα "και όμμασι και σχήμασι φαιδρός" ναν τους κοροϊδέβεις, αν είχανε μπροστά τους ξαπλωμένο το κουφάρι σου, για ναν το δικάσουν, όπως δικάζουν οι εφέτες στο "επί Πρυτανείω" δικαστήριο τ' άψυχα πράματα : τα τούβλα, τις πεπονόφλουδες, τα χασάπικα τσιγκέλια..., ξέρεις τι θα γινότανε ; Θα μαζεβόντανε γύρα σου, θα σκύβανε να σε κοιτάξουνε κάμποσην ώρα, θα κουνούσανε λυπητερά το κεφάλι τους κι ύστερα θα λέγανε : "Καλός είταν ο κακομοίρης!... Για ιδές πώς ομόρφηνε πεθαμένος! Κλείσανε τ' αλεπουδίσια μάτια του, λιγοστέψανε τα πρημένα χείλια του, στένεψε και μάκρυνε η πλατσουκωτή του μύτη... Έγινε μια χαρά!... Θυμόσαστε τι γούστο που είχε, σαν αλουποτίναζε τους σοφιστάδες και τους κάλπηδες!... Έκανε μεγάλο καλό στην πολιτεία. Γι' αυτό δεν είδε χαΐρι... Έζησε και πέθανε στην ψάθα... Και ναν τα λέμε συναμεταξύ μας, όποιος ζημιώνεται με τα λόγια και τις πράξεις του μπορεί να ναι κουτός, μα κατεργάρης δεν είναι˙ κι όποιος κερδίζει με τις πράξεις του και με τα λόγια του αφτουνού βρωμάνε κ' οι φούχτες κ' η ψυχή του... Ξέρεις τι λέω; Ναν του κάνουμε την κηδεία του "δημοσία δαπάνη". Χρειάζονται παραδείγματα για τα παιδιά μας". Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Μα τώρα, που δεν είμουνα τυχερός να χω πεθάνει μοναχός μου, με σκοτώνετε σεις... πάλε για παράδειγμα. Σας χρειαζόταν ένα θύμα... όχι για να μάθουνε τα παιδιά σας ν' αγαπάνε την αρετή, μα για να φοβούνται την δημοκρατία! Σας χρειαζόταν ένα θύμα πολύ μεγάλο, για να πλερώσει τα κακουργήματα της χτεσινής τυραννίας και να φράξει το δρόμο του ξαναγυρισμού της. Αφού το σκάσαν οι φταίχτες, πιάσατ' εμένα, το δάσκαλο του Κριτία και του Θηραμένη του κόθορνου, τον αρνητή της οχλοκρατίας, την Αλογόμυγα, που σας έμπαινε στα ρουθούνια... Το κορμί μου (κόκαλα και σάρκες) δε βαραίνει βέβαια μέσα στην παλάντζα της Νέμεσης, όσο τα χίλια πεντακόσια κορμιά των σκοτωμένων από τους τυράννους˙ όμως βαραίνει τ' όνομά μου κ' η ψυχή μου! Κι όλοι σας ίσαμ' εκατό γενιές να μπαίνατε στο να τάσι της παλάντζας, πάλε εγώ θα βάραινα περισσότερο... Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Θα βρεθούν ύστερ' από χρόνια πολλοί και φίλοι κι αρνητάδες μου, και ντόπιοι και ξένοι, και συγκαιρινοί και μελλούμενοι, που θα κάνουνε ντόρο μεγάλο γύρα στο θάνατό μου. Θα με πούνε "των Ελλήνων το άριστον", "αηδόνα Μουσών", "τον δικαιότατον", "τον φρονιμώτατον", "κορώνα της Ελλάδος". Τα παιδιά σας θα μου χτίσουν εκκλησιά, το "Σωκρατείον", και θα μου κάνουνε θυσίες κάθε χρόνο, την άνοιξη... Θα με προσκυνάνε για θεό (σε μένα δεν επιτρέψατε νάχω μήτε μιας πεντάρας δαιμόνιο...). Και για ποιο λόγο; Οι πρώτοι για να κολλήσουνε τ' όνομά τους δίπλα στο δικό μου και ν' ακούγονται μαζί του˙ κ' οι δέφτεροι για να δείξουνε, πως αν εζούσα στα χρόνια τους, θα με καταλαβαίνανε και θα με τιμούσαν!... Μπόσικα πράματα. Και κείνοι και τούτοι θα παραφουσκώνουνε την αξία μου και θ' αδικούν εσάς˙ θα λένε ψέματα και θα πιστέβουνε ψέματα... Εσείς κι ο Νόμος κάνατε το χρέος σας. Μονάχα που δε με τιμωρήσατε γιατί παρέβηκα το Νόμο, μα γιατί στάθηκ' ανίκανος να πατήσω απάνου του και να περάσω!... "Αδικεί Σωκράτης ασθενής ων, άτε πένης... Τίμημα θάνατος!!" Αφτό θα πρεπε να λέγ' η μήνυση. Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αν με δικάζατ' ένας ένας χωριστά, ω άντρες Αθηναίοι, θα μ' αθωώνατε˙ τόσοι πολλοί δεν μπορείτε... Όσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους και κάνουνε πλήθος, τόσο λιγότερ' η κρίση τους και πιότερ' η κάκητα. Κι αν είσαστε κολλημένοι πεντακόσιοι διαλεχτοί σοφοί (Σωκράτηδες να πούμε, δε θα κάνετε μισό Μπερτόλδο˙ όχι τώρα, που σαστε πεντακόσιοι Μπερτόλδοι!... Πλήθος, Δημόσια Γνώμη, - τεράστιο Κοπρόσκυλο δεμένο, στο παλούκι μέσα στον ήλιο. Όλο τον καιρό κοιμάται, ξύνει την ψώρα του και χυμάει λυσσασμένα, μόλις θελήσει κανείς ναν το βγάλει απ' τα συνήθεια του, να του λύσει την αλυσίδα. Έτσι κι εσείς, μόλις σας μηνύσανε πως χαλάω τη Θρησκεία, τα παιδιά και τη Λογική, πεταχτήκανε πάνου στις χιλιάδες τα ποδάρια σας κι αρχίσατε να χτυπάτε τις Συμπληγάδες τα σαγόνια σας, για να με λιώσετε κει μέσα... Αν έτρωγα φλόγες και κατάπινα σπαθιά, σαν τους σαλτιμπάγκους των πανηγυριών, δε θα παραξενεβόσαστε, γιατί θα πιστέβατε, πως αληθινά καταπίνω τα σπαθιά και τρώω τις φλόγες. Κι αν είμουνα κομπογιαννίτης να σας μπουκώνω κάτουρα και μαγαρισιές, θα πιστέβατε, πως σ' εμένα χρωστάτε τη ζωή σας. Θα καταλαβαίνατε και θα με πλερώνατε. Μα τώρα μ' ακούγατε να λέω συχνά χαμογελώντας, πως δεν "ξέρω τίποτα". Δεν ξέρω τίποτα!... Αφτό δεν το , τα κάνει...! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Έβαζα και τους άλλους να λένε το ίδιο και να πιστέβουνε πραγματικά, πως ό,τι ξέρουν είναι ψέματα!... Και να ψάχνουνε να βρίσκουνε την αλήθεια. Μα σεις, ω άντρες Αθηναίοι, πρώτα ανησυχήσατε κι ύστερα αγριέψατε... Ως πού θα πήγαινε τούτ' η δουλειά; Ξέρετε, πως όσο λιγότερο σκέφτεται, τόσο πιο μυαλωμένος ο πολίτης κι όσο λιγότερο μιλά, τόσο πιο λέφτερος. Αν άξαφνα και στα καλά καθούμενα με το ψάξε ψάξε ο Γνάθων έβρισκε πως είναι σωστότερο να τρώει παρά να νηστέβει; Κι αν δεν του φτανε τούτ' η τρέλα, μα κι άρχιζε να το ξεφωνίζει; Προτού λοιπόν ξεσπάσ' η φουρτούνα, θελήσατε να σταματήσετε τους κακούς ανέμους. Μα τους κακούς ανέμους (τους... καλούς!), τους είχανε φέρ' οι σοφιστάδες. Εγώ τότες σαν ελεεινή Δημόσια Γνώμη, τους γάβγιζα και τους δάγκωνα τις άντζες... Όμως για να με ξεκάνετε, μου κολλήσατε τη ρετσινιά, πως είμουν εγώ των σοφιστάδων ο σοφιστής!... Μακάρι να είμουνα!... Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Και για να με ξεκάνετ' εφκολότερα, μου κολλήσατε κι άλλη ρετσινιά : πως είμουν άθεος!... Μακάρι να είμουνα!... Την αθεΐα την έχετε για το πιο σίγουρο μέσο να ερεθίζετε το Σκύλο και να τον ξεσηκώνετε να διαφεντέβει με τα δόντια του τα υλικά σας διάφορα. Τους οχτρούς της εφτυχίας σας τους κάνετε πολύ σοφά προσωπικούς οχτρούς του Σκύλου. Για να ξεφορτωθείτε τον Αλκιβιάδη, που τον αγαπούσε και τόνε θάμαζε ο λαός για την ομορφιά του, για τα πλούτη του και τη μουρνταροσύνη του, τον κατηγορήσατε γι' άθεο. Και ο λαός, ο Σκύλος, ξέχασε τις αγάπες του και τον κυνήγησε στην άκρη του κόσμου. Γιατί τόνε μάθατε να περιμένει την εφτυχία του από τον ουρανό και να μην τήνε ζητάει από σας! Άμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα του τίποτα, του παίρνεις το παν! Και σε ξεσκίζει! Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Αν ερχόσαστε στο σπίτι μου, θα βλέπατε στο σπίτι μου κρεμασμένες εικόνες, την καντήλ' αναμένη, τα στέφανά μας μέσα στην τενεκεδένια θήκη τους. Και στην εκκλησιά θα με βλέπατε να φιλάω τη χέρα του παπά. Δε σας φτάνανε τούτα; Τι σας έμελε κι αν πίστεβα ή δεν πίστεβα; Φτάνει που φαινόμουνα θρήσκος... Αληθινά, μη θέλοντας καβγάδες με την Ξανθίππη και με το Σκύλο, το Πλήθος, την άφηνα και μασκάρεβε τα ντουβάρια με εικόνες. Φιλούσα και τη χέρα του παπά μπροστά στους άλλους, για να τόνε σκάσω : "Μπρε, με ξεπεράει ο θεομπαίχτης, έλεγε, στον ταρτουφισμό!" Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Έλεγα, πως υπήρχε μέσα μου κάποιο δαιμόνιο, που μ' οδηγούσε. Έπρεπε ναν το λέω, για να ξηγάνε κάπως οι απλοϊκοί, γιατί το δικό μου μυαλό ξεπερνούσε το μυαλό των αλλωνών!... Δε θα πει πως μ' αφτό χαλούσα τη θρησκεία! Υπάρχουνε τόσοι μικροί θεοί (μερμήγκια!...) που μήτε τους μετρήσαμε ποτές μήτε τα ονόματά τους ξέρουμε... Κι αν σε κάθε βρύση, σε κάθε δέντρο, σε κάθε τρύπα φωλιάζει και ένας μικρός θεός, γιατί να μη φωλιάζει και μέσα στο Σωκράτη, που ναι για θεούς αξιότερη μονιά κι από μια κοτρόνα κι από μια γούβα νερό κι από να κούτσουρο της σόμπας - κι από κάθε τρύπα; Κι αν μέσα σε κάθε τρελό μπαίνει κάποιος θεός, που τόνε τρελαίνει, γιατί να μη μπει και μέσα στο σοφό Σωκράτη, για να τόνε κάνει σοφότερο; Κι αν όλες οι αρρώστιες κι αν το μεθύσι κι αν ο ύπνος και τ' όνειρο κι ο θάνατος κι αν ακόμα το φτάρνισμα κι ο βήχας είναι θεοί, γιατί να μην είναι κ' η Κοροϊδία; Dialogue: 0,9:59:59.99,9:59:59.99,Default,,0000,0000,0000,,Ας δεχτούμε, πως είτανε το δαιμόνιό μου καινούριο θεόπουλο... Εδώ κάθε μουνουχισμένος παπάς από την Ανατολή φέρνει και σας πασσάρει κι από έναν ξετσίπωτο θεό σαν τον Σαβάζιο, την Κοτυτώ και τον Αφρόδιτο και σεις τους δέχεστε και τους προτιμάτε μετά χαράς. Κι αν για τέτιους θεούς φοραίνετε φουστάνια και νταντελένια παντελονάκια και χορέβετε μανιασμένοι, κουνώντας την κοιλιά σας και τα καπούλια σας, σα γυναίκες˙ κι αν βρίσκετε θεάρεστο πράμα να τάζετε τις σκλάβες και τους σκλάβους σας και τα κορίτσια σας, ακόμα και τον ίδιο τον εαφτό σας στην Αφροδίτη, στην Αθηνά, στον Απόλλωνα και να παραδίνεστε "σώματα ιερά" στους μερακλήδες, για να πενταρολογούνε και να χαραμοτρώνε οι Κήρυκες, οι Ευμολπίδαι και τ' άλλα παπαδόσογα, τι σας έφταιξε το ταπεινό μου δαιμόνιο, που καθότανε μέσα μου φρόνιμα και συμαζεμένα και μ' ορμήνεβε τάχα να βρίσκω το σωστό, χωρίς να βγάζει δίσκους και να θέλει ναούς και θυσίες; Μήτε σας υποχρέωνε να ξεβρακώνεστε για χατίρι του. Και το κάτου της γραφής άμα θα πέθαινα, θα φεβγε κι αφτό μαζί μου, για να μην ξαναγυρίσουμε ποτές πια στην καταραμένη χώρας σας!\N