Ήταν ο τέλειος γάμος,
πίστευαν οι καλεσμένοι.
Γαμπρός ήταν ο Ορφέας,
ο σπουδαιότερος ποιητής και μουσικός.
Νύφη ήταν η Ευρυδίκη,
μια νύμφη του δάσους.
Όλοι θα συμφωνούσαν πως το ζευγάρι
ήταν αληθινά ερωτευμένο.
Ξαφνικά, η Ευρυδίκη σκοντάφτει
και πέφτει στο έδαφος.
Μέχρι να την πλησιάσει
ο Ορφέας, ήταν ήδη νεκρή,
και το φίδι που την είχε δαγκώσει
ξεγλιστρούσε μακριά στο γρασίδι.
Μετά την κηδεία της Ευρυδίκης,
ο Ορφέας κυριεύτηκε από θλίψη,
που δεν άντεχε ο κόσμος των ανθρώπων,
κι έτσι αποφάσισε να ταξιδέψει
στη χώρα των νεκρών,
εκεί απ' όπου κανένα ζωντανό πλάσμα
δεν είχε επιστρέψει ποτέ,
για να σώσει την αγαπημένη του.
Όταν ο Ορφέας έφτασε
στις πύλες του κάτω κόσμου,
ξεκίνησε να παίζει τη λύρα του.
Η μουσική ήταν τόσο ωραία που ο Κέρβερος,
ο τρικέφαλος σκύλος που φυλά τους νεκρούς,
αποκοιμήθηκε καθώς περνούσε ο Ορφέας.
Ο Χάρων, ο πορθμέας που πλήρωναν οι ψυχές
για να περάσουν τον Στύγιο ποταμό
συγκινήθηκε τόσο από τη μουσική που πέρασε
τον Ορφέα απέναντι χωρίς κόστος.
Όταν ο Ορφέας έφτασε στο παλάτι
του Άδη και της Περσεφόνης,
του βασιλιά και της βασίλισσας των νεκρών,
ξεκίνησε να τραγουδά.
Τραγούδησε για τον έρωτα του
για την Ευρυδίκη
λέγοντας πως χάθηκε πολύ νωρίς.
Αφού κάποτε θα έφτανε η ώρα της
-όπως όλα τα ζωντανά πλάσματα-
να κατοικήσει στη χώρα των νεκρών
για μια αιωνιότητα,
γιατί λοιπόν να μην της χαρίσει ο Άδης
μερικά χρόνια ακόμα στη Γη.
Όταν ο Ορφέας τελείωσε το τραγούδι του,
όλη η κόλαση σίγησε.
Ο Σίσυφος δεν κυλούσε πια
τον βράχο του πάνω στο λόφο.
Ο Τάνταλος σταμάτησε να προσπαθεί
να φτάσει το απαγορευμένο νερό.
Ακόμα και οι Ερινύες,
τα εκδικητικά δαιμόνια, δάκρυσαν.
Ο Άδης και η Περσεφόνη δέχτηκαν
την παράκληση του Ορφέα μ' έναν όρο.
Καθώς θα ανέβαινε στον πάνω κόσμο,
δεν έπρεπε να γυρίσει να δει
αν η Ευρυδίκη τον ακολουθούσε.
Αν γύριζε, εκείνη θα επέστρεφε
στη χώρα των νεκρών για πάντα.
Ο Ορφέας ξεκίνησε να σκαρφαλώνει.
Με κάθε του βήμα,
η ανησυχία του μεγάλωνε
για το αν η Ευρυδίκη ήταν πίσω του.
Δεν άκουγε τίποτα -
πού ήταν οι πατημασιές της;
Τελικά, λίγο πριν βγει από τον κάτω κόσμο
στο ηλιόλουστο φως της ημέρας,
υποχώρησε στον πειρασμό του.
Ο Ορφέας προσπάθησε να ξανακατέβει
στον κάτω κόσμο όμως δεν του επετράπη.
Μακριά από τη Ευρυδική,
ο Ορφέας ορκίστηκε να μην αγαπήσει
ξανά άλλη γυναίκα.
Αντίθετα, καθισμένος σε ένα άλσος δέντρων
τραγουδούσε ερωτικά τραγούδια.
Για τον Γανυμήδη, το όμορφο αγόρι
που ο Δίας έκανε οινοχόο των Θεών,
για τη Μύρρα, που ερωτεύθηκε
τον πατέρα της και τιμωρήθηκε γι' αυτό,
και τον Πυγμαλίωνα που σκάλισε
την τέλεια γυναίκα από ελεφαντοστό
προσευχόμενος στην Αφροδίτη,
μέχρι να ζωντανέψει.
Και για την ίδια την Αφροδίτη,
της οποίας ο όμορφος Άδωνις
σκοτώθηκε από ένα αγριογούρουνο.
Ήταν σαν η μοναδική αγάπη
του Ορφέα και ο χαμός της,
τον έκαναν να νιώσει τις καρδιές
των θεών και των ανθρώπων.
Ωστόσο, για κάποιους
η ποίηση δεν ήταν αρκετή.
Μία ομάδα άγριων γυναικών, των Μαινάδων,
αρνούνταν να δεχτούν πως ένας ποιητής
που τραγουδούσε τόσο όμορφα για την αγάπη,
δεν μπορούσε να τις αγαπήσει.
Η ζήλια τους τις τρέλανε
και διαμέλισαν τον άτυχο Ορφέα.
Τα πουλιά, οι τραγουδιστές της φύσης,
θρήνησαν τον Ορφέα,
όπως και οι ποταμοί με το πάφλασμά τους.
Ο κόσμος είχε χάσει δύο σπουδαίες ψυχές.
Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη είχαν ερωτευθεί
τόσο πολύ που όταν χωρίστηκαν,
ο Ορφέας ένιωσε τον πόνο και τις χαρές
των εραστών όλου του κόσμου,
και μια νέα μορφή τέχνης γεννήθηκε,
η ερωτική ποίηση.
Κι ενώ ο κόσμος θρηνούσε,
ο Ορφέας γαλήνεψε
βρίσκοντας το άλλο του μισό
στον κάτω κόσμο.
Εκεί, μέχρι και σήμερα περπάτα
με την Ευριδίκη στις όχθες του Στύγιου.
Άλλοτε περπατούν ο ένας δίπλα στον άλλο,
άλλοτε αυτή προηγείται,
και μερικές φορές προηγείται εκείνος
γυρνώντας πίσω για να την δει,
όσες φορές θέλει.
Το TED-Ed είναι
μη κερδοσκοπικός οργανισμός.
Αν σας αρέσει η δουλειά μας
σκεφτείτε να μας υποστηρίξετε
στο patreon.com/teded